Παιδιά ενός κατώτερου θεού «Δάσκαλε θα το αφήσω το σχολείο…», του Χρήστου Κυργιάκη

Παιδιά ενός κατώτερου θεού
«Δάσκαλε θα το αφήσω το σχολείο…»
Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη

Χειμώνας του 2007, σε ένα μικρό νησί των Δωδεκανήσων, κάποιος μαθητής της τρίτης γυμνασίου, ας τον πούμε Σάββα, αν και δεν έχει σημασία το πραγματικό του όνομα, περιμένει στην αυλή του δημοτικού σχολείου τού απομακρυσμένου χωριού του, τον καθηγητή του για να του κάνει μάθημα στα πλαίσια της τότε ενισχυτικής διδασκαλίας.
Ήταν έξυπνο παιδί ο Σάββας. Τα μάτια του σπινθηροβολούσαν κάθε που άκουγε κάτι καινούριο και

κάθε που μιλούσε για τη θάλασσα. Τα ίδια μάτια βούρκωναν, όταν τύχαινε, πολύ σπάνια, να μιλάει για τον πατέρα του.
Τον είχε χάσει το προηγούμενο καλοκαίρι σε ατύχημα την ώρα που ψάρευε. Μια απροσεξία, ένας λανθασμένος υπολογισμός, η ανάγκη για μεγάλη ψαριά, καθώς ήταν μεγάλη και η οικογένεια που έσερνε πίσω του, ήταν αρκετά για να συμβεί το ατύχημα.
Ο Σάββας ήταν ο μεγαλύτερος από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Η μητέρα του αναγκάστηκε να δουλεύει από δω κι από κει, όπου έβρισκε για να τα φέρει βόλτα.
Την έβλεπε ο Σάββας και δεν το άντεχε.
«Δάσκαλε, θα το αφήσω το σχολείο», έλεγε συχνά. «Πρέπει να δουλέψω. Δεν ημπορώ να βλέπω τη μάνα μου να παιδεύεται. Αν ζούσε ο πατέρας μου θα πήγαινα και στο λύκειο για να σπουδάσω γιατρός που δεν έχουμε στο νησί»
«Και τι δουλειά θα βρεις να κάνεις χωρίς γράμματα, χωρίς ένα χαρτί στα χέρια σου;» του απαντούσε ο δάσκαλος.
«Ψαράς, σαν τον πατέρα μου, ή οτιδήποτες άλλο».
«Κοίτα που θέλει ο κώλος του να γίνει και γιατρός!» τον περιγέλασε κάποτε ένας γείτονας σαν άκουσε το Σάββα να λέει στο φίλο του το κρυφό όνειρό του. Μαχαιριά! Μα ο μικρός είχε μεγάλη καρδιά και του χαμογέλασε…
Ο Σάββας τελείωσε το γυμνάσιο, μα δεν συνέχισε στο λύκειο. Δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να κυνηγήσει το όνειρό του. Καμία Συντεταγμένη Πολιτεία και καμία Συντεταγμένη Κοινωνία δεν αγάπησε το Σάββα!

Χειμώνας του 2008, σε μια πόλη της Θράκης, κάποιος μαθητής της δευτέρας γυμνασίου, ας τον πούμε Μουράτ, αν και δεν έχει σημασία το πραγματικό του όνομα, κάθεται μόνος σε μια γωνιά στο προαύλιο του σχολείου του. Άργησε να έρθει την πρώτη ώρα και έτσι περίμενε απ’ έξω.
«Γιατί είσαι έξω Μουράτ;» τον ρώτησε ο δάσκαλος, «Πάλι άργησες να ξυπνήσεις;».
«Όχι εγώ δάσκαλε, ο αδερφός μου δεν ξυπνούσε και έπρεπε να τον πάω στο νηπιαγωγείο»
«Οι γονείς σου;»
«Φεύγουν πρωί για τη δουλειά και τον ετοιμάζω εγώ. Όμως και πάλι, δεν ήθελα να μπω την πρώτη ώρα. Έχουμε Νέα Ελληνικά και δεν τα καταφέρνω. Δυσκολεύομαι να γράψω. Και πού θα μου χρειαστεί δάσκαλε να ξέρω να γράφω; Εγώ μηχανικός στα αυτοκίνητα θα γίνω»
«Αυτό θέλεις;»
«Όχι δάσκαλε. Αρχιτέκτονας για σπίτια θέλω, μα μηχανικός στα αυτοκίνητα θα γίνω».
«Να πάει στο νυχτερινό, για να πάρει το απολυτήριο γυμνασίου. Φρενάρει όλο το τμήμα. Να μην πάνε πίσω και οι καλοί μαθητές!» ήταν η παρότρυνση των εκπροσώπων της Συντεταγμένης Πολιτείας της Συντεταγμένης Κοινωνίας και της Συντεταγμένης Εκπαιδευτική

Keywords
Τυχαία Θέματα