Σπάστε τις κοινωνικές αλυσίδες

Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Οι ηθοποιοί έχουν λάβει από νωρίς τις θέσεις τους στη σκηνή του μικρού θεάτρου Studio Κυψέλης, δημιουργώντας ένα κάδρο ερωτισμού. Ο θεατής εισέρχεται στην αίθουσα και νιώθει πως βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, καθώς οι ερμηνευτές, καλύπτοντας με χιτώνες τα επίμαχα σημεία, με ένα μπλε φως να «λούζει» τα κορμιά τους, θυμίζουν κάτι από τον Ποσειδώνα.
Να είναι, άραγε, το κάδρο

του έρωτα αυτό; Το κάδρο της κοινωνίας, που θέλει τα πρόσωπα ακινητοποιημένα; Το κάδρο της ζωής; Ίσως και τα τρία μαζί. Το υπέροχο σκηνικό της Δέσποινας Βολίδη συνοδεύει η αχνάδα του φωτός, το οποίο χειρίζεται περίτεχνα ο Γιώργος Λιβανός. Αυτή η αχνάδα είναι που αγκαλιάζει τα σώματα των ηθοποιών και τους μετατρέπει σε εξωπραγματικές μορφές.
«Η Κωμωδία του έρωτα» ή αλλιώς «Τι κωμωδία που είναι αυτός ο έρωτας» είναι ο τίτλος ενός από τα μνημειώδη έργα του Ερρίκου Ίψεν, που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο Νορβηγός, μέγας δραματουργός της ευρωπαϊκής σκηνής, επιδιώκει να δώσει στο έργο κάθε άλλο παρά ρομαντική διάσταση. Ο έρως αποτελεί ένα ενεργειακό όργανο, που αναδεικνύει την αιώνια ανησυχία του συγγραφέα για τις σχέσεις των δύο φύλων, τις ταξικές διαφορές και τις σχέσεις ανάμεσα σε δύο κοινωνικά και ιδεαλιστικά συγκρουόμενους κόσμους.
Είναι το όχημα που βοηθάει τον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει τις ανώτερες αξίες και να συναντηθεί με τις ανάγκες του. Οι ήρωες συγκρούονται συναισθηματικά, έρχονται πιο κοντά και στο τέλος το ζευγάρι των πρωταγωνιστών, Φολκ και Ζβάνχιλντ, που φαίνεται να επαναστατεί, ακολουθεί τον δικό του δρόμο, μακριά από τις κοινωνικές συμβάσεις και τις «αλυσίδες» του στέρεου εδάφους, στο οποίο πατάει.
Η συμβατικότητα της ζωής αποτυπώνεται σκηνικά από την κ. Βολίδη. Οι αλυσίδες που κρέμονται από τους τοίχους είναι οργανικά συνδεδεμένες με το έργο, καθώς «συν-διαλέγονται» με τους ήρωες. Οι χαρακτήρες τις τραβούν όταν οργίζονται, θέλοντας να σπάσουν τα δεσμά τους και να απελευθερωθούν ή παίζουν μαζί τους όταν βρίσκονται σε συναισθηματική φόρτιση. Τα κοστούμια της κα Βολίδη σε τόνους ασπρόμαυρους, αλλά και σε casual στιλ, είναι αρκετά λειτουργικά.
Ο σκηνοθέτης Γιώργος Λιβανός παρουσιάζει απογυμνωμένες τις ψυχές των ηρώων και δημιουργεί μια ειδυλλιακή ατμόσφαιρα. Μακριά από κάθε είδους μελοδραματισμούς στήνει τα πρόσωπα του έργου σε διαφορετικά κάδρα, απομονώνει τις ιστορίες των ζευγαριών και τις συγχέει με ισχυρούς δεσμούς, δείχνοντας ότι μπορεί να δρουν αυτόνομα. Όμως, ο ένας έχει ανάγκη τον άλλον για να λυτρωθεί και να απελευθερωθεί. Στα συν της παράστασης, η μουσική επένδυση του Κωνσταντίνου Ευστρατίου, με στίχους της Μαριάννας Τόλη και τη συνοδεία της πιανίστα Νίκης Γκουντούμη.
«Είμαστε αγκιστρωμένοι σε αυτήν τη ζωή, δεν τολμάμε υψηλά άλματα» είναι ένα από τα μηνύματα που ακούγονται στο έργο. Η ελευθερία, το κοινωνικό στάτους, η οικογένεια και η θρησκεία βασανίζουν τη σκέψη του δραματουργού. Ο Ερρίκος Ίψεν υπήρξε αντιφρονών και αντικομφορμιστής, που αναζητούσε τη διέξοδο και την ψυχική απογείωση. Γνωστό είναι το τρίγωνο που χρησιμοποιεί στα έργα του με την έννοια των ερωτικών αλληλουχιών τριών προσώπων. Θα λέγαμε όμως ότι πάντα επιλέγει να συμβολοποιεί τα πρόσωπά του, απαλλάσσοντάς τα από ερωτικούς δεσμούς.

Η ιψενική λογική
Έτσι, ο Γκούλσταντ, τον οποίο υποδύεται λιτά, αλλά σε πολλά σημεία αγχωτικά, ο Χρήστος Λιακόπουλος, προτείνει μια τρίτη λύση. Είναι ο παραδειγματικός άξονας που τέμνει το σύνταγμα του έρωτα, ή πιο απλά η δύναμη που επεμβαίνει στη φυσιολογική εξέλιξη της πορείας του έρωτα, που προτείνει και αντιπροτείνει στο θυελλώδες ζεύγος του έργου, Φολκ και Σβάνχιλντ, μια ζωή βασισμένη σε στέρεες βάσεις, οι οποίες θα καθορίζονται από ουσιαστική αγάπη και εκτίμηση. Πρόκειται για τη φωνή της ιψενικής λογικής που υπερβαίνει και τελικά επικρατεί έναντι της «τυφλής» και παρορμητικής επιθυμίας δύο νέων ανθρώπων.
Για την ερμηνεία τους ξεχωρίζουν ο Γιάννης Φίλιας, ο οποίος, υποδυόμενος τον Φολκ, συμμετέχει και μουσικά στο έργο (παίζοντας ακορντεόν και τραγουδώντας) και σωματικά (ειδικά στην έναρξη του έργου παρουσιάζεται απογυμνωμένος μαζί με τον κ. Λιακόπουλο, με μια επιθυμία να αποκαλύψει σώμα και ψυχή), όπως και εκφραστικά διατηρώντας την ανησυχία και την αγωνία του κοινού, καθώς και η Άντεια Ολυμπίου, η οποία αποτελεί το κατάλληλο ταίρι για τον κ. Φίλια. Η κ. Ολυμπίου ερμηνεύει με δυναμισμό και ευαισθησία τη Σβάνχιλντ, κατορθώνοντας να αιχμαλωτίσει το κοινό. Μοναδική είναι η σκηνή κατά την οποία η ηθοποιός κάθεται σε απόσταση αναπνοής από τους θεατές και καρφώνει το βλέμμα της πάνω τους. Με αυτόν τον τρόπο επικοινωνεί ψυχικά με το κοινό, χωρίς να χρειάζεται να αρθρώσει λέξεις. Τον ρόλο των χειλιών της αναλαμβάνουν τα μάτια της!
Σημαντική είναι η προσπάθεια του Φιλίππου Κωνσταντίνου, τον οποίο γνωρίσαμε μέσα από τη συμμετοχή του στο μουσικό συγκρότημα των One. Σε κάποια σημεία φαίνεται δύσκαμπτος με αρκετές ερμηνευτικές χασμωδίες, όμως, δείχνει την πρόθεση να κωμικοποιήσει τον ήρωά του, Λιντ, και αυτό το καταφέρνει περίφημα.

Ζευγάρια – σύμβολα
Κάθε ζευγάρι στο έργο συμβολοποιείται. Έτσι, λοιπόν, ο Πάστορας (κ. Στράαμαντ) που με νεύρο ερμηνεύει ο Γιάννης Τσιώμου και η γυναίκα του, η κα. Στράαμαντ, την οποία αποδίδει επιτηδευμένα θα λέγαμε η Βίβιαν Βαλσάμη, συμβολίζουν δυο ανθρώπους που περικλείουν την ευτυχία στο στενό τείχος της κοινωνίας, έχοντας συμβιβαστεί και παραιτηθεί από τη ζωή, έχοντας σκοτώσει, όπως θα έλεγε και ο Ίψεν, τον έρωτά τους με την απόφασή τους να παντρευτούν. Το ζευγάρι αυτό είναι «οι τέλειοι παλιάτσοι του έρωτα».
Από την άλλη, ο Φολκ αντιπροσωπεύει την κινητήριο δύναμη αλλαγής και καταβαράθρωσης αυτών που έχουμε συνηθίσει ως αξίες. Ο ενθουσιώδης και ιδεαλιστής ποιητής έρχεται σε σύγκρουση με τον κοινωνικό περίγυρο. Φαίνεται πως αντλεί τη δύναμή του από τη Σβάνχιλντ, μια τολμηρή γυναίκα, αυθεντική επαναστάτρια που εκφράζει την πρόθεσή της να υπερβεί το τείχος των προκαταλήψεων.
Ακόμα και το δαχτυλίδι που χαρίζει ο Φολκ στη Ζβάνχιλντ φαίνεται πως είναι ένα σημείο δέσμευσης για τις ψυχές των ηρώων, το αόρατο νήμα που δένει και ταυτόχρονα εγκλωβίζει τις ζωές των δύο χαρακτήρων. Γι’ αυτό και όταν στο τέλος πετάει το κόσμημα η Ζβάνχιλντ, απελευθερώνονται και τα δυο πρόσωπα.

Εμείς πότε θα κόψουμε τον ομφάλιο λώρο που μας δένει με τη γη; Πότε θα «πετάξουμε πάνω από τα τείχη της πόλης», όπως θα έλεγε και ο Αριστοφάνης στο έργο του Όρνιθες, ή αλλιώς… πότε θα πετάξουμε με τα δικά μας φτερά ακόμα κι αν σπάσουν ή στραβώσουν, όπως θα έλεγε ο Ίψεν;

Keywords
Τυχαία Θέματα