Κατά μέτρων στήριξης ο ΟΟΣΑ – Λέει όχι στις οριζόντιες ενεργειακές ενισχύσεις, σε ευθεία γραμμή με το ΔΝΤ

Τον τερματισμό των οριζόντιων μέτρων στήριξης, ιδίως αυτών που αφορούν τα ενεργειακά τιμολόγια, προτείνει ο ΟΟΣΑ, ο οποίος υποστηρίζει την εισοδηματική ενίσχυση των ευάλωτων νοικοκυριών. Πρόκειται για τη λογική της αντίστοιχης σύστασης που είχε κάνει προσφάτως το ΔΝΤ προς την Ελλάδα.

Μάλιστα υπογραμμίζει ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις 3,1% φέτος, σημειώνοντας κατακόρυφη

πτώση από το ισχυρό 5,9% του 2021. Για το επόμενο έτος οι προβλέψεις του Οργανισμού είναι ακόμη χειρότερες: Η διεθνής οικονομία θα αναπτυχθεί μόνο κατά 2,2% το 2023.

Ειδικότερα, πάντως, ο Οργανισμός αναμένει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας 6,7% φέτος και 1,6% τόσο το 2023 όσο και το 2024. Η εκτίμηση είναι πολύ κοντά σε εκείνη του ελληνικού οικονομικού επιτελείου για ανάπτυξη 1,8% το 2023 και πιο αισιόδοξη από εκείνη της Κομισιόν, που έχει ρίξει τον πήχη στο 1%. Ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει στο 4,3% την επόμενη χρονιά από 9,7%. Το 2024 εκτιμάται ότι θα βρεθεί λίγο πάνω από τον στόχο του 2% (2,3%).

Στην έκθεση αναφέρεται ακόμη ότι η Ελλάδα εμφανίζει ελλείψεις εργατικού δυναμικού, από τις μεγαλύτερες μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., ιδιαίτερα σε τομείς που ανακάμπτουν ισχυρά. «Ο πληθωρισμός αποκτά ευρύτερη βάση καθώς οι αυξημένες ελλείψεις εργατικού δυναμικού συμβάλλουν σε μισθολογικές πιέσεις» σημειώνεται.

Ο μηχανισμός προσαρμογής των μισθών θα πρέπει να μετατοπιστεί από τον διοικητικό καθορισμό του κατώτατου μισθού σε κλαδικές συλλογικές διαπραγματεύσεις, που αντανακλούν τις συνθήκες στους διάφορους κλάδους και την παραγωγικότητα της εργασίας, ώστε να στηριχθούν τα πραγματικά εισοδήματα και παράλληλα να μετριαστούν οι πληθωριστικές πιέσεις.

Για τα δημόσια οικονομικά ο ΟΟΣΑ προβλέπει μείωση του συνολικού ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης στο 2,5% του ΑΕΠ το 2023 και στο 1,5% το 2024 από 4,3% εφέτος. Με τα δημοσιονομικά μέτρα για το 2023 θα συνεχιστεί η στήριξη στην οικονομία, με το κόστος τους να ανέρχεται στο 1,6% του ΑΕΠ έναντι 1,9% εφέτος.

Κριτική ασκεί ο ΟΟΣΑ στο μέτρο της επιδότησης επιτοκίου στεγαστικών δανείων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση σημειώνοντας ότι είναι πιθανόν να αυξήσει τις τιμές των κατοικιών όταν η νέα προσφορά είναι περιορισμένη, με αποτέλεσμα τη μείωση της πρόσβασης σε ιδιόκτητες κατοικίες.

Αντί της επιδότησης των δανείων προτείνει τη διάθεση των σχετικών πόρων για τη διεύρυνση των προγραμμάτων που στηρίζουν την πρόσβαση σε κατοικίες υψηλότερης ποιότητας, με ανακαινίσεις για τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητάς τους.

Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η υποχώρηση των τιμών της ενέργειας αναμένεται να μειώσει τον πληθωρισμό και να στηρίξει την κατανάλωση το 2024. Οι εκταμιεύσεις από το ταμείο ανάκαμψης αναμένεται να διατηρήσουν μια μέτρια αύξηση των επενδύσεων εν όψει του υψηλότερου κόστους. Ο πληθωρισμός αποκτά ευρύτερη βάση, καθώς οι αυξανόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού συμβάλλουν στις μισθολογικές πιέσεις.

Η μετατόπιση των δημοσιονομικών μέτρων προς την εισοδηματική στήριξη σε ευάλωτες ομάδες και η μεγαλύτερη στήριξη για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα ενθαρρύνει την εξοικονόμηση ενέργειας, θα στηρίξει τα δημόσια οικονομικά και θα μετριάσει τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις.

Αυτό θα βοηθούσε την Ελλάδα να επιτύχει αξιολόγηση του δημόσιου χρέους με επενδυτική βαθμίδα. Θα μπορούσε επίσης να αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμους στόχους, ιδίως τη μείωση των εκπομπών και τη μείωση των υψηλών επιπέδων ενεργειακής φτώχειας.

Καθοριστικοί τουρισμός και ναυτιλία

Η οικονομία της Ελλάδας αναπτύχθηκε έντονα κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 λόγω της ανάκαμψης των εξαγωγών – με αιχμή τις υπηρεσίες –, της αύξησης των επενδύσεων και της σημαντικής δημοσιονομικής στήριξης. Οι εισπράξεις από τον τουρισμό από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο του 2022 επέστρεψαν στο ιστορικό υψηλό του 2019, ενώ οι εισπράξεις από τη ναυτιλία το δεύτερο τρίμηνο του 2022 ξεπέρασαν την ίδια περίοδο του 2019 κατά 57%.

Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη έχει υποχωρήσει ελαφρώς από την έναρξη του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, αλλά παραμένει κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα.

Η απασχόληση τον Σεπτέμβριο του 2022 έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο από το 2010. Η Ελλάδα αναφέρει τώρα μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στις ελλείψεις εργατικού δυναμικού από τις χώρες της Ε.Ε., ιδίως σε τομείς που ανακάμπτουν έντονα, όπως οι κατασκευές.

Ο ετήσιος πληθωρισμός έφθασε το 12,1% τον Σεπτέμβριο του 2022, προτού επιβραδυνθεί τον Οκτώβριο του 2022, καθώς οι τιμές της ενέργειας υποχώρησαν. Οι πληθωριστικές προσδοκίες παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ιδίως στις κατασκευές, τις υπηρεσίες και το λιανικό εμπόριο.

Μείωση εισοδημάτων

Οι διαταραχές στον εφοδιασμό με τρόφιμα και ενέργεια και οι υψηλότερες τιμές, που ενισχύονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μειώνουν τα πραγματικά εισοδήματα, με τις τιμές της ενέργειας για τους καταναλωτές να αυξάνονται κατά 53% το έτος έως τον Σεπτέμβριο του 2022.

Η Ελλάδα έχει υιοθετήσει μέτρα συνολικού ύψους 5,5% του ΑΕΠ το 2022 για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων έναντι του υψηλού ενεργειακού κόστους, εκ των οποίων το 3,6% του ΑΕΠ χρηματοδοτείται από το Ταμείο Πράσινης Μετάβασης, το οποίο προέρχεται κυρίως από τον μηχανισμό της Ελλάδας για την είσπραξη απρόβλεπτων εσόδων στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Ελλάδα αυξάνει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά διαθέτει μικρή αποθηκευτική ικανότητα και επιδιώκει συμφωνίες αποθήκευσης με γειτονικές χώρες. Έχει ήδη συμφωνήσει με την Ιταλία να αποθηκεύσει αέριο που αντιστοιχεί στο 5% της κατανάλωσής της κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022. Η κυβέρνηση δεν αναμένει ελλείψεις στον ενεργειακό εφοδιασμό και δεν έχει ανακοινώσει σχέδιο για τη διανομή της ενέργειας σε περίπτωση έλλειψης φυσικού αερίου.

Η νομισματική σύσφιξη και η αυξανόμενη διεθνής αβεβαιότητα έχουν οδηγήσει σε αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων. Οι διαφορές μεταξύ των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων της Ελλάδας και της Γερμανίας αυξήθηκαν περισσότερο από ό,τι σε άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ έως τον Νοέμβριο. Ωστόσο, το μέσο κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε πιο αργά, γεγονός που εν μέρει αντανακλά τη βελτίωση της πρόσβασης των τραπεζών σε δανειακά κεφάλαια.

Την ίδια ώρα η άνοδος των τιμών και του κόστους των επενδύσεων και η απεμπλοκή της δημοσιονομικής στήριξης προβλέπεται να μετριάσουν την οικονομική ανάπτυξη. Η αύξηση της κατανάλωσης προβλέπεται να εξασθενήσει, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός αποδυναμώνει τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών. Η δημοσιονομική στήριξη για τη θωράκιση των νοικοκυριών από το αυξανόμενο κόστος ζωής αναμένεται να λήξει από το 2023.

Προς έκρηξη των κόκκινων δανείων

Πιο ευάλωτα τα χαμηλότερα εισοδήματα σύμφωνα με έκθεση της ΕΚΤ

Βασικό κριτήριο η ικανότητα των νοικοκυριών να καλύπτουν τις βασικές τους ανάγκες

Η εκτίναξη των επιτοκίων και του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη θα οδηγήσει σε αύξηση των κόκκινων δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες στα νοικοκυριά, σύμφωνα με έκθεση της ΕΚΤ για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (Financial Stability Report).

Η ΕΚΤ χρησιμοποίησε στοιχεία για την εισοδηματική κατάσταση των δανειοληπτών από έρευνά της (Household Finance and Consumption Survey), η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 2016 και του 2018, για να εκτιμήσει την επίπτωση στην ικανότητα των νοικοκυριών να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Για να παρακάμψει το γεγονός ότι τα στοιχεία αφορούν προηγούμενα έτη, προχώρησε σε προβολή των στοιχείων στο 2022, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των βασικών οικονομικών μεταβλητών.

Στο καθοδικό σενάριο η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) των τραπεζών της Ευρωζώνης θα αυξηθούν κατά 80 μονάδες βάσης (0,8 της ποσοστιαίας μονάδας), αλλά από πολύ χαμηλό επίπεδο και θα αφορούν κυρίως δάνεια που έχουν νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα.

Για τις ελληνικές τράπεζες, ο δείκτης των NPL αναμένεται να αυξηθεί οριακά στο βασικό σενάριο και πιο σημαντικά στο καθοδικό σενάριο.

Συγκεκριμένα, το βασικό σενάριο προβλέπεται αύξηση των NPL στο 6,77% από 6,71% για τα στεγαστικά δάνεια και στο 3,23% από 3,21% για τα καταναλωτικά δάνεια. Το σενάριο αυτό βασίζεται στην υπόθεση ότι θα κοκκινίσουν τα δάνεια όλων των νοικοκυριών που το διαθέσιμο εισόδημά τους δεν επαρκεί για τις βασικές ανάγκες τους – διατροφή, ενέργεια και στέγαση – και την πληρωμή της δόσης των δανείων τους και επιπλέον οι καταθέσεις ή άλλα ρευστά περιουσιακά στοιχεία τους δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών αυτών ούτε για έναν μήνα.

Τα νοικοκυριά αυτά θεωρείται ότι στερούνται ρευστότητας (illiquid) και εντοπίζονται κυρίως στη χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που στερούνται ρευστότητας, με βάση τον παραπάνω ορισμό, ανερχόταν στο 2,16% του συνόλου των νοικοκυριών πριν από το πληθωριστικό σοκ και εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 0,43% εξαιτίας του.

Το καθοδικό σενάριο εκτιμά ότι ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα αυξηθεί στο 8% για τα στεγαστικά και στο 3,59% για τα καταναλωτικά δάνεια.

Η υπόθεση στην περίπτωση αυτή είναι ότι θα κοκκινίσουν και όλα τα δάνεια των νοικοκυριών με ανεπαρκές διαθέσιμο εισόδημα, τα οποία όμως έχουν ρευστά περιουσιακά στοιχεία που καλύπτουν τις βασικές δαπάνες και τη δαπάνη για τη δόση του δανείου τους για διάστημα έως 12 μήνες. Τα νοικοκυριά αυτά θεωρούνται ότι είναι υπό πίεση (distressed).

H EKT σημειώνει ότι η πορεία των δανείων τους θα εξαρτηθεί από την πορεία του πραγματικού εισοδήματός τους φέτος και το 2023 και από τα κρατικά μέτρα στήριξης.

Καθώς ο πληθωρισμός έχει ως αιχμή τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, ο αντίκτυπος είναι μεγαλύτερος στα νοικοκυριά με το χαμηλότερο εισόδημα, τα οποία δαπανούν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για την κάλυψη των αναγκών αυτών. Στο σύνολο της Ευρωζώνης, τα φτωχότερα νοικοκυριά διαθέτουν το 70% του εισοδήματός τους για την κάλυψη βασικών αναγκών έναντι 34% που είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τα νοικοκυριά μεσαίου εισοδήματος.

Διαβάστε επίσης:

Ο φόβος της «σπασμένης πόρτας»: Πολλαπλασιάζονται οι πονοκέφαλοι και οι αβεβαιότητες για την κυβέρνηση

Υποκλοπές, πλειστηριασμοί, ακρίβεια στην «φαρέτρα» του ΣΥΡΙΖΑ

Οι Ευρωπαίοι κατά του τουρκολιβυκού μνημονίου

Keywords
Τυχαία Θέματα