Τα καταφύγια της Αττικής

Τα καταφύγια της Αττικής28.10.2018Άρθρα

Με σχολαστική προετοιμασία το καθεστώς της εποχής κατάφερε να κατασκευάσει (μέσα σε ένα ιδιαίτερα πιεστικό χρονοδιάγραμμα) περίπου 400 δημόσια καταφύγια, ικανά να προστατεύσουν 40.000 πολίτες

Από τον
Κωνστσντίνο Κυρίμη*

Μεταξύ 1936 και 1940 ο κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξάς μερίμνησε για την κατασκευή εκατοντάδων υπόγειων αντιαεροπορικών καταφυγίων στην Αττική, προκειμένου να προφυλαχθεί ο αστικός πληθυσμός. Με γοργούς

ρυθμούς (και με τις αυστηρότερες δυνατές κατασκευαστικές προδιαγραφές) χτίστηκαν καταφύγια σε δημόσιους χώρους, σε κυβερνητικά κτίρια, σε νευραλγικές υποδομές (εργοστάσια, λιμάνια, σταθμοί τρένων κ.λπ.), αλλά και στα υπόγεια πολλών πολυκατοικιών.

Αυτά τα καταφύγια ποίκιλλαν σε μέγεθος: από μικρούς χώρους λίγων δεκάδων τετραγωνικών μέτρων μέχρι δαιδαλώδη οικοδομήματα με δεκάδες θαλάμους και στοές συνολικού μήκους εκατοντάδων μέτρων. Διέθεταν δε πλήθος υποστηρικτικών υποδομών, όπως βαριές θωρακισμένες πόρτες, που ασφάλιζαν αεροστεγώς, εσωτερικές δεξαμενές ύδατος, χώρους υγιεινής, συσκευές ανακύκλωσης αέρα και εξόδους έκτακτης διαφυγής. Ορισμένα από τα εμβληματικότερα καταφύγια εκείνης της περιόδου ήταν στον λόφο του Αρδηττού (ικανό να στεγάσει πάνω από 1.300 άτομα), στον Λυκαβηττό (όπου και εγκαταστάθηκαν σημαντικές στρατιωτικές υπηρεσίες) και στο Μέγαρο Μετοχικού Ταμείου Στρατού (το ισχυρότερο καταφύγιο της εποχής, με τοίχους από οπλισμένο σκυρόδεμα, πάχους 1 μέτρου).

Κανένας χώρος όμως δεν επαρκεί από μόνος του για να προσφέρει προστασία δίχως την κατάλληλη εκπαίδευση. Ετσι, την εποχή εκείνη μικροί και μεγάλοι εκπαιδεύονταν στην αεράμυνα και συμμετείχαν τακτικά σε ασκήσεις. Κάθε Αθηναίος, λόγω της έντονης «τριβής» του με αυτούς τους χώρους, αισθανόταν μια (αφύσικη, από τη σύγχρονη οπτική) οικειότητα με τα σκοτεινά υπόγεια καταφύγια. Αρκετά διαφωτιστικά είναι τα λόγια του λογοτέχνη Κώστα Βάρναλη, που αποκαλεί τους Αθηναίους του 1941 «καταφυγιώτες». Μάλιστα, παρατηρώντας εύστοχα ότι τα καταφύγια λειτούργησαν και ως χώροι κοινωνικής ζύμωσης, σχολίασε: «Κάθε πολίτης, αρσενικός ή θηλυκός, μικρός ή μεγάλος, έχει τα γνωστά του καταφύγια. Ξέρει ποια είναι τα κοντινότερα καταφύγια στο σπίτι του, στο γραφείο του, στο καφενείο όπου πάει ή στο ρεστοράν όπου τρώει. Αυτά τα καταφύγια τα θεωρεί ιδιοκτησία του. Οταν βαρέσει συναγερμός, δεν καταλαμβάνεται εξ απροόπτου. Ξέρει πού θα πάει. Και πάει ήσυχα και καμαρωτός. Εκεί όχι μονάχα δεν θα πλήξει, γιατί θα συναντήσει τους γνωστούς του ή φίλους του, παρά και θα χαζέψει ή θα κουβεντιάσει και θ’ αλλάξει λιγάκι αέρα».

Με σχολαστική προετοιμασία, το καθεστώς της εποχής κατάφερε να κατασκευάσει (μέσα σε ένα ιδιαίτερα πιεστικό χρονοδιάγραμμα) περίπου 400 δημόσια καταφύγια, ικανά να προστατεύσουν 40.000 πολίτες. Πέραν αυτών, κατασκευάστηκαν εκατοντάδες ακόμα, ιδιωτικά, κυρίως σε νεοανεγειρόμενες οικοδομές. Παράλληλα (και όσο τα σύννεφα του πολέμου πλησίαζαν ολοένα και απειλητικότερα), πολλοί χώροι, όπως φυσικά σπήλαια, λατομεία ή στοές, επιτάχθηκαν, ενισχύθηκαν δομικά και μετατράπηκαν κι αυτοί σε καταφύγια. Δεν θα ήταν υπερβολή αν κάποιος ισχυριζόταν ότι μεταξύ 1936 και 1940 κατασκευάστηκε «μια πόλη κάτω από την πόλη».

Κατά την Κατοχή, πολλά καταφύγια «άλλαξαν χέρια» και επιτάχθηκαν από τους Γερμανούς, οι οποίοι τα χρησιμοποίησαν κυρίως ως αυτοσχέδιες φυλακές. Αποτελεί ένα ιστορικό παράδοξο ότι οι χώροι που φτιάχτηκαν για να προστατεύουν τις ζωές των Ελλήνων κατάντησαν χώροι βασανισμού τους.
Ομως τα καταφύγια προστάτευσαν τον πληθυσμό του λεκανοπεδίου όχι μόνο από τους εχθρούς του, αλλά και από… τους Συμμάχους του! Τρανταχτό παράδειγμα, ο βομβαρδισμός του Πειραιά το 1944 από σμήνη αγγλικών και αμερικανικών αεροσκαφών, ένας βομβαρδισμός που άφησε πίσω του μονοψήφιο αριθμό νεκρών Γερμανών στρατιωτών και τριψήφιο αριθμό Ελλήνων πολιτών. Στις σκηνές φρίκης που εκτυλίχθηκαν εκείνη τη θλιβερή ημέρα πολλοί Πειραιώτες σώθηκαν τρέχοντας στα (γνώριμα σε αυτούς) καταφύγια.

Αυτό το μικρό «κατασκευαστικό θαύμα» των εκατοντάδων καταφυγίων της Αττικής αποτελεί μία εν πολλοίς άγνωστη πτυχή της Ελλάδας λίγο πριν από το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Με την πάροδο του χρόνου τα καταφύγια απαξιώθηκαν χρηστικά, κυρίως λόγω της αλλαγής στον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου. Η ιστορία τους σιγά σιγά πέρασε στη λήθη, ενώ και ως φυσικοί χώροι άρχισαν να χάνονται. Αλλα θάφτηκαν κάτω από την πυκνή νέα δόμηση, άλλα μπαζώθηκαν, άλλα γκρεμίστηκαν, άλλα μετατράπηκαν σε αποθήκες. Στις μέρες μας οι κατασκευές που έσωσαν τη ζωή χιλιάδων Αθηναίων κρύβουν διακριτικά το ιστορικό αποτύπωμά τους αρκετά μέτρα κάτω από την αττική γη.
Παρά την επίδραση του πανδαμάτορα χρόνου, τα καταφύγια (τα «σπίτια, κάτω από τα σπίτια» όπως κάποιος τα αποκάλεσε κάποτε) στέκουν ακόμα σιωπηλοί μάρτυρες μιας πολυτάραχης εποχής. Μπορεί να μην το αντιλαμβανόμαστε, αλλά συχνά βαδίζουμε αμέριμνοι από πάνω τους. Κάτω από ένα πεζοδρόμιο, κάτω από μια πλατεία, στα υπόγεια ενός κυβερνητικού κτιρίου: ένα ξεχασμένο και σκοτεινό καταφύγιο σφαλίζει στους τοίχους του ένα τμήμα από τη «μυστική Ιστορία» της Αθήνας.

Θα ήταν ευχής έργο αν οι αρμόδιοι φορείς αναγνώριζαν την ιδιαίτερη ιστορική αξία αυτών των χώρων και μεριμνούσαν για την αποκατάσταση και την προβολή τους. Στο εξωτερικό τα παλιά καταφύγια έχουν ανακαινιστεί και έχουν μεταμορφωθεί σε μουσεία, γκαλερί, εστιατόρια, εκθεσιακούς χώρους. Είναι καιρός και η Αθήνα να αναδείξει αυτή την άγνωστη αλλά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πτυχή της Ιστορίας της.

*Ιστορικός, ερευνητής

Keywords
Τυχαία Θέματα