Η θυσία του ταύρου στη λαϊκή μας παράδοση

Η θυσία του ταύρου στη λαϊκή μας παράδοση26.11.2018Άρθρα

Στο πανηγύρι προς τιμήν του αγίου Χαραλάμπους βρίσκουμε τις δύο λατρείες αναβαπτισμένες μέσα από τον χριστιανισμό

Από την
Μάγδα Αναγνωστή*

Ο Αιγαιοπελαγίτης άνθρωπος είναι δραστήριος, φιλότιμος, εργατικός και πάντα έτοιμος για το καινούργιο. Είναι και γλεντζές, γεμάτος χαρά και κέφι για τη ζωή, καθώς μαρτυράει η αθρόα συμμετοχή του σε γιορτές και πανηγυρισμούς. Πάνω από

20.000 πανηγύρια στο Αρχιπέλαγος έδιναν ανέκαθεν και συνεχίζουν να προσφέρουν ευκαιρία δημιουργικής εκτόνωσης από την πίεση της καθημερινότητας. Ταυτόχρονα συντελούν στην εμπέδωση της συλλογικότητας και καλλιεργούν το ενοποιό στοιχείο και την αρμονική συμβίωση στην κοινωνική ομάδα. Μέσα από τις λαϊκές γιορτές το κοινωνικό άτομο σχηματίζει πολιτισμική συνείδηση, ως φορέας και συνεχιστής της παράδοσης, πράγμα που του επιτρέπει να διαμορφώνει την προσωπικότητά του και τη ζωή του ανεξάρτητα από επιρροές ξένες προς την ατομικότητά του, διατηρώντας ουσιαστική ελευθερία επιλογών.

Ανέκαθεν ο Ελληνας συνέδεε τους πανηγυρισμούς του με τη λατρεία του θείου και έτσι συνεχίζει έως τις μέρες μας. Συχνά και με παρόμοιο τρόπο, καθώς το έθιμο ακολουθεί εξελεκτικά πιότερο το έθνος παρά τη θρησκεία. Το πανηγύρι του Ταύρου, προς τιμήν του αγίου Χαραλάμπους, τον οποίο οι άνθρωποι στην Αγία Παρασκευή Λέσβου γιορτάζουν με λαμπρότητα κάθε καλοκαίρι, συνιστά ίσως την πιο χειροπιαστή απόδειξη για του λόγου το αληθές. Είναι το πιο πλούσιο σε δρώμενα πανηγύρι του Αρχιπελάγους, ίσως και όλης της χώρας.

Περισώζει αφθονία αρχαιοελληνικών εθίμων που παραμένουν αυτούσια στο τελετουργικό του, καθαγιασμένα πλέον από την ελληνορθόδοξη Εκκλησία, με κυρίαρχο τη θυσία του βοδιού - ιερείου στο όρος Ταύρος, την οποία ευλογεί ο ιερέας. Από μόνο του αποτελεί ένα θαύμα. Πώς, δηλαδή, όχι μόνο διασώθηκε, αλλά και τελείται μέχρι σήμερα με την ίδια αυθόρμητη συμμετοχή των Αγιαπαρασκευιωτών πανηγυριστών. Αγροτική τελετουργία με επετηριακό στόχο στην αρχή του, που χάνεται στα βάθη του χρόνου, διατηρείται σχεδόν ανέπαφο, με μικρές (αν και όχι πάντα ασήμαντες) διαφοροποιήσεις, παρά τη σχετική εξασθένηση των διαφορών μεταξύ αστικού και αγροτικού πληθυσμού πλέον.

Διοργανώνεται από το Γεωργικό Σωματείο «Η Πρόοδος», το οποίο αποτελεί μετεξέλιξη του Ισναφιού των Ζευγάδων, απόγονο του αρχικού Μεγάλου Ισναφιού, ενός είδους αυτοδιοικητικού οργανισμού, με καταβολές που επίσης χάνονται στα βάθη του χρόνου. Στον πυρήνα του υπάρχει η προσφορά ενός ταύρου, τάμα συνήθως ενός ξενιτεμένου χωριανού, που προορίζεται να θυσιαστεί στον άγιο, να γίνει κουλ(ρ)μπάνι.

Διαρκεί τέσσερις μέρες. Η πρώτη (Παρασκευή) χαρακτηρίζεται από την ιερή περιφορά του ταύρου εν πομπή, με τα μέλη του σωματείου σε ιερατικό ρόλο, σε έναν ιδεατό μαγικό κύκλο που περιζώνει το χωριό, αποσκοπώντας στην αποτροπή του Κακού. Την επομένη τα μέλη του σωματείου με τον ταύρο ανεβαίνουν στο όρος Ταύρος, όπου και το Εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους, και γίνεται η θυσία.

Οι πανηγυριώτες θα φτάσουν σταδιακά, από το απόγευμα του Σαββάτου έως αργά τη νύχτα, καβάλα στ’ άλογά τους (κάποιοι σήμερα και με αυτοκίνητο). Θα περάσουν τη νύχτα στο βουνό γλεντώντας όσο θα μαγειρεύεται το κεσκέτσ’, το ειδικό φαγητό από το βόειο κρέας και χοντροαλεσμένο σιτάρι, που βράζει ολονυχτίς, πάνω από 15 ώρες. Το πρωί της Κυριακής, μετά τη θεία λειτουργία, θα μοιραστεί σε όλους τους πανηγυριστές, σαν ένα είδος μετάληψης. Θα αρχίσουν τότε να αποχωρούν από το βουνό και να επιστρέφουν θριαμβευτικά στο χωριό, όπου το απόγευμα θα γίνουν ιππικοί αγώνες στον ειδικά προορισμένο χώρο, το λεγόμενο Ιπποδρόμιο. Τέλος, η Δευτέρα είναι αφιερωμένη αποκλειστικά στο γλέντι. Πρόσφατη σχετικά προσθήκη, τα Χαρλαμέλια (Χαραλαμπάκια) έχουν σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι δεν έχουν κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό.

Αντίθετα, το τελετουργικό των προηγούμενων ημερών βρίθει εθίμων και λεπτομερειών, τα οποία μπορούμε να αντιστοιχίσουμε ένα προς ένα με ανάλογα των αρχαίων Ελλήνων, με μια θαυμαστή ακρίβεια. Δεν λείπει ούτε η σχετική μυθολογία, καθώς την αναγέννηση του πανηγυριού συνοδεύει μια μεγάλη σειρά από θρύλους.

Αναζητώντας αυτό που ο καθηγητής της λαογραφίας Μ. Γ. Μερακλής προσδιορίζει εύστοχα ως «ό,τι δεν αλλάζει μέσα στις αδιάκοπες αλλαγές», μπορούμε να αναγνωρίσουμε στοιχεία τόσο της απολλώνιας όσο και της διονυσιακής λατρείας, θαυμαστά ομογενοποιημένα. Στο πανηγύρι του Ταύρου βρίσκουμε τις δύο λατρείες αναβαπτισμένες μέσα από τον χριστιανισμό και ενδυναμωμένες από τη χριστιανική πίστη, να εκφράζουν τα πιο μύχια βάθη της ψυχής, να έχουν πάντα την ίδια δύναμη και να ασκούν την ίδια ισχυρή έλξη.

Το απολλώνιο και το διονυσιακό πνεύμα, το Μέτρο και το Υπέρμετρο κατά Νίτσε, αντιστάθηκαν στον χρόνο και τίποτε δεν στάθηκε ικανό να τα εξαφανίσει. Φαίνεται ότι, πάνω απ’ όλα, αυτά τα στοιχεία συναποτελούν τον χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης, όπως αυτή συνεχίζει να διαμορφώνεται μέσα στην κοινωνική εξέλιξη. Αυτός είναι ο λόγος που το πανηγύρι του Ταύρου δεν είναι ακόμη ένα τοπικό πανηγύρι. Το πανηγύρι του Ταύρου ανήκει σε όλους μας.

*Αρχιτέκτων-συγγραφέας

Keywords
Τυχαία Θέματα