Μουράτης Κοροσιάδης

Ποτέ μου δεν υπήρξα λαθρεπιβάτης. Ούτε σε λεωφορεία ούτε σε τρένα ούτε και πουθενά αλλού. Φοβόμουν μη με πιάσουν. Και στις δικαιολογίες δεν ήμουνα ποτέ καλός. Εξάλλου, με τη λαθρεπιβίβαση δεν έχεις και συγκεκριμένο προορισμό. Πας όπου σε πάνε. Ή όπου σε αποβιβάσει η ανάγκη. Εγώ, όμως, ήθελα να ελέγχω τη διαδρομή. Πού θα ανέβω, πότε θα κατέβω, τι θα δω στη διαδρομή. Πότε ακριβώς θα φτάσω στο τέρμα του ταξιδιού. Γι’

αυτό και, πάντα, πλήρωνα το προβλεπόμενο αντίτιμο. Για να αποφύγω τα απρόβλεπτα. Που, όμως, πολύ συχνά δεν τα απέφευγα.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Με τον καιρό, βέβαια, κατάλαβα πως υπάρχουν και άλλων ειδών μέσα μεταφοράς, εξίσου βολικά με τα τροχοφόρα, για λαθρεπιβίβαση. Οι ιστορίες των ανθρώπων, για παράδειγμα, ήταν ένα από αυτά. Ένα όχημα, ας πούμε, με το οποίο θα μπορούσα να ταξιδεύω κρυφά. Και εκ του ασφαλούς. Έτσι νόμιζα, τουλάχιστον.

Μπορεί, βέβαια, έτσι να γλίτωσα από τον εισπράκτορα ή τον ελεγκτή. Έμπλεξα, όμως, στα χειρότερα. Τώρα, έχω όλους αυτούς και αυτές που με ανακαλύπτουν κάθε τόσο, στη γαλαρία, να παριστάνω πως κοιμάμαι και πως δεν ακούω τι λένε μεταξύ τους. Ή που διαισθάνονται ότι στέκομαι ακίνητος πίσω από τις κουρτίνες στο σαλόνι τους και καταγράφω τα σχέδιά τους ή τις πίκρες τους. Αφήστε το τι γίνεται όταν με πιάνουν σκυμμένο πάνω από το προσκεφάλι τους, το βράδυ που κοιμούνται, να κρυφακούω συζητήσεις με τον άλλο τους εαυτό. Και όταν με ρωτούν τι δουλειά έχω εκεί, δεν ξέρω τι να τους απαντήσω. Φυσικά, δεν έχω καμιά δουλειά εκεί.

{jb_quote}Εκμεταλλεύομαι τη φιλοξενία και την καλοσύνη τους. Χωρίς αιδώ. Σκεφτείτε, είμαι τόσο αδιάκριτος, που δεν τους αφήνω στιγμή μόνους. Ούτε με τον εαυτό τους.{/jb_quote}

Όμως, για να σας πω και την αλήθεια, δεν ντρέπομαι καθόλου για όλα αυτά που κάνω. Γιατί, ούτε χρήματα έχω πια για να πληρώσω το εισιτήριο, αν θα μου το ζητούσαν, ούτε και καμιά άλλη δουλειά έχω να κάνω. Τα χρήματα που είχα τα ξόδεψα όλα σε ταξίδια ασφαλή. Και ούτε που τα θυμάμαι πια. Άλλα μετρητά δεν μου απέμειναν. Και επιταγές, μελλοντικής εξόφλησης, δεν γίνονται πια αποδεκτές.

Φυσικά και τους εκμεταλλεύομαι. Εκμεταλλεύομαι τη φιλοξενία και την καλοσύνη τους. Χωρίς αιδώ. Σκεφτείτε, είμαι τόσο αδιάκριτος, που δεν τους αφήνω στιγμή μόνους. Ούτε με τον εαυτό τους. Τους ακολουθώ παντού. Ακόμη και όταν αποχωρούν αθόρυβα στα παρασκήνια της ζωής, τρέχω από πίσω τους.

Είμαι, βλέπετε, ένα είδος ωτακουστή και ηδονοβλεψία, ταυτόχρονα. Μαζί και μεταπράτη. Και όλο αυτό το υλικό που υπεξαιρώ από τις ζωές τους –σκέψεις, πράξεις, ελπίδες, σχέδια– το πακετάρω σε συσκευασία δώρου.

Νιώθω, βέβαια, ενίοτε και μια πικρή ηδονή για όλα αυτά που κάνω. Προπάντων, όμως, χαίρομαι. Κυρίως όταν συναντάω κλεπταποδόχους αναγνώστες που ενδιαφέρονται να αγοράσουν την πραμάτεια μου. Για να εισπράξω τα τριάκοντα αργύρια. Για το προς το ζην της προδοσίας μου.

Έτσι, μαζί με όσους συνενόχους αναγνώστες βρω, γελάμε πίσω από την πλάτη των συνεπιβατών μας. Και με το δίκιο μας. Πού ακούστηκε αυτό; Άνθρωποι αυτοί, να θέλουνε να βάλουν τάξη στο τυχαίο. Να θέλουν να μοιράσουν τη μοίρα, ξανά, από την αρχή. Και να κατανοήσουν τη δικαιοσύνη του θανάτου. Να θέλουν να εκδημοκρατίσουν τον Θεό. Και να πιστεύουν στον από μηχανής άνθρωπο.

Εδώ, δεν τα μπορέσαμε εμείς αυτά. Που ήμασταν και νόμιμοι επιβάτες. Και άνθρωποι κανονικοί. Σιγά μην τα μπορέσουνε αυτοί.

Ήμερες ημέρες
Μουράτης Κοροσιάδης
Εκδόσεις Βακχικόν
σ. 262
ISBN: 978-960-638-219-2
Τιμή: 14,84€

Keywords
Τυχαία Θέματα