Έκθεση των «σοφών» της ΤτΕ: Δεν υπάρχουν αρκετά Κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της οικονομίας

Αν και η πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών κάλυψε τις τρέχουσες εποπτικές απαιτήσεις, αλλά και τις απαιτήσεις των παραγόντων της αγοράς, δημιουργώντας ένα σημαντικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας, παρ' όλα αυτά δεν είναι αρκετή για να επανεκκινήσει την δανειοδότηση της οικονομίας, συμπεραίνει στο 43ο Οικονομικό Δελτίο της η Τράπεζα της Ελλάδος.

Αν και η κεφαλαιακή ενίσχυση αποτελεί αναγκαία συνθήκη για

την χρηματοδότηση της οικονομίας, απαραίτητη είναι επίσης η αντιμετώπιση ορισμένων βασικών πηγών αβεβαιότητας που αποτελούν δυνητικά ανασχετικό παράγοντα για τη σταθεροποίηση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών, αναφέρει χαρακτηριστικά η ανάλυση. Τέτοιες είναι το ενδεχόμενο μεταβολών στις απαιτήσεις του θεσμικού πλαισίου, ο κίνδυνος αναποτελεσματικής διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η ανάγκη περαιτέρω αναδιάρθρωσης των τραπεζών.

Για να καταστεί λοιπόν μια ανακεφαλαιοποίηση επιτυχής και να μπορέσει να δώσει ώθηση στην οικονομία, η ανάλυση της ΤτΕ ξεχωρίζει οκτώ παράγοντες:

(α) Το µέγεθος της ανακεφαλαιοποίησης

Τα κεφάλαια αυτά πρέπει να καλύπτουν (i) τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις, (ii) τις αβεβαιότητες του θεσµικού πλαισίου και (iii) τις αβεβαιότητες του µακροοικονοµικού περιβάλλοντος. Με άλλα λόγια, το ύψος της ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να δηµιουργήσει ένα απόθεµα κεφαλαίων (capital buffer) ικανό να καλύψει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που θέτει το εκάστοτε θεσµικό πλαίσιο, τους µελλοντικούς δείκτες που ενδεχοµένως θα απαιτηθούν, καθώς και την επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων του ισολογισµού από πιέσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος. Όσο µεγαλύτερο είναι το υφιστάµενο απόθεµα κεφαλαίων, τόσο µεγαλύτερη είναι η επέκταση της δανειοδότησης, καθώς αντιστρέφονται τα αντικίνητρα που δηµιουργούνται από το πρόβληµα του υπερδανεισµού. Αντίθετα, αν τα εισφερθέντα κεφάλαια δεν καλύπτουν τις παραπάνω απαιτήσεις, τότε η συµβολή στην πιστωτική επέκταση είναι µικρή ή και µηδενική, καθώς οι τράπεζες ενδιαφέρονται πρωτίστως για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης παρά για τη χρηµατοδότηση της οικονοµίας.

(β) Το µέγεθος των ανακεφαλαιοποιηµένων τραπεζών

Το µέγεθος των τραπεζών που συµµετέχουν σε πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης επηρεάζει σε σηµαντικό βαθµό τη δανειοδοτική τους συµπεριφορά, χωρίς όµως να είναι δυνατόν να
υπολογιστεί εκ των προτέρων η επίδραση. Οι µεγάλες τράπεζες απολαµβάνουν οικονοµίες κλίµακας και έχουν µεγαλύτερες δυνατότητες παρακολούθησης και διαχείρισης των
δανείων, αλλά συνήθως ακολουθούν διαδικασίες δανεισµού µε βάση τις συναλλαγές της επιχείρησης (transactional lending), που είναι ευάλωτες στις µεταβολές του εξωτερικού
περιβάλλοντος. Οι µικρές τράπεζες έχουν µικρότερες δυνατότητες παρακολούθησης, αλλά βασίζονται σε διαδικασίες δανεισµού µε βάση ήδη δοµηµένες σχέσεις (relationship
lending), που αποδεικνύονται πιο ανθεκτικές σε µια κρίση.

(γ) Τα εργαλεία ανακεφαλαιοποίησης

Τα χρηµατοοικονοµικά µέσα που χρησιµοποιούνται σε ένα πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να έχουν την υψηλότερη δυνατή ικανότητα απορρόφησης ζηµιών. Υπό αυτό το πρίσµα, οι κοινές µετοχές (Core Tier 1) είναι το βέλτιστο µέσο, αλλά και το πιο ακριβό. Σε πολλές περιπτώσεις προτιµώνται µέσα µε µικρότερη δυνατότητα απορρόφησης ζηµιών (Additional Tier 1 ή/και Tier 2), καθώς ενέχουν µικρότερο κόστος.

(δ) Η ταχύτητα της αντίδρασης

Η αποµείωση της αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου σε µια τράπεζα πρέπει να αναγνωριστεί και να αποτυπωθεί στον ισολογισµό µε ολική ή µερική διαγραφή της αξίας. Ωστόσο, τα κίνητρα για διαγραφή δεν είναι ισχυρά τόσο από την πλευρά του λογιστικού πλαισίου όσο και από την πλευρά των µετόχων, γεγονός που καθυστερεί την αποτύπωση της πραγµατικής εικόνας και περιορίζει τη διαφάνεια ενός προγράµµατος ανακεφαλαιοποίησης. Αν και η ταχύτητα αντίδρασης είναι πρωτίστως θέµα πολιτικής βούλησης, η αναλυτική καταγραφή των χαρτοφυλακίων των τραπεζών πριν από την υλοποίηση ενός προγράµµατος διάσωσης βοηθά στην άρση πολλών αντιρρήσεων.

(ε) Η επαναδιαπραγµάτευση των συµβολαίων

Στην περίπτωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, είναι κρίσιµης σηµασίας το αν οι κυβερνήσεις έχουν να αντιµετωπίσουν τέλεια ή ατελή δανειακά συµβόλαια. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τα καταθετικά συµβόλαια είναι ατελή, καθώς δεν επιτρέπουν την αναδιάρθρωση του ονοµαστικού κεφαλαίου. Το γεγονός αυτό επηρεάζει το ύψος και τους όρους της ανακεφαλαιοποίησης και ταυτόχρονα περιορίζει την πειθαρχία στις δανειοδοτικές αποφάσεις που λαµβάνουν οι τράπεζες.

(στ) Η επιλογή των τραπεζών

Η συµµετοχή µιας τράπεζας σε ένα πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης µπορεί να είναι υποχρεωτική ή εθελοντική. Στην πρώτη περίπτωση αποφεύγεται η αρνητική δηµοσιότητα (stigma effect), ενώ στη δεύτερη περίπτωση δηµιουργούνται κίνητρα δυσµενούς επιλογής (adverse selection), αφού µόνο οι χειρότερες τράπεζες αναµένεται να συµµετάσχουν στο πρόγραµµα, και ανέξοδης εκµετάλλευσης (free rider), αφού οι µη συµµετέχουσες τράπεζες µπορούν να επωφεληθούν από τη σταθερότητα που προκύπτει.

(ζ) Τα κίνητρα που τίθενται

Ένα πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης µπορεί να θέσει διάφορα κίνητρα που επηρεάζουν τη συµπεριφορά των τραπεζών, µε κυριότερα: (α) την επίτευξη συγκεκριµένων στόχων στα δάνεια, (β) τη λειτουργική αναδιάρθρωση των τραπεζών και (γ) τον περιορισµό των υπερβολικών αποδοχών των διοικούντων.

(η) Η επίλυση του προβλήµατος των µη εξυπηρετούµενων δανείων (NPLs)

Η επίλυση του προβλήµατος των NPLs είναι θεµελιώδους σηµασίας σε ένα πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης. Αν οι τράπεζες απαλλαγούν από το προβληµατικό χαρτοφυλάκιο, µπορούν ευκολότερα να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις δραστηριότητές τους και να εκπληρώσουν τις λειτουργίες της χρηµατοπιστωτικής διαµεσολάβησης. Πρώτον, δεν χρειάζεται να αφιερώσουν πόρους στη διαχείριση των NPLs, οι οποίοι µπορούν να στραφούν σε πιο παραγωγικές δραστηριότητες, και δεύτερον, περιορίζεται η αβεβαιότητα σχετικά µε την αξία των NPLs, καθώς αυξάνεται η διαφάνεια του ισολογισµού. Έτσι αµβλύνονται τα ερωτηµατικά για την ευρωστία µιας τράπεζας και διευκολύνεται η πρόσβασή της στις χρηµαταγορές και κεφαλαιαγορές. Συνεπώς, ένα πρόγραµµα ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να παρέχει σαφή κίνητρα ανάδειξης και αποτελεσµατικής διαχείρισης των NPLs.

«Τείνει να γίνει ευρέως αποδεκτό ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών πρέπει πρώτα να σταθεροποιήσει την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών, ως προϋπόθεση για να µπορέσουν στη συνέχεια τα τραπεζικά ιδρύµατα να ξαναρχίσουν το δανεισµό» αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση, η οποία πάντως τονίζει ότι θετικές συνέργειες προς αυτή την κατεύθυνση θα
έχει και η αποκατάσταση και οµαλοποίηση των πηγών χρηµατοδότησης των τραπεζών.

«Όσο γρηγορότερα υλοποιηθούν τα παραπάνω, τόσο γρηγορότερα αναµένεται να ξεκινήσει η χρηµατοδότηση της οικονοµίας» καταλήγει.

Keywords
Τυχαία Θέματα