Cult of the Lamb | Review

Τα έχουμε ξαναγράψει αλλά ας το ξαναπούμε: τα roguelikes είναι ένα δύσκολο είδος, παρά τους -φαινομενικά- απλούς και εύπεπτους κανόνες που το χαρακτηρίζουν. Είναι μεγάλη η απαίτηση από οποιονδήποτε επίδοξο δημιουργό να μας πείσει να εισέλθουμε σε έναν ακόμα κόσμο τύπου Groundhog Day. Αυτό σημαίνει ότι τα βασικά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν το είδος, είναι ακόμα πιο επιτακτικό να προσφέρουν κάποια ιδιαιτερότητα ή έστω να έχουν δουλευτεί στο έπακρο σε σχέση με άλλα είδη. Παρά τον τεράστιο κορεσμό των roguelikes στην

indie σκηνή (ακριβώς λόγω της παρανόησης ότι προσφέρει ευκολίες στην ανάπτυξή του) είναι ταυτόχρονα ενδιαφέρον να βλέπουμε ορισμένους ταλαντούχους δημιουργούς να προσπερνούν αυτόν τον κορεσμό χάρη σε πραγματικά φρέσκιες ιδέες που είναι σε θέση να διευρύνουν τα όρια των roguelikes.

Κάπως έτσι το εξαιρετικό Hades έφερε στο προσκήνιο το χτίσιμο του σεναρίου και -ιδίως- των χαρακτήρων στη συνταγή των roguelike, το Slay the Spire ενσωμάτωσε ιδανικά και απόλυτα εθιστικά το card based gameplay και το Into the Breach κινήθηκε με ευφυέστατο τρόπο σε puzzle φιλοσοφίας μονοπάτια στις roguelike επιταγές.

Το Cult of the Lamb έρχεται με τη σειρά του ως μία νέα roguelike προσπάθεια, που επιχειρεί να βάλει το δικό της λιθαράκι στον εμπλουτισμό του είδους. Αυτό το καταφέρνει εναλλάσσοντας τα κομμάτια της δράσης με αυτά της σχετικά εκτενούς διαχείρισης της βάσης. Όχι μόνο αποδίδει αυτό το δέσιμο με μεγάλη ομαλότητα, αλλά επίσης το ντύνει με πραγματικά έξυπνο και χιουμοριστικό τρόπο, αξιοποιώντας τη θεματική της δημιουργίας και ισχυροποίησης μίας θρησκευτικής, αποκρυφιστικής οργάνωσης.

Σε αυτόν το φανταστικό, βουκολικό κόσμο, κατοικούμενο από ανθρωπόμορφα ζώα, η εισαγωγή μάς μεταφέρει στην πορεία ενός προβάτου επί σφαγής. Λίγο πριν θυσιαστεί, προς όφελος τεσσάρων θεϊκών οντοτήτων, θα αποκτήσει ξαφνικά τεράστια δύναμη μέσω μίας πέμπτης θεότητας, της λεγόμενης ως “Ο Ένας Που Περιμένει” (The One Who Waits). Αυτή η εξορισμένη και φυλακισμένη θεότητα αποφασίζει να διοχετεύσει την ισχύ της στο πρόβατο, καθιστώντας το ως το υποχείριό της, που θα έχει ως στόχο την εξολόθρευση των υπολοίπων θεών.

Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν μιλάμε για πάλη μεταξύ καλών και κακών δυνάμεων, καθώς και οι πέντε θεότητες θα μπορούσαν κάλλιστα να ταυτίζονται με τις απόψεις του Μεγάλου Παλαιού. Ο πρωταγωνιστής, στο πρόσωπο του προβάτου, θα έχει ως στόχο να επαναφέρει τη δόξα της απομακρυσμένης θεότητας, προσηλυτίζοντας δεκάδες άλλα ανθρωπόμορφα ζώα στη λεγόμενη “Αίρεση του Προβάτου” ώστε να το ισχυροποιήσουν μέσω της πίστης τους. Τα χαρούμενα και έντονα χρώματα που κοσμούν το περιβάλλον του παιχνιδιού και ιδίως της βάσης μας, σε συνδυασμό με τα σχεδόν πάντα χαμογελαστά πρόσωπα των ακολούθων μας, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την όχι και τόσο φιλεύσπλαχνη φύση της θρησκείας που πρεσβεύουμε.

Με αυτόν τον τρόπο απεικονίζεται μία ειδυλλιακή εικόνα, παραπλήσια με αυτήν που είδαμε στα όμορφα τοπία των The Wicker Man και Midsommar όπου οι χαρωποί λάτρεις των παγανιστικών θρησκειών είχαν, ηθελημένα ή μη, παρωπίδες προς τις διάφορες φρικαλέες τελετές. Φυσικά όλο αυτό το σκηνικό αποδίδεται εδώ μέσα από έντονες δόσεις μαύρου χιούμορ, δίχως ποτέ να πατάει σε πραγματικά σκοτεινά μονοπάτια.

Η Massive Monster αξίζει τα εύσημα για τον ιδανικό συγκερασμό των gameplay μηχανισμών με τη συγκεκριμένη θεματική. Σε αντίθεση με πληθώρα από roguelikes, εδώ το gameplay δείχνει να έχει μοιραστεί σε ποσοστό 60-40 και ορισμένες φορές ίσως και 50-50 μεταξύ της δράσης και της διαχείρισης της βάσης μας. Για όσους “τρομάζουν” στο άκουσμα “διαχείριση βάσης” να τονίσουμε ότι το Cult of the Lamb δεν προχωράει ποτέ σε hardcore μονοπάτια ενός survival παιχνιδιού, αλλά, αντιθέτως, έχει ακριβώς το απαραίτητο εύρος επιλογών ώστε και να υπάρχει νόημα να κάνουμε προσεκτικές κινήσεις στις εργασίες που θα εκτελέσουμε στη βάση αλλά και να μην κατακλυζόμαστε από επιλογές και micromanagement.

Υπάρχει μία καλοδεχούμενη εγκράτεια στο θέμα του base building, καθώς σε μία αντίθετη περίπτωση, όπου θα έδινε μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη της βάσης, θα επισκίαζε πλήρως το κομμάτι της δράσης και μάλλον θα έφτανε σε σημείο να χάσει την ταυτότητα του roguelike, το είδος δηλαδή όπου υπάγεται πρωτίστως.

Κατά τις εξορμήσεις μας στους τέσσερις διαφορετικούς κόσμους των εχθρικών θεών θα ερχόμαστε συχνά απέναντι από φυλακισμένα ανθρωπόμορφα ζώα, τα οποία θα μπορέσουμε να ελευθερώσουμε και να προσηλυτίσουμε στη θρησκεία μας. Με αυτόν τον τρόπο προσθέτουμε στη βάση μας εργατικό δυναμικό, το οποίο γίνεται να τοποθετήσουμε σε διάφορα καθήκοντα, όπως υλοτομία, εξόρυξη πετρωμάτων, φροντίδα κήπου ή αλλιώς μπορούμε να τους αναθέσουμε να λατρεύουν αποκλειστικά το τεράστιο πέτρινο είδωλο προβάτου που δεσπόζει στο κέντρο της βάσης μας.

Αυτή η λατρεία λειτουργεί ουσιαστικά ως τα experience points της βάσης μας. Με κάθε νέο level μπορούμε να ξεκλειδώσουμε νέα κτήρια, που διευκολύνουν τη ζωή μας ή μας δίνουν πρόσβαση σε νέες ικανότητες, όπως η αποστολή πιστών σε αποστολές εύρεσης πρώτων υλών. Παρά το γεγονός ότι οι ακόλουθοι θα έδιναν με ευκολία τη ζωή τους για το ιερό πρόβατο και πάλι θα πρέπει να τους παρέχουμε κάποια σχετική φροντίδα ώστε να μείνουν ευχαριστημένοι και να μην έχουν δεύτερες σκέψεις για την πίστη τους. Τα στομάχια τους θα πρέπει να είναι γεμάτα, τα καταλύματα να είναι σχετικά βολικά ενώ επίσης θα πρέπει να υπάρχουν και κάποιες στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής (τουτέστιν, να υπάρχει κάποιος υπεύθυνος για να καθαρίζει τα κόπρανα και τον εμετό, ένα συχνό φαινόμενο όταν, λόγου χάρη, κάποιος ακόλουθός μας έχει πεθάνει και δεν έχουμε ακόμα θάψει το πτώμα του, αφήνοντάς το σε κοινή θέα). Εάν δεν προσέξουμε, τότε ίσως ορισμένοι πιστοί αποφασίσουν να αμφισβητήσουν τη θρησκεία μας, έχοντας το θράσος να βάζουν δεύτερες σκέψεις στους υπόλοιπους πιστούς.

Κάπου εκεί μπορεί αν θέλει κάποιος πιο φιλειρηνικός ηγέτης να τους φυλακίσει και κάθε μέρα να τους… πλένει τον εγκέφαλο ώστε να ξαναγίνουν βασιλικότεροι του βασιλέως. Διαφορετικά, υπάρχει πάντα η επιλογή να θυσιάσουμε αυτούς τους απίστους στο όνομα του θεού ή να τους “συγχωρήσουμε” εξυψώνοντάς τους στα ουράνια βασίλεια (όπου η εμφάνιση αιματηρών κηλίδων μάλλον μαρτυρά τι πραγματικά συνέβη). Έχει δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην ποικιλία των τελετουργιών που μπορούμε να εκτελέσουμε στο ποίμνιό μας, πατώντας με ωραίο τρόπο στη συγκεκριμένη θεματολογία ώστε και να είναι ευχάριστα χιουμοριστική στην απεικόνισή τους (πάντα στα πλαίσια του μαύρου χιούμορ) αλλά και ουσιαστικά στο θέμα του gameplay.

Τη διαχείριση της βάσης συνοδεύουν κατάλληλα διάφορες εξτρά ειρηνικές τοποθεσίες, κατοικούμενες από κάθε λογής όντα, που συχνά μάς δίνουν διάφορα side quests. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι αυτά τα ζητούμενα θα μπορούσαν να έχουν λίγο μεγαλύτερη φαντασία, δεδομένου ότι καταλήγουν κυρίως σε fetch quests.

Φυσικά, το κομμάτι της διαχείρισης της βάσης δεν είναι παρά το μισό μέρος του συνόλου. Έτερο και εξίσου σημαντικό τμήμα αποτελεί βέβαια αυτό της δράσης. Η ισομετρική προοπτική και τα αυτόνομα δωμάτια που απαρτίζουν κάθε χάρτη παραπέμπουν άμεσα στη δομή του Binding of Isaac, με το Cult of the Lamb να είναι φανερά εμπνευσμένο από τον συγκεκριμένο, σημαντικότατο σταθμό της αναγέννησης του είδους. Ο χαρακτήρας μας οπλίζεται στην αρχή κάθε εξόρμησης με ένα τυχαίο melee όπλο καθώς και μία μαγεία, ανάμεσα από μία σχετικά καλή ποικιλία εξοπλισμού, που ωστόσο δεν κρύβει εκπλήξεις. Οι συνήθεις ύποπτοι σπαθιών, μαχαιριών, τσεκουριών και σφυριών βρίσκονται εδώ, κάθε ένα με τα δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά ταχύτητας και μήκους, ώστε οι διαφορετικές κλάσεις όπλων να παρουσιάζουν τα δικά τους προτερήματα και μειονεκτήματα.

Όπως μάλλον γίνεται κατανοητό, το τμήμα του εξοπλισμού δεν προσφέρει κάτι εξωπραγματικό, κάτι που ισχύει και για τις μαγείες, που παρουσιάζουν τις προβλέψιμες AOE και ranged επιθέσεις. Ως αμυντικό εργαλείο έχουμε το πατροπαράδοτο και εύχρηστο dodge, ενώ το σύστημα μάχης ολοκληρώνουν διάφορα random βοηθήματα που βρίσκουμε κατά την πορεία μας προς το τελικό boss του εκάστοτε κόσμου. Αυτά τα βοηθήματα έρχονται συνήθως με τη μορφή tarot καρτών, που προσφέρουν σημαντικά buffs, μόνιμα για τη διάρκεια της εξόρμησής μας.

Εξυπακούεται ότι η περιπέτεια ακολουθεί πιστά τους κανόνες των roguelikes (ή roguelites αν μας διαβάζουν “πιουρίστες” του είδους) κάτι που σημαίνει ότι όποτε χάνουμε, επιστρέφουμε στο κεντρικό hub και η πρόοδός μας στο συγκεκριμένο επίπεδο ξεκινάει από το μηδέν, αν και αυτό δομείται πάντα με random εχθρούς, υποπεριοχές και αντικείμενα. Όπως προείπαμε, υπάρχουν συνολικά τέσσερις εχθρικοί θεοί, κάθε ένας εκ των οποίων κυριαρχεί σε έναν ξεχωριστό κόσμο με το δικό του εικαστικό ντύσιμο και είδη εχθρών. Συνολικά θα πρέπει να νικήσουμε τέσσερα mini bosses προτού επιστρέψουμε για να αντιμετωπίσουμε τον ίδιο τον θεό. Η ποικιλία σε εχθρούς και bosses είναι αρκετά καλή, απαιτώντας βέβαια συνεχή κινητικότητα και dodges για να επιβιώσουμε.

Σε γενικές γραμμές πάντως, στον μεσαίο βαθμό δυσκολίας από τους τρεις, θα λέγαμε ότι είναι ιδιαίτερα βατό για τα δεδομένα του είδους. Επιπλέον, η αλήθεια είναι ότι αν παίρναμε αυτόνομα το κομμάτι της δράσης, τότε το Cult of the Lamb δεν θα είχε να προσφέρει κάτι πραγματικά αξιομνημόνευτο καθώς ακολουθεί πιστά το ύφος δεκάδων roguelikes σε ισομετρική προοπτική, χωρίς να επιδιώκει να φέρει οποιαδήποτε ιδιαιτερότητα στο σύστημα μάχης ή στον εξοπλισμό.

Αλλά βέβαια θα ήμασταν άδικοι αν αξιολογούσαμε το Cult of the Lamb απομονώνοντας αυτόν τον τομέα, που είναι έτσι κι αλλιώς αξιοπρεπέστατος, δεδομένου ότι αυτό το κομμάτι λειτουργεί σε πλήρη σύμπνοια με τον τομέα της διαχείρισης της βάσης. Το πόνημα της Massive Monster περιέχει εν τέλει δύο επιμέρους τμήματα που αλληλοσυμπληρώνονται ιδανικά και άρρηκτα και βέβαια αυτό είναι διόλου αμελητέο.
Επιπλέον, η θεματική της αποκρυφιστικής, θρησκευτικής οργάνωσης πλαισιώνει με πλήρη ομαλότητα την εμπειρία, τόσο σε θέμα εικαστικού ντυσίματος όσο και αναφορικά με τους gameplay μηχανισμούς.

Συνολικά, το Cult of the Lamb παραδίδει μία εμπειρία που ενσωματώνει κατάλληλα τη διαχείριση της βάσης στο είδος των roguelike και μάλιστα μέσα από την έξυπνα χιουμοριστική θρησκευτική οπτική γωνία. Θεωρούμε ότι παρά τα κάποια αδύναμα στοιχεία των επιμέρους τμημάτων, στο σύνολό του σημειώνει ένα βήμα μπροστά για τον εμπλουτισμό των roguelikes.

Το Cult of the Lamb κυκλοφορεί από τις 11/8/22 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοση για PC με review code που λάβαμε από την Devolver Digital.

The post Cult of the Lamb | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα