Δίκοπο μαχαίρι για την Αθήνα οι εξελίξεις στο Βερολίνο

Δίκοπο μαχαίρι για την Αθήνα οι εξελίξεις στο Βερολίνο26.11.2017Πρόσωπα

Η πρωτοφανής για τη γερμανία πολιτική κρίση και ο διαφαινόμενος σχηματισμός μεγάλου συνασπισμού κρύβουν ευκαιρίες αλλά και παγίδες για την Ελλάδα

Από τον
Ανδρέα Καψαμπέλη


Δίκοπο μαχαίρι αποτελούν για τη χώρα μας οι εξελίξεις στη Γερμανία, που -μετά την κατάρρευση των συνομιλιών μεταξύ CDU, FDP και Πρασίνων-

οδηγείται, όπως όλα δείχνουν, πλέον στον εκ νέου σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού από τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Σοσιαλδημοκράτες. Μολονότι ο κ. Τσίπρας στη συνομιλία του με τον Μάρτιν Σουλτς εξέφρασε την ανησυχία του για την πιθανότητα παρατεταμένης πολιτικής αβεβαιότητας στη Γερμανία και τον ενεθάρρυνε να επιστρέψει το SPD «με ισχυρότερη διαπραγματευτική δύναμη στη συζήτηση για σχηματισμό κυβέρνησης», τα ρεαλιστικά δεδομένα που υπάρχουν αυτήν τη στιγμή καθιστούν ιδιαίτερα σκεπτικούς όσους παρακολουθούν εδώ και χρόνια τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς.

Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες εβδομάδες στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομική δύναμη είναι κυριολεκτικά πρωτοφανής για τα ιστορικά δεδομένα της μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, προσφέροντας ίσως τη μοναδική ευκαιρία σε μια χώρα όπως η Ελλάδα να θέσει συγκεκριμένα θέματα και να μπορέσει να διαπραγματευθεί κατά τρόπο ουσιαστικό και αποτελεσματικό.

Για τους Γερμανούς η αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης τύπου «Τζαμάικα» αποτέλεσε ένα απρόβλεπτο γεγονός, το οποίο, συν τοις άλλοις, αναδεικνύει τη δομική κρίση που διέρχεται το πολιτικό σύστημα της χώρας. Με βάση την κουλτούρα και την παράδοση που επικρατούν, κυριολεκτικά κανείς δεν περίμενε ότι οι συζητήσεις μεταξύ των κομμάτων θα είχαν ποτέ ως αποτέλεσμα να βρεθεί ένα κόμμα θεωρούμενο «τοξικό», όπως η Εναλλακτική για τη Γερμανία, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό, όμως, συνέβη τελικά και τώρα άπαντες -ό,τι και αν δημοσίως δηλώνεται- είναι σαστισμένοι.

Η μοναδικότητα της συγκυρίας για την Ελλάδα, όπως επισημαίνουν οι σοβαροί αναλυτές των δρωμένων στη Γερμανία, έγκειται ακριβώς σε αυτόν τον αιφνιδιασμό. Ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι μόνον όταν βρίσκεται ενώπιον «έκτακτων» καταστάσεων η γερμανική πλευρά προβαίνει σε εκπτώσεις από την υπεροψία της και δέχεται να κάνει παραχωρήσεις και υποχωρήσεις.

Αντιθέτως, μόλις ομαλοποιηθούν τα πράγματα, η συμπεριφορά της επανέρχεται στα επίπεδα της «υπερδύναμης» αντιμετωπίζοντας τους συνομιλητές της ως «υποτελείς». Ειδικά κατά τα τελευταία μνημονιακά χρόνια τα σχετικά παραδείγματα είναι αρκετά. Καταρχάς το 2010 μόλις διεσώθησαν -βοηθούσης της στάσης του Γ. Παπανδρέου- οι δικές της τράπεζες, χωρίς να προηγηθούν αναδιάρθρωση και ρύθμιση του χρέους, έδειξε χωρίς έλεος τον πιο σκληρό εαυτό της έναντι της Ελλάδας. Το σκηνικό επαναλήφθηκε το 2013, όταν υπό τις αντίστοιχες συνθήκες καλλιεργήθηκαν φρούδες ελπίδες, επί Αντ. Σαμαρά και Ευ. Βενιζέλου, ότι ύστερα από τις εκλογές εκείνης της χρονιάς η Γερμανία θα χαλάρωνε τη στάση της και άρα δεν υπήρχε λόγος να την πιέσουμε. Ακόμη και κατά τις φετινές εκλογές η τακτική της κυβέρνησης Τσίπρα δεν ήταν πολύ διαφορετική, με αποτέλεσμα να επωμιστεί η Ελλάδα το περασμένο καλοκαίρι άλλη μια επαχθέστατη οικονομική συμφωνία με τους δανειστές...

Ανάλογο είναι το μήνυμα που εκπέμπει και τώρα ο κ. Τσίπρας, μολονότι για τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης η παρέμβασή του υπήρξε εντελώς αμελητέα. Ο πρωθυπουργός φέρεται ότι πιστεύει πως η Ανγκελα Μέρκελ και ο Μάρτιν Σουλτς, όταν θα σχηματίσουν ύστερα από μερικές εβδομάδες κυβέρνηση, θα «αναγνωρίσουν» τη στάση του και θα θελήσουν να τον διευκολύνουν συμφωνώντας ενδεχομένως με την «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο τον ερχόμενο Αύγουστο, ώστε να οικοδομήσει το δικό του πολιτικό αφήγημα εν όψει των επόμενων εκλογών στην Ελλάδα.

Η αφελής θεωρία του «καλού παιδιού» και η ενίσχυση ανθελληνικών δυνάμεων

Η θεωρία του «καλού παιδιού», που συνάδει και με τις δηλώσεις του νέου Γερμανού πρέσβη Γιενς Πλέτνερ, την Πέμπτη, ότι οι σχέσεις Γερμανίας και Ελλάδας «μπορεί να είναι λίγο περίπλοκες, αλλά είναι οικογενειακές» διακρίνεται, αν μη τι άλλο, από πολιτική αφέλεια.
Το διάστημα (αρκετές εβδομάδες) που μεσολαβεί έως ότου καταλήξουν σε οριστική συμφωνία Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες, ύστερα από την αναδίπλωση του κ. Σουλτς, θεωρείται το πιο κατάλληλο για να τεθούν όλα τα ανοικτά θέματα που ενδιαφέρουν τη χώρα μας. Και αν οι μνημονιακές δεσμεύσεις που έχουν συμφωνηθεί έχουν ένα στοιχείο ανελαστικότητας, υπάρχει επί παραδείγματι η μείζων εκκρεμότητα των γερμανικών αποζημιώσεων την οποία έχει παγώσει η ελληνική πλευρά και μόνο ρητορικώς θέτει κατά διαστήματα. Σε ακόμη πιο πρακτικό επίπεδο, υπάρχει επίσης το προσφυγικό ζήτημα, για το οποίο η χώρα μας -που εξ αυτού πλήττεται διαρκώς περισσότερο- έχει την ευκαιρία να πιέσει για τη βελτίωση των όρων που έχουν τεθεί από τη Γερμανία προκειμένου να απαλλαγεί η ίδια από τις παρενέργειες του προβλήματος.

Στον βαθμό που η Ελλάδα αφήνει και αυτή την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη, εκφράζεται ο φόβος ότι η επιστροφή της Γερμανίας στην πολιτική κανονικότητα δεν θα συνοδευτεί από κάποιο ιδιαίτερο όφελος. Αντιθέτως, οι τάσεις που αναπτύσσονται στην ισχυρότερη ευρωπαϊκή χώρα είναι αρνητικές για τα ελληνικά συμφέροντα και θεωρείται ήδη πολύ δύσκολο η «ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί», κατά τον κ. Τσίπρα, να αποδειχθεί θετική. Μπορεί ο Σοσιαλδημοκράτης Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ με την πρωτοβουλία μεσολάβησής του να δίνει χρόνο πολιτικής ζωής στη σοβαρά φθαρμένη πια κυρία Μέρκελ, που τον είχε χρίσει ομοσπονδιακό πρόεδρο τον περασμένο Φεβρουάριο, αλλά οι δυνάμεις που ενισχύονται δεν είναι άλλες από την AfD και τους Φιλελευθέρους, που «συμπίπτουν» ως προς τις σκληρές ανθελληνικές θέσεις και στάση τους τόσο για την οικονομία όσο και για το μεταναστευτικό.

Η Εναλλακτική για τη Γερμανία, που ήρθε τρίτο κόμμα με 12,6%, ενισχύεται εκ των πραγμάτων, καθώς αναγορεύεται σε αξιωματική αντιπολίτευση, ενώ οι Φιλελεύθεροι (που είχαν πάρει 10,7%), αιφνιδιάζοντας με τη στρατηγική επιλογή του αρχηγού τους Κρίστιαν Λίντνερ να μείνουν εκτός κυβέρνησης, βρίσκονται σε τροχιά ανόδου. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σε περίπτωση νέων εκλογών θα ενισχύσουν σημαντικά τα ποσοστά τους. Είναι οι ίδιες δημοσκοπήσεις που καταγράφουν το άθροισμα SDU και SPD κάτω του 50%, σηματοδοτώντας -λόγω της απλής αναλογικής που ισχύει στη Γερμανία- και το κύκνειο άσμα τους...

Keywords
Τυχαία Θέματα