Πού μας πάτε, κύριοι;

ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

«Ή αλλάζουμε, ή βουλιάζουμε», «εντολή να τα αλλάξουμε όλα», και βέβαια η μήτρα όλων, η «Αλλαγή» του 1981. Τα τελευταία 30 χρόνια, όταν πια το κοινοβουλευτικό πολίτευμα σταθεροποιήθηκε, οι ελληνικές κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως κομματικής συνθέσεως, έχουν χρησιμοποιήσει κατά κόρον στην πολιτική τους επικοινωνία τον όρο «αλλαγή», ως κοινωνική επιταγή και ως εθνική ανάγκη. Η μομφή που τους αποδίδεται συνήθως είναι ότι παραβίασαν αυτήν τους τη δέσμευση, ότι δεν άλλαξαν τίποτα επί της ουσίας, αλλά αντίθετα παρέμειναν στάσιμες οι συνθήκες στην ελληνική κοινωνία. Το ελκυστικό,

όμως, του όρου της «αλλαγής» είναι η ουσιαστική και αξιολογική ουδετερότητά της. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρήσει κανείς ότι η αλλαγή που έχει ο πολίτης στο μυαλό του είναι εκείνη που έχει και το κόμμα, ή έστω ότι αυτή η αλλαγή θα είναι προς τη «θετική» και όχι την «αρνητική» κατεύθυνση (και ποιος, άραγε, μπορεί να αξιολογήσει μία αλλαγή, αν όχι ο καθένας ατομικά με βάση τα προσωπικά του κριτήρια;).
Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με τον ισχυρισμό ότι μία μεγάλης κλίμακας μεταβολή της ελληνικής πραγματικότητας έλαβε χώρα τα τελευταία δύο χρόνια. Αρνητική αλλαγή, η μεγάλη πλειοψηφία θα συμπλήρωνε. Ο Γιώργος προχώρησε, όπως τον προέτρεπαν, και τα άλλαξε όλα, μόνο που δεν είχε διευκρινιστεί επαρκώς εκ των προτέρων το περιεχόμενο της αλλαγής και οι ίδιοι οι ψηφοφόροι του βρέθηκαν προ εκπλήξεως. Μήπως, όμως, αυτή η αναμορφωτική, μεταρρυθμιστική τάση, αυτονομημένη από τις πολιτικές προβολές της, απολυτοποιημένη στη συνείδηση του συλλογικού φαντασιακού, αποτέλεσε ένα κοινωνικό στερεότυπο, με τη διεμβολή ίσως ηγεμονικών μηχανισμών διαμόρφωσης κοινωνικών σταθερών, άφευκτη συνέπεια του οποίου είναι η σημερινή κατάληξη; Μήπως αυτή η φαινομενική ουδετερότητα της αλλαγής έχει τελικά πρόσημο, που δεν είναι άλλο από τη διαρκή ευελιξία της εμπορικότητας; Και μήπως η διείσδυση της εμπορευματοποίησης σε κάθε έκφανση του ανθρώπινου βίου αλλά και της ζωής του πλανήτη είναι η ρίζα του προβλήματος στην Ελλάδα και αλλού; Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η εμπορευματοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού ή της εργασίας, ως προέκτασης της ανθρώπινης προσωπικότητας ή του φυσικού πλούτου, είναι βασική μνημονιακή μας δέσμευση;
Ο Μαρξ διαχώριζε τον στόχο του από τον φιλοσοφικό εκείνο της ερμηνείας του κόσμου, ταυτίζοντάς τον με την αλλαγή του κόσμου. Αλλαγή συγκεκριμένη και αναλυθείσα μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. Πώς είναι δυνατή, όμως, η αλλαγή του κόσμου χωρίς μία ορθή κατ’ αποτέλεσμα ερμηνεία; Και ποιο κριτήριο για την ερμηνεία μπορεί να είναι ορθότερο από την αντοχή στον χρόνο και την παραγωγή του πολιτισμού; Παράδοση και αλλαγή έρχονται εκ των πραγμάτων αντιμέτωπες, πλην όμως σε διαλεκτική σχέση, όχι απαραιτήτως διαζευκτική αλλά και γονιμοποιητική. Ο σεβασμός και η βαθιά γνώση του παραδεδομένου είναι αναγκαία προϋπόθεση για να τελεσφορήσει η αλλαγή. Αντίθετα, η άγνοιά του είναι οδηγός αλλοτρίωσης και «επαναπρογραμματισμού» με βάση τις βίαιες πνοές του αγοραίου ανέμου. Ίσ
Keywords
Τυχαία Θέματα