Α. Τρόκκος στην Ερευνητική: «Το Ρωσικό δάνειο δεν χρησιμοποιήθηκε για τους σωστούς σκοπούς»

16:18 31/5/2013 - Πηγή: OnlyCY

Τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της κυπριακής οικονομίας από την περίοδο πριν από τον αποκλεισμό της Κύπρου από τις διεθνείς αγορές, εισηγείτο ο προϊστάμενος Διεύθυνσης Χρηματοδοτήσεων & Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομικών Ανδρέας Τρόκκος με υπηρεσιακά σημειώματα που υπέβαλλε στη Γενική Διεύθυνση και στον πολιτικό προϊστάμενο του Υπουργείου.

Μιλώντας ενώπιον της ερευνητικής επιτροπής για την οικονομία, ο κ. Τρόκκος αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε σημείωμα που υποβλήθηκε

στις 31 Μαρτίου του 2011 μαζί με άλλους Διευθυντές Τμημάτων του Υπουργείου, το οποίο προειδοποιούσε για τα προβλήματα και τους κινδύνους στην οικονομία και εισηγείτο την άμεση υλοποίηση ενός «τολμηρού και αξιόπιστου οικονομικού προγράμματος» για την αντιμετώπιση τους.

Ο κ. Τρόκκος είπε ότι η αύξηση του δημόσιου χρέους οφειλόταν στην υπέρμετρη αύξηση των δαπανών της Κυβέρνησης σε αντιδιαστολή με τη μείωση των εσόδων.

Είπε, επίσης, ότι η Κύπρος θα έπρεπε να είχε υποβάλει αίτηση για ένταξη στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης νωρίτερα, προσθέτοντας ότι η καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης «είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στη λήψη μέτρων σε όλα τα επίπεδα ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά, διαθρωτικά προβλήματα και τα προβλήματα των τραπεζών».

Είπε, επίσης, ότι το ρωσικό δάνειο δεν χρησιμοποιήθηκε για τους σωστούς σκοπούς και για τη διόρθωση της πορείας της κυπριακής οικονομίας, σημειώνοντας ότι έγινε μια καλή προσπάθεια στο τέλος του 2011 αλλά δεν ήταν αρκετή.

Μιλώντας ενώπιον της επιτροπής, ο κ. Τρόκκος είπε ότι είναι Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Χρηματοδοτήσεων & Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομικών από το 2005 και αναφέρθηκε στις αρμοδιότητες και στην αποστολή της Διεύθυνσης.

Όπως είπε, η Διεύθυνση είναι αρμόδια για τη διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου του χρηματοπιστωτικού τομέα, το οποίο, όπως είπε, είναι πλήρως εναρμονισμένο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Ερωτηθείς που αποδίδει το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος της Κύπρου ανήλθε από το 48,9% το 2008 στο 85,8% το 2012, ο κ. Τρόκκος απέδωσε την μεγάλη αύξηση του δημόσιου χρέους στην υπέρμετρη και αδικαιολόγητη, όπως την χαρακτήρισε, αύξηση των δαπανών της Κυβέρνησης από τη μια και τη μείωση των εσόδων του κράτους από την άλλη, λόγω της οικονομικής κρίσης και των ανισορροπιών στην οικονομία.

Ο κ. Τρόκκος ανέφερε ακόμη ότι ένα ποσοστό της τάξης του 10% του 85,8% του δημόσιου χρέους οφείλεται στην ανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής Τράπεζας που έγινε στις αρχές Ιουλίου 2012.

Ερωτηθείς εάν η Διεύθυνση της οποίας είναι προϊστάμενος είχε υποβάλει εισηγήσεις αναφορικά με τις επιπτώσεις στην οικονομία λόγω της υπέρμετρης αύξησης των δαπανών στα δημόσια οικονομικά, ο κ. Τρόκκος είπε ότι η Διεύθυνση μαζί με άλλους συναδέλφους στο Υπουργείο Οικονομικών «αποστέλλαμε σε τακτά χρονικά διαστήματα και πριν από τον αποκλεισμό μας από τις αγορές σημειώματα με εισηγήσεις».

Αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε ένα σημείωμα ημερομηνίας 31 Μαρτίου 2011 που υποβλήθηκε στην Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου για ενημέρωση του Γενικού Διευθυντή και του Υπουργού ως προς τα προβλήματα της οικονομίας και τους κινδύνους στο δημοσιονομικό τομέα, τα διαρθρωτικά προβλήματα και ως προς τα προβλήματα που είχαν σχέση με το μέγεθος και της έκθεσης του τραπεζικού τομέα στην ελληνική οικονομία.

Πρόσθεσε ότι με το σημείωμα εισηγούμασταν την άμεση υλοποίηση ενός τολμηρού και αξιόπιστου οικονομικού προγράμματος που να διασφαλίζει την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, την ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας και τη βελτίωση της όλης εικόνας της Κύπρου σε σχέση με τους κινδύνους που προέκυπταν από το μεγάλο μέγεθος και την έκθεση του τραπεζικού τομέα στην ελληνική οικονομία.

Ο κ. Τρόκκος είπε ότι οι εισηγήσεις δεν υιοθετήθηκαν «τουλάχιστον στο βαθμό που περιγράφονταν στα σημειώματα» προκειμένου να έχουμε ένα τολμηρό και αξιόπιστο πρόγραμμα που θα απέτρεπε την πορεία που ακολούθησε η κυπριακή οικονομία.

Κληθείς να σχολιάσει τη ραγδαία πτώση του ρυθμού ανάπτυξης, είπε ότι η πορεία αυτή σε μεγάλο βαθμό δικαιολογείτο από το δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον στο οποίο κινείτο η κυπριακή οικονομία

Κληθείς να σχολιάσει το αυξανόμενο έλλειμμα από το 2009 και αν απασχόλησε τη Διεύθυνση του, ο κ. Τρόκκος απάντησε θετικά «γι’ αυτό και υποβάλλαμε τα σχετικά σημειώματα».

Κληθείς να αναφερθεί στους λόγους που οδήγησαν στον αποκλεισμό της Κύπρου από τις διεθνείς αγορές, είπε ότι ήταν το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων, ένας εκ των οποίων, όπως είπε, ήταν η δημοσιονομική πολιτική που ακολουθήθηκε για μια σειρά ετών και η καθυστέρηση στη λήψη μέτρων για να καταστούν βιώσιμα τα δημόσια οικονομικά.

Κληθείς να αναφερθεί στου λόγους της συνεχούς υποβάθμισης της οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης, είπε ότι οι λόγοι αφορούσαν πέραν των δημοσιονομικών και την μεγάλη έκθεση των τραπεζών στην Ελλάδα.

Ερωτηθείς για το θέμα της απομείωσης των ελληνικών κρατικών ομολόγων, ο κ. Τρόκκος είπε ότι οι κυπριακές τράπεζες κατείχαν μεγάλο αριθμό ελληνικών ομολόγων και ως εκ τούτου είχαν μεγάλες ζημιές.

Ερωτηθείς εάν ζητήθηκαν οι απόψεις της Διεύθυνσης σχετικά με τις επιπτώσεις που θα είχαν οι τράπεζες και γενικότερα η οικονομία από την απομείωση των ελληνικών ομολόγων, η οποία έγινε σε δύο στάδια, το πρώτο στις 21 Ιούλιου του 2011 και το δεύτερο στις 26-27 Οκτωβρίου, είπε ότι μετά το πρώτο Συμβούλιο Αρχηγών της Ευρωζώνης στις 21 Ιουλίου 2011 ζητήθηκε από τις χώρες μέλη της ΕΕ να υποβάλουν στοιχεία ως προς το μέγεθος της κατοχής ελληνικών ομολόγων από ιδιώτες επενδυτές από την κάθε χώρα.

Σ’ αυτά τα πλαίσια, είπε, η Διεύθυνση του ετοίμασε σημειώματα από τον Αύγουστο του 2011 μετά την πρώτη συμφωνία απομείωσης των ελληνικών ομολόγων που αναφέρονταν στον κίνδυνο μεγάλων επιπτώσεων στις δύο μεγάλες κυπριακές τράπεζες και ιδιαίτερα στη Λαϊκή και στους κινδύνους από την απώλεια δημόσιων εσόδων.

Είπε ότι έγιναν συναντήσεις με τις τράπεζες όπου έγινε ανταλλαγή απόψεων και συντονισμός μεταξύ των εποπτικών αρχών.

Ερωτηθείς αν ζητήθηκε η γνώμη της Διεύθυνσης πριν από τις διαπραγματεύσεις της 26ης και 27ης Οκτωβρίου όταν έγινε η δεύτερη φάση της απομείωσης των ομολόγων, απάντησε αρνητικά.

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, είπε ότι η επικρατούσα τότε θέση ήταν ότι ενδεχόμενη αποτυχία της εμπλοκής του ιδιωτικού τομέα και εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνης θα είχε μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα λόγω του δανειακού τους χαρτοφυλακίου στην Ελλάδα

Όπως είπε, το θέμα ήταν και ύψιστα πολιτικό διότι η χώρα που εμπλεκόταν ήταν η Ελλάδα, ενώ οι δύο μεγάλες κυπριακές τράπεζες «δεν έδειξαν να διαφωνούν με τη συμφωνία».

Ερωτηθείς εάν το κράτος είχε τη δυνατότητα να στηρίξει τις τράπεζες απάντησε αρνητικά, προσθέτοντας ότι ετοιμάστηκε σημείωμα στο οποίο γινόταν εισήγηση να γίνει προσπάθεια ειδικού χειρισμού των κυπριακών τραπεζών.

Ερωτηθείς εάν η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη εξαρτάτο από την απομείωση των ελληνικών ομολόγων , είπε «πιστεύω πως ναι».

Ερωτηθείς εάν μπορούσαμε να ζητήσουμε βοήθεια για τις τράπεζες μας λόγω της ζημίας που θα είχαν από την απομείωση των ελληνικών ομολόγων είπε αυτή η προσπάθεια έγινε ανεπίσημα σε διάφορα επίπεδα. Όπως ανέφερε ιδίως για την Λαϊκή Τράπεζα και είχαν γίνει επαφές τόσο με την με την Τρόικα, όσο και με τις ελληνικές αρχές, «για να δούμε εάν ήταν δυνατή η των δραστηριοτήτων της τράπεζας στην Ελλάδα και η κεφαλαιοποίηση των δραστηριοτήτων αυτών από το ελληνικό ταμείο σταθερότητας».

Ερωτηθείς για την οικονομική στήριξη της Λαϊκής Τράπεζας από το κράτος το Μάιο 2011, είπε ότι δεν μπορούσε να ληφθεί άλλη απόφαση από τη στήριξη της Λαϊκής και πρόσθεσε ότι λήφθηκαν υπόψη και οι υποχρεώσεις της Λαϊκής προς τον ELA.

Είπε, επίσης, ότι η Λαϊκή ήταν συστημική τράπεζα για το όλο χρηματοοικονομικό σύστημα και θα έπρεπε να στηριχθεί.

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, είπε ότι μετά τον αποκλεισμό μας από τις αγορές δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να αποταθούμε στο Μηχανισμό Στήριξης και απέδωσε την καθυστέρηση να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση «στη δυνατότητα που φάνηκε σε πολιτικό επίπεδο για δανεισμό από άλλες πηγές».

Είπε ότι η καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης «είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στη λήψη μέτρων σε όλα τα επίπεδα ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά, διαθρωτικά προβλήματα και τα προβλήματα των τραπεζών».

Είπε, επίσης, ότι το ρωσικό δάνειο δεν αξιοποιήθηκε σωστά για τη διόρθωση της πορείας της κυπριακής οικονομίας, σημειώνοντας ότι έγινε μια καλή προσπάθεια στο τέλος του 2011 αλλά δεν ήταν αρκετή.

Σε άλλη ερώτηση, είπε ότι η διάσωση με ίδια μέσα, το γνωστό bail in, συμπεριλαμβανομένου και του κουρέματος καταθέσεων, ήταν ένα δυνητικό εργαλείο για εξυγίανση των τραπεζών που δεν σήμαινε ότι θα εφαρμοζόταν.

Διευκρίνισε, επίσης, ότι στο Μνημόνιο Συναντίληψης δεν αναφέρεται ο τρόπος εξυγίανσης των τραπεζών διότι υπάρχουν διάφορα εργαλεία εξυγίανσης, όπως είπε.

Είπε, επίσης, ότι η δική μας πλευρά αντιτάχθηκε έντονα στη χρησιμοποίηση των καταθετών στην εξυγίανση των τραπεζικών ιδρυμάτων και ήταν κάθετη ενάντια στο κούρεμα των καταθέσεων.

Είπε, επίσης, ότι η Κύπρος δεν είχε επιλογή από το να αποδεχθεί τη συμφωνία του Eurogroup, διαφορετικά, είπε, αν δεν υπήρχε πρόγραμμα δεν θα παρεχόταν ρευστότητα στις κυπριακές τράπεζες και θα έκλειναν.

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, είπε ότι «το κούρεμα καταθέσεων σε οποιοδήποτε βαθμό συζητήθηκε μόνο στο Eurogroup. Δεν συζητήθηκε την προηγούμενη μέρα στο euro working group».

Ερωτηθείς εάν το ευρωσύστημα παρείχε τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης της απόφασης για την απομείωση των ελληνικών ομολόγων προκειμένου να δοθεί κάποια βοήθεια προς την Κύπρο, είπε ότι δεν ήταν ένα εύκολο εγχείρημα και αυτή η δυνατότητα δεν ήταν μεγάλη και πρόσθεσε ότι το εναλλακτικό σενάριο ήταν η χρεοκοπία της Ελλάδας και εξόδου της από την ευρωζώνη με πολύ πιο μεγάλες ζημίες για τις κυπριακές τράπεζες

Η επόμενη συνεδρία της επιτροπής θα πραγματοποιηθεί στις 7 Ιουνίου στις 10.30 το πρωί και σ’ αυτή θα παρουσιαστεί να καταθέσει ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικών μελετών και ΕΕ Ανδρέας Χαραλάμπους.

Keywords
Τυχαία Θέματα