Βέλγος ΥΠΕΣ: «Νεκρή» η αναθεώρηση της Συνθήκης Δουβλίνου

«Νεκρή» χαρακτηρίζει την επιχειρούμενη αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου για τη χορήγηση ασύλου στους μετανάστες που εισέρχονται στις χώρες της ΕΕ, ο Βέλγος Υφυπουργός T. Francken σε δηλώσεις του μετά το πέρας των εργασιών του Συμβουλίου Εσωτερικών Υποθέσεων στο Λουξεμβούργο, προειδοποιώντας, παράλληλα, ότι «εάν δεν βρεθεί λύση στο θέμα της μεταναστευτικής κρίσης, η ΕΕ δεν θα υπάρχει μετά από πέντε χρόνια». Τις δηλώσεις του Francken προβάλλουν τόσο η De Standaard όσο και η De Tijd, σημειώνοντας ότι κατά το Βέλγο αξιωματούχο, «δεν υπάρχει επαρκής βάση για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων στο θέμα αυτό».

Επισημαίνεται ειδικότερα ότι σύμφωνα με τον Francken, η άρνηση της Ιταλίας είναι «κατηγορηματική» και ως εκ τούτου ο ίδιος δύσκολα μπορεί να φανταστεί πώς οι αντιρρήσεις της Ιταλίας μπορούν να υπερκεραστούν ώστε να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός και να βρεθεί λύση μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής.

«Υπάρχει μεγάλη έλλειψη εμπιστοσύνης στην ΕΕ, καθώς Ιταλία και Ελλάδα δεν πιστεύουν ότι οι υπόλοιπες χώρες θα τις βοηθήσουν σε περίπτωση μιας νέας προσφυγικής κρίσης. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να μιλήσουμε επί της ουσίας, πώς δηλαδή θα πρέπει να χειριστούμε το θέμα της παράνομης μετανάστευσης», τονίζει. Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο Francken εμφανίζεται υπέρμαχος του αυστραλιανού μοντέλου που προβλέπει τις επαναπροωθήσεις (pushbacks) παράνομων μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους, προειδοποιώντας ότι «εάν δεν γίνει αυτό, θα επικρατήσει χάος στην Ευρώπη».

«Πρέπει να καταστήσουμε σαφές στους μετανάστες ότι δεν θα τους επιτρέψουμε να κάνουν την Ευρώπη σπίτι τους», εξηγεί. Αναφορικά με το πώς κάτι τέτοιο θα καταστεί εφικτό, ο Francken σημειώνει ότι η παράνομη μετανάστευση πρέπει να γίνει στην πράξη αδύνατη μέσω συμφωνιών με διάφορες αφρικανικές χώρες (πχ Τυνησία) κατά τα πρότυπα της αντίστοιχης συμφωνίας με την Τουρκία και μέσω της παροχής μεγαλύτερης βοήθειας στις χώρες προέλευσης.

Από την πλευρά της πάντως η De Morgen προβάλλει δηλώσεις του Επιτρόπου Αβραμόπουλου, ο οποίος ξεκαθαρίζει ότι η Ευρώπη δεν πρόκειται να ακολουθήσει ποτέ το μοντέλο της Αυστραλίας (όπως προτείνει ο Francken), υπογραμμίζοντας, παράλληλα, τη διαφωνία του με την εκτίμηση ότι η μεταρρύθμιση της Συνθήκης του Δουβλίνου είναι «νεκρή». Αναφορά επίσης γίνεται στις αντιδράσεις της γαλλόφωνης αντιπολίτευσης, η οποία εξανέστη κυρίως από τη δήλωση Francken ότι «πρέπει να βρεθεί τρόπος να γίνει μια διασταλτική ερμηνεία/παράκαμψη του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου». Σημειώνεται ειδικότερα ότι ο ηγέτης του PS Di Rupo, θεωρεί ότι «ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Francken ζητά να μην γίνονται σεβαστά τα θεμέλια της δημοκρατίας» και αξιώνει την παραίτησή του από την κυβέρνηση, το κόμμα του πρωθυπουργού Michel MR (γαλλοφωνοι Φιλελεύθεροι) διαβεβαιώνει ότι «η κυβέρνηση Michel σέβεται το διεθνές δίκαιο και θα εξακολουθήσει να το σέβεται», ενώ ο βουλευτής των Ecolo Hellings υπενθυμίζει ότι κατά το παρελθόν ο Βέλγος πρωθυπουργός Michel έχει χαρακτηρίσει «ιερή αρχή» το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.

Από την πλευρά της η De Tijd εκτιμά ότι αυτό που έκανε ουσιαστικά ο Francken είναι να επαναφέρει στο τραπέζι μια παλαιότερη πρόταση του (ομοϊδεάτη του) ηγέτη των φλαμανδών εθνικιστών De Wever περί της ανάγκης να ακολουθηθεί το αυστραλιανό μοντέλο των pushbacks, το οποίο όμως προσκρούει στο άρθρο 3 της ΕΔΑΔ. Μετά το σάλο πάντως που προκλήθηκε, αναφέρει η De Standaard, ο Francken θέλησε να ανασκευάσει μερικώς, διευκρινίζοντας ότι μιλώντας για «διασταλτική ερμηνεία» εννοούσε την υπογραφή μιας συμφωνίας με την Τυνησία και όχι παραβίαση του άρθρου 3.

Την εκτίμηση ότι η μεταρρύθμιση της Συνθήκης του Δουβλίνου πνέει τα λοίσθια διατυπώνει η De Standaard, εξηγώντας ότι το χάσμα που χωρίζει τις απόψεις των κρατών μελών είναι τόσο βαθύ που απειλεί να βάλει ταφόπετρα στα σχέδια αναθεώρησής της.

Επιπλέον την ανάγκη να μπει φραγμός στην παράνομη μετανάστευση αναγνωρίζει η De Standaard στο κύριο άρθρο της, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα γίνονται σεβαστά όσα προβλέπονται στις διεθνείς συμβάσεις και θα τηρηθεί το διεθνές δίκαιο. Ως εκ τούτου η εφημερίδα θεωρεί ότι ναι μεν τα ευρωπαϊκά σύνορα δεν μπορεί να είναι ανοιχτά στους πάντες, ωστόσο σημειώνει ότι η επιθυμία για αναζήτηση ενός ευνοϊκότερου περιβάλλοντος είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη φύση, άρα οι μετακινήσεις πληθυσμών δεν πρόκειται να σταματήσουν ποτέ. Κατά την εφημερίδα, από τη στιγμή που το «πακετάρισμα» των προσφύγων πίσω στις χώρες τους με συνοπτικές διαδικασίες αντιβαίνει στο διεθνές δίκαιο, η μόνη λύση είναι να επισπευσθούν οι διαπραγματεύσεις με τις αφρικανικές χώρες προκειμένου να συναφθούν συμφωνίες για το μεταναστευτικό.

Με τη σειρά της η De Tijd στο κύριο άρθρο της χαρακτηρίζει την ευρωπαϊκή πολιτική για το προσφυγικό «νεκρό γράμμα» και εκτιμά ότι για το λόγο αυτό δημιουργείται πρόσφορο έδαφος στους κάθε λογής λαϊκιστές να εκμεταλλεύονται τη συγκυρία και να καλύπτουν το κενό με την έξαλλη αντιμεταναστευτική ρητορική τους. Για το ‘δέον γενέσθαι' πάντως, η εφημερίδα εμφανίζεται μάλλον απαισιόδοξη, σημειώνοντας ότι από τη στιγμή που οι μεταναστευτικές ροές είναι μη αναστρέψιμες, το καλύτερο που μπορεί να επιτευχθεί είναι να μπει μια κάποια τάξη μέσω της υιοθέτησης κανόνων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο που θα μπορέσουν να τις τιθασεύσουν κάνοντας την κατάσταση διαχειρίσιμη, κάτι που όμως προς το παρόν δεν δείχνει εφικτό λόγω της διάστασης απόψεων εντός της ΕΕ – Η εφημερίδα πάντως τάσσεται σε κάθε περίπτωση εναντίον των προτάσεων για μίμηση του αυστραλιανού μοντέλου, με το σκεπτικό ότι η Ευρώπη δεν διαθέτει νησιά στα οποία θα μπορεί να «παρκάρει» τους μετανάστες όπως κάνει η Αυστραλία.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα