Κλίντον και Τραμπ: Νικητές αλλά και …ηττημένοι

Τα δύο φαβορί κέρδισαν την "Σούπερ Τρίτη Νο2", αλλά οι Αμερικανοί ψηφοφόροι δεν φαίνεται να τους έχουν σε ιδιαίτερη εκτίμηση, σχολιάζει ο Michael Barbaro.

Οι νίκες ήταν μονόπλευρες. Οι εορτασμοί ήταν διαχυτικοί. Οι σύνεδροι μαζεύτηκαν κατά εκατοντάδες. Αλλά οι θρίαμβοι των Ντόναλντ Τραμπ και Χίλαρι Κλίντον την Τρίτη συγκαλύπτουν μια βαθιά, ιστορική και ασυνήθιστη πραγματικότητα: οι περισσότεροι Αμερικανοί εξακολουθούν να μην τους συμπαθούν. Και τα δύο μεγάλα κόμματα πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν το βάθος του σκεπτικισμού, της αντίστασης και της αποστροφής

για τους υποψηφίους τους, ένα συναίσθημα που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην πιθανή γενική εκλογή αναμέτρηση μεταξύ Τραμπ και Κλίντον.

Παρότι έβλεπαν τους δύο υποψήφιους να συγκεντρώνουν μεγάλα ποσοστά την Τρίτη, ιστορικοί και αναλυτές προσπάθησαν να θυμηθούν μια εποχή όπου περισσότερο από το ήμισυ της χώρας έχει δεχθεί τόσο πεισματικά χαμηλές απόψεις για τις κορυφαίες προσωπικότητες του Δημοκρατικού και του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. "Δεν υπάρχουν ανάλογες εκλογές στη σύγχρονη εποχή όπου οι δύο κορυφαίοι υποψήφιοι για το χρίσμα να είναι τόσο διχαστικοί και αδύναμοι", δήλωσε ο Στιβ Σμιντ, ένας κορυφαίος σύμβουλος για την εκστρατεία του Τζορτζ Μπους το 2004 και του Τζον ΜακΚέιν το 2008. "Δεν υπάρχει προηγούμενο για αυτό".

Οι επιβλητικές νίκες της Κλίντον στην αναποφάσιστες πολιτείες του Οχάιο, της Βόρειας Καρολίνας και της Φλόριντα φαίνεται να περιόρισαν την κάποτε ισχυρή πρόκληση του γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς. Και η κυριαρχία του Τραμπ στη Φλόριντα, τη Βόρεια Καρολίνα και το Ιλινόις έβγαλαν νοκ άουτ τον γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο και έφεραν τον Τραμπ ακόμα πιο κοντά στο χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων.

Αυτή θα ήταν η στιγμή, υπό κανονικές συνθήκες, που οι de facto υποψήφιοι, που βγήκαν νικητές από τις εσωκομματικές αψιμαχίες τους, θα καλούσαν ένα πρόθυμο εθνικό εκλογικό σώμα να αποφασίσει. Και στις επινίκιες ομιλίες τους, και οι δύο προσπάθησαν για το καλύτερο, κάνοντας ευρείες εκκλήσεις στους Αμερικανούς να ενωθούν υπό την αρχηγία τους. Αλλά ο Τραμπ έχει ταράξει πολλούς Αμερικανούς με την έντονη ρητορική του δεινότητα και τις ριζοσπαστικές του προτάσεις. Και η Κλίντον, ενώ θεωρείται ως πιο έμπειρο και σοβαρό πολιτικό πρόσωπο, έχει αγωνιστεί στην εκστρατεία της για να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αμερικανικού εκλογικού σώματος. Και είναι σχεδόν αδύνατο η χώρα να τους αντιμετωπίσει με μια νέα ματιά.

Η Αμερική έχει ζήσει με τον Τραμπ και την Κλίντον, αποκτώντας εξαιρετική οικειότητα εδώ και δεκαετίες, ασχολούμενη με τις διαμάχες τους, τα επιτεύγματα και τις αποτυχίες τους, τα συζυγικά τους προβλήματα, τις νίκες στη Γερουσία και τα φανταχτερά εγκαίνια σε ουρανοξύστες. Οι εντυπώσεις των ψηφοφόρων τους, με λίγες εξαιρέσεις, έχουν σε μεγάλο βαθμό σχηματιστεί και παγιωθεί. Σύμφωνα με την Gallup, το 53 τοις εκατό των Αμερικανών έχουν αρνητική άποψη για την Κλίντον και το 63 τοις εκατό έχει μια ανάλογη άποψη για τον Τραμπ. "Μιλάμε για δύο παγκοσμίως γνωστές προσωπικότητες εδώ" δήλωσε ο Ντέιβιντ Αξελροντ, υπεύθυνος στρατηγικής των Δημοκρατικών και πρώην σύμβουλος του Ομπάμα στον Λευκό Οίκο. "Η ισχυρή αίσθηση που παράγει ο καθένας τους είναι ασυνήθιστη".

Οι αρνητικές αντιλήψεις θα είναι δύσκολο να ξεπεραστούν. Λιγότεροι από τους μισούς Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους σε πέντε πολιτείες, την Τρίτη, δήλωσαν ότι ο Τραμπ ήταν ειλικρινής και αξιόπιστος. Ακόμα και στις πολιτείες όπου κέρδισε, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν τον θεωρεί ειλικρινή. Και ενώ η πλειοψηφία των Δημοκρατικών ψηφοφόρων θεωρεί την Κλίντον ως ειλικρινή και αξιόπιστη, τερμάτισε δεύτερη σε σχέση με τον Σάντερς μεταξύ εκείνων που είπαν ότι η ειλικρίνεια παίζει μεγαλύτερη σημασία στην απόφασή τους.

Αυτή η πραγματικότητα αναγκάζει τις εκστρατείες του Τραμπ και της Κλίντον να προετοιμαστούν για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο μεταξύ τους, μία απίθανα βάναυση δυναμική για δύο Νεοϋορκέζους των οποίων οι διαδρομές έχουν συναντηθεί, κατ' επανάληψη, για πολλά χρόνια - ακόμα και σε γάμους (Η Κλίντον και ο σύζυγός, ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, ήταν καλεσμένοι στον τρίτο γάμο του Τραμπ, το 2005).

Οι βοηθοί και των δύο προβλέπουν ότι μία αναμέτρηση Κλίντον-Τραμπ θα ήταν μία άσχημη και αδυσώπητη μάχη, καθώς αυτή επιτίθεται στις επιχειρηματικές πρακτικές του και στην προσωπική του ακεραιότητα, παρουσιάζοντάς τον ως αδίστακτο ληστο-αριστοκράτη, και αυτός την "κομματιάζει" για ηθικά θέματα και ξαφνικό πλουτισμό, παρουσιάζοντάς την ως ύπουλη καταχράστρια της εξουσίας που σίγουρα θα παραπεμφθεί σε ομοσπονδιακή έρευνα.

Υπάρχει, όπως παραδέχονται και οι δύο πλευρές, άφθονο υλικό, που μπορεί να βρουν ακόμα από το 1980 στο Αρκάνσας (για αυτήν) και το 1970 στη Νέα Υόρκη (για αυτόν). Οι ψηφοφόροι είναι εντυπωσιακά εξοικειωμένοι με τα τρωτά σημεία στα βιογραφικά και τις πολιτικές υποχρεώσεις των υποψηφίων και τις συνεντεύξεις, και εκφράζουν την αποδοκιμασία τους ζωηρά, γενικώς και αορίστως.

O 51χρονος Κεντ Μουρ, ένας Δημοκρατικός από το Charlotte, απεχθάνεται την Κλίντον. Αμφιβάλλει ακόμα και για τις βασικές αξίες της. "Δεν έχει καμία ηθική σταθερή" λέει. Αναφέρει τις αμαρτίες του παρελθόντος: ευνόησε συμφωνίες για ελεύθερο εμπόριο που αφάνισαν αμερικανικές θέσεις εργασίας, είπε, και υποστήριξε κρυφά τον πόλεμο του 2003 στο Ιράκ. Πώς, αναρωτιέται, θα μπορούσε να νικήσει τον Τραμπ με ένα τέτοιο παρελθόν; Ακόμη και εκείνοι που ψηφίζουν την Κλίντον έχουν αμφιβολίες. Η 31χρονη Ρενέ Γουάιτ, Δημοκρατική από το Youngstown, δεν είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι η Κλίντον νοιάζεται για ανθρώπους σαν κι αυτήν. "Πολλοί άνθρωποι", είπε, "απλά δεν την εμπιστεύονται καθόλου".

Οι απόψεις των Ρεπουμπλικάνων για τον Τραμπ είναι σχεδόν εξίσου σταθερές. Είναι "πολύ ωμός και αγενής" λέει ο 59χρονος Νικι Χεθ, ένας γραφίστας από το Columbus. Υποστηρίζει τον χαμηλών τόνων κυβερνήτη Τζον Κάσιτς. Η αποστροφή είναι τόσο ισχυρή που οι ψηφοφόροι λένε ότι μόνο μια ριζική μεταμόρφωση (ή μεταμόσχευση προσωπικότητας) θα μπορούσε να τους πείσει να ψηφίσουν τον Τραμπ. "Θα πρέπει να αλλάξει τελείως" δήλωσε ο Στιβ Ρότζερς, ένας μηχανικός στο Οχάιο.

Αυτές οι αμυδρές εκτιμήσεις δεν είναι απομονωμένες, γ' αυτό τόσο ο Τραμπ όσο και η Κλίντον φαίνεται να παρασύρουν τα κόμματά τους σε αχαρτογράφητα νερά. Αν οι υποψηφιότητές τους οριστικοποιηθούν, θα είναι η πρώτη φορά σε τουλάχιστον 25 χρόνια που η πλειοψηφία των Αμερικανών έχει αρνητικές απόψεις τόσο για τον Δημοκρατικό όσο και για τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο ταυτόχρονα. Το υψηλότερο ποσοστό απόρριψης για υποψήφιο ήταν το 57 τοις εκατό, για τον Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο, τον Οκτώβριο του 1992, μετά από μια δύσκολη πρώτη θητεία στο Λευκό Οίκο. Αλλά ο Δημοκρατικός αντίπαλός του, ο Κλίντον, είχε ευρεία αποδοχή: μόλις το 38 τοις εκατό τον έβλεπε αρνητικά, σύμφωνα με την Gallup.

Η αντιδημοτικότητα του Τραμπ και της Κλίντον ωθεί τους Ρεπουμπλικάνους και τους Δημοκρατικούς να κάνουν ασυνήθιστες σκέψεις για την κάλπη. Ο Λόουελ Γουέικερ, ο οποίος ζήτησε την χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία το 1980 και υπηρέτησε ως ανεξάρτητος κυβερνήτης του Κονέκτικατ στη δεκαετία του 1990, είπε ότι δεν εκτιμά ιδιαίτερα την Κλίντον. Αλλά απεχθάνεται ακόμα περισσότερο τον Τραμπ. "Δεν μου αρέσει" λέει, "αλλά είμαι βέβαιος ότι θα ψηφίσω αυτήν και όχι τον Τραμπ".

nytimes.com

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα