Την Τρίτη στο Σουπερμάρκετ

10:22 20/1/2012 - Πηγή: Mixtape

Ο μονόλογος λογαριασμός και απολογισμός των επιλογών μιας ζωής στο ταμείο του Σούπερ Μάρκετ, στο τέλος του διαδρόμου με τις κονσέρβες λουκάνικα κοκτέιλ.

Η Μαρί-Πιερ βγάζει κάθε Τρίτη τον μπαμπά της για ψώνια- κι ας επιμένει αυτός να την φωνάζει με το βαφτιστικό του, Ζαν-Πιερ. Το αίμα ρίμελ δεν γίνεται.

Η Μαρί-Πιερ πάντα φροντίζει τον εαυτό της τις Τρίτες που παίρνει το τρένο από το πρωί για να πάει να επισκεφτεί τον χήρο πατέρα της, να τον φροντίσει, να τον σενιάρει, να του καθαρίσει και του μαγειρέψει και να τον πάει φυσικά και στο σουπερ

μάρκετ να ψωνίσουν. Εκεί, που πάνε όλοι, γιατί τα έχει όλα. Τον φροντίζει η Μαρί-Πιέρ τον μπαμπά της, γιατί αυτή την ανατροφή είχε πάρει, αυτό το παράδειγμα είχε από την μητέρα της πως πρέπει να φέρονται οι γυναίκες στους άντρες τους, να τους φροντίζουν, και αυτό το παράδειγμα είχε πάρει από τον πατέρα της πως πρέπει να φέρονται οι άντρες στην οικογένεια τους, να την συντηρούν. Τι κι αν ποτέ δεν την δέχτηκε για αυτό που είναι, τι κι αν ακόμα την κοροϊδεύει με την χοντρή άγαρμπη φωνή του και επιμένει να την φωνάζει Ζαν-Πιερ σαν να ήταν ακόμα γιος του και όχι πλέον κόρη;

“Όλος ο κόσμος [την] κοιτάει την Τρίτη. Όλος ο κόσμος. [Την] κοιτάει με την άκρη του ματιού, τάχα διακριτικά αλλά στην πραγματικότητα καθόλου“. Αυτή, Θεά. Μπούτι αλαβάστρινο, καλσόν γυαλιστερό, ψιλοτάκουνο φωτιά, φούστα σένια ως το γόνατο, νύχι στην εντέλεια, καούκα φρεσκοατμισμένη, βλεφαρίδα κάγκελο, μούρη βαμμένη στην εντέλεια, κρύβει πίσω όλες της τις αμαρτίες και τις γενετίσιες ατέλειες. Aπ’έξω σε όλους φαίνεται άσπιλη, ατάραχη, δυνατή, όμορφη, θυληκιά, παραδοσιακή, Κιουρία. “Αυτή καθεαυτή“.

Κάτω από τα κλινικά και αποστασιωποιημένα εκτυφλωτικά φώτα φθορισμού του Σουπερ-Μάρκετ ο Φαίδων Καστρής μεταμορφώνεται μοναδικά σε Μαρί-Πιερ, ένα ακόμα προϊόν στο ράφι, αντικείμενο μαζικής κατανάλωσης, λαθροβλεψίας και τέρψης του κοινού. Αλλάζει απρόσμενα μεταξύ του εαυτού της και του χαρακτήρα του πατέρα της όταν περιγράφει τόσο ζωντανά τις προσβολές του, ενισχύοντας την αντίθεση ανάμεσα στην κληρονομιά του – τον τρόπο που θα ήθελε η κοινωνία να την βλέπει – και στον τρόπο που νιώθει η ίδια τον εαυτό της και θέλει να φέρεται. Εσωτερικεύει τις προσβολές τους, κρατάει πάντα την καλοκάγαθη αγαθή εικόνα της και αποφορτίζεται μόνο μέσα από υποθετικά σενάρια όπου είναι μια άλλη, μια πιο σκληρή, πιο αδυσώπητη και εκδικητική, πάντα επαναπαυόμενη που δεν είναι μια τέτοια ίδια με αυτούς, που είναι και σε αυτό διαφορετική τους. Απομακρυσμένη, ιδανική, όμως μέσα από τις εξομολογήσεις της ξετυλίγεται, φανερώνεται, όπως και με το κυριολεκτικό της πηδηματάκι έξω από τη σκηνή και τα φώτα της προς το κοινό, όταν έρχεται απελπιστικά κοντά στις δυο σειρές των θεατών, μια ανάσα μακριά, ανέλπιστα, αναπόφευκτα αληθινή, να απαντάει στα απομακρυσμένα λαίμαργα βλέμματα με την πιο κοντινή της αλήθεια. Σοκαριστική και αγαπημένη.

Εμπνευσμένο από μια αληθινή παρατήρηση του συγγραφέα Emmanuel Darley ενός τέτοιου παράταιρου ζευγαριού κόρης/γιο

Keywords
Τυχαία Θέματα