Extinction

Μετά το Attack on Titan 2, δεύτερη πανωλεθρία για την ομάδα των γιγάντων...

Το Extinction είναι μία από αυτές τις ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου –δυστυχώς- δε γίνεται να αποφευχθεί η συμπερίληψη της τιμής στην αξιολόγηση του τίτλου κι ας γνωρίζουμε ότι σε μερικούς μήνες το αντίτιμο μάλλον θα μειωθεί δραματικά. Βλέπετε, η Iron Galaxy θέλησε να τοποθετήσει την πρώτη μεγάλη της δημιουργία στα χωράφια των "ΑΑΑ" τίτλων, κάτι που αντικατοπτρίζεται

από την full-priced τιμή του. Το πρόβλημα είναι ότι η "ΑΑ" φύση του Extinction (αν θα μπορούσε να οριστεί και ως τέτοια ακόμα) είναι κάτι παραπάνω από έκδηλη σε όλους, ανεξαιρέτως, τους τομείς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι με διαφορετική τιμολόγηση θα άλλαζε άρδην η ποιοτική αξιολόγηση, δεδομένου ότι μιλάμε για έναν ελλιπή τίτλο, όμως, δε γίνεται παρά να είμαστε κατιτίς πιο αυστηροί όταν το πορτοφόλι μας θα ελαφρύνει αισθητά έπειτα από την απόκτηση του Extinction.

Η περιοριστική φύση του Extinction εμφανίζεται ήδη από την εισαγωγή, όταν θα πραγματοποιήσουν την ξαφνική τους επίθεση τα Ravenii, τέρατα δηλαδή, που θα μπορούσαν να ονομαστούν και orcs ή goblins, τα οποία έρχονται σε δύο μεγέθη, φυσιολογικού αναστήματος και γιγάντιων διαστάσεων. Έπειτα από τη λακωνική εισαγωγή θα μεταφερθούμε κατευθείαν στη μάχη, χειριζόμενοι τον Avil, τον οποίο τη μία στιγμή τον γνωρίζουμε ως κρατούμενο σε ορυχεία και την αμέσως επόμενη τον χειριζόμαστε με πανοπλία και χατζάρα, επιτρέποντάς μας να θερίσουμε με χαρακτηριστική ευκολία τα μικρότερα Ravenii.

Σε γενικές γραμμές το χτίσιμο του κόσμου όπου βρισκόμαστε είναι, πρακτικά, ανύπαρκτο, δίχως να γνωρίζουμε την ιστορία της διαμάχης με τα Ravenii (αν υπήρχε βέβαια τέτοια) και με τις πλέον αδιάφορες και σπαρτιατικές αναφορές πίσω από την αιχμαλωσία του πρωταγωνιστή και του λόγου που έχει υπεράνθρωπες ικανότητες στη μάχη. Το στήσιμο του Extinction θυμίζει μία άλλη εποχή, όπου την όποια ανάπτυξη του κόσμου για ένα παιχνίδι την μαθαίναμε από την περίληψη που υπήρχε στο οπισθόφυλλο της συσκευασίας.

Το μοναδικό θετικό στοιχείο που μπορεί να βρει κανείς στο σενάριο αφορά τις λιγοστές cutscenes, που δείχνουν σαν να προέρχονται από παλιά, καλά κυριακάτικα "παιδικά", με σχέδια φτιαγμένα στο χέρι. Εντούτοις, και αυτά είναι λίγα στον αριθμό και μικρής διάρκειας, μη μπορώντας να ανατρέψουν την κατάσταση του σεναρίου. Με την ιστορία να αδυνατεί να τραβήξει την προσοχή μας, το βάρος του campaign περνάει στην ποικιλία των objectives, τοποθεσιών και του gameplay, τρεις τομείς όπου η έννοια ποικιλία –και δεν θέλουμε να είμαστε σκωπτικοί- μόνο ως υπερβολή μπορεί να θεωρηθεί. Η random φύση των περιβαλλόντων σημαίνει ότι κάθε φορά εισερχόμαστε σε χώρους με τα πλέον απλοϊκά χτίσματα, απλωμένα αδιάφορα σε σημείο που το random στοιχείο παύει να έχει νόημα καθώς η εντύπωση που προκαλείται είναι πως βρισκόμαστε πάντοτε στον ίδιο ακριβώς χώρο (από το πρώτο επίπεδο έως το τελευταίο).

Τα objectives με τη σειρά τους δεν επωφελούνται ιδιαίτερα μέσα από τη δομή που έχουν οι gameplay μηχανισμοί. Το βασικότερο διαφημιστικό ατού του Extinction είναι η δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε τα γιγάντια Ravenii (κάτι βέβαια που έχουμε ξαναδεί στα Attack on Titan, για να μην αναφέρουμε άλλους, πιο επιφανείς τίτλους). Οι μάχες με αυτούς τους γίγαντεσ είναι υλοποιημένες σχετικά ικανοποιητικά, και πάλι όμως χωρίς να είναι σε θέση να κρατήσουν το ενδιαφέρον για πολύ.

Τα άκρα τους ενδείκνυνται για τεμαχισμό, καθώς, κόβοντας τα πόδια τους τα ακινητοποιούμε, ενώ με την απώλεια των χεριών χάνουν τη δυνατότητα επίθεσης. Ως κάποιους άλλους γνωστούς anime γίγαντες, βέβαια, τα άκρα τους αναζωογονούνται μετά από μερικά δευτερόλεπτα, με την πλήρη εξολόθρευση των γιγάντων να εντοπίζεται στο καλοζυγισμένο κόψιμο του κεφαλιού (στοχεύοντας πάντα στον σβέρκο, όπως συμβαίνει σε ένα άλλο anime…). Προκειμένου όμως να έχουμε τη δυνατότητα να φέρουμε εις πέρας το θανατηφόρο χτύπημα, πρέπει να έχουμε πρώτα πλήρως γεμάτη την ανάλογη μπάρα ενέργειας. Για να αποκτήσουμε αρκετή ενέργεια, απαιτείται να σώζουμε τους κατοίκους του βασιλείου (τηλεμεταφέροντάς τους), να σκοτώνουμε τα μικρότερα Ravenii ή να ακρωτηριάζουμε τους γίγαντες.

Αυτός ο μηχανισμός έρχεται κατάλληλα για να αυξήσει τη δυσκολία, καθώς σε διαφορετική περίπτωση η εκτέλεση των γιγάντων θα ήταν η πλέον διαδικαστική υπόθεση. Ο λόγος είναι πως ο Avil είναι ένας ιδιαίτερα ικανός μαχητής, με υπεράνθρωπες δυνάμεις, που του επιτρέπουν να ίπταται αλλά και να περπατάει σε κάθετες επιφάνειες, κάτι που σημαίνει πως μπορούμε να σκαρφαλώνουμε εν ριπή οφθαλμού στην πλάτη των γιγάντων.

Ο έτερος βαθμός εμβάθυνσης που επιχειρεί να μπει στην αντιμετώπιση των γιγάντων αφορά στις πανοπλίες που φέρουν πολλοί εξ αυτών, διαφορετικής ισχύος, οι περισσότερες εκ των οποίων καταστρέφονται απλά όταν σπάσουμε το εκάστοτε λουκέτο που τις κρατάει ασφαλισμένες. Κάπου εδώ κλείνει και το εύρος του συστήματος μάχης. Αν και αυτές οι μάχες αποτελούν το selling point του τίτλου, η αλήθεια είναι ότι όταν εξολοθρεύσετε 2-3 γίγαντες στο παιχνίδι, θα έχετε ουσιαστικά δει και το σύνολο της δράσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι αφού ολοκληρώσαμε τα τρία πρώτα επίπεδα (στη μισή ώρα μάξιμουμ) νοιώσαμε έπειτα ότι απλά εισερχόμασταν στην επανάληψη αυτών, με απλές αυξομειώσεις των ίδιων εχθρών και γιγάντων, με τους τελευταίους να αλλάζουν απλά με τυχαίο τρόπο τις πανοπλίες τους.

Ειδικά οι μάχες με τα μικρότερα Ravenii είναι παντελώς διεκπαιρεωτικές αλλά και ενδεικτικές της ελλιπούς προσοχής που τους δόθηκε. Παρόλο που υπάρχει ένα σύστημα combos πολλαπλών χτυπημάτων, που δύναται να εμπλουτισθεί ξοδεύοντας xp, τελικά φαντάζει παντελώς παράταιρο δεδομένου ότι η ανεξάντλητη ισχυρή κίνηση του Avil (που έχουμε από το πρώτο δευτερόλεπτο) μπορεί να εξολοθρεύσει με ένα χτύπημα εχθρούς που ειδάλλως θέλουν πέντε σπαθιές μέσω ενός combo.

Το άκρως επαναλαμβανόμενο σύστημα μάχης συνοδεύεται και από την ανύπαρκτη ποικιλία στα objectives. Η ίδια η Iron Galaxy φαίνεται ότι γνώριζε την έλλειψη οποιασδήποτε ποικιλίας καθώς ήδη στα αρχικά στάδια του παιχνιδιού πολλές αποστολές παράγουν με τυχαίο τρόπο τα objectives (η ποικιλία των οποίων μετριέται στα δάχτυλα) κάτι που κατ’ επέκταση αποτελεί σημάδι του πόσο αποκομμένες είναι από το όποιο σεναριακό υπόβαθρο μπορεί να υπάρχει πίσω από αυτές. Η γενικότερη απουσία ικανού υλικού για να κρατήσει το ενδιαφέρον παραπάνω από μισή ώρα δημιουργεί την εντύπωση πως το Extinction θα βρισκόταν στο στοιχείο του αν προοριζόταν για τις καμπίνες των ουφάδικων. Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, η Iron Galaxy ζητάει το πλήρες αντίτιμο για μία εμπειρία που ό,τι έχει να πει το λέει στο πρώτο μισάωρο...

To review βασίστηκε στην PC έκδοση του παιχνιδιού.

pcps4xbox one
Keywords
Τυχαία Θέματα