Ιστορίες της Σελήνης..... Ακολουθείστε με στον κόσμο της φαντασίας και .. όχι μόνο... :)

"Χαμμένος Θεός"

Κεφάλαιο 1 (συνέχεια)

Νιώθω ότι είμαι ξαπλωμένος κάπου σκληρά και υγρά… Ανοίγω τα μάτια μου και το πρώτο πράγμα που αντικρίζω είναι το απόλυτο σκοτάδι. Αφήνω λίγο χρόνο στα μάτια μου να συνηθίσουν και αυτά δεν αργούν να υπακούσουν. Ανασηκώνομαι και αρχίζω να παρατηρώ πού βρίσκομαι. Ο χώρος γύρω μου μοιάζει με κελί φυλακής. Το δωμάτιο από τσιμέντο είναι πολύ μικρό. Ίσα ίσα που χωράω ξαπλωμένος στο ύψος και αν σηκωθώ όρθιος , το κεφάλι μου οριακά δεν ακουμπάει το ταβάνι. Παράθυρα δεν υπάρχουν, παρά μόνο ένα ....
μικρό, σφραγισμένο πάνω στη σιδερένια πόρτα. Έχει
πολύ υγρασία, γι’ αυτό και το τσιμεντένιο πάτωμα μου φάνηκε υγρό. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Παρατήρησα ότι ένα μέρος του πατώματος δεν ήταν καλυμμένο με τσιμέντο. Υπήρχε χώμα. Μία λωρίδα γης που έφτανε μέχρι και τη σιδερένια πόρτα.Όσο περνούσε η ώρα, μπορούσα να διακρίνω ακόμα περισσότερα πράγματα. Το βλέμμα μου λοιπόν, τράβηξε κάτι περίεργο. Ένα πορτοκαλί ρυάκι ξεκινούσε απ’ τη σιδερένια πόρτα και κυλούσε μέσα απ’ το χώμα μέχρι την άκρη του κελιού μου. Κυλούσε ασταμάτητα και έμοιαζε να φωσφορίζει.Διψούσα και πεινούσα σαν τρελός. Οι πληγές μου δεν είχαν επουλωθεί καθόλου και πονούσαν πολύ αλλά η πείνα και η δίψα μου αυτή τη στιγμή υπερνικούσαν κάθε πόνο. Ήλπιζα ότι κάποιος θα ξεκλείδωνε την πόρτα από στιγμή σε στιγμή και θα μου έδινε φαγητό όπως κάνουν σε όλους τους φυλακισμένους. Οι ώρες όμως περνούσαν και κανένας δεν εμφανιζόταν..Δεν άντεχα άλλο… Δεν ήξερα τι να κάνω… Μία τρελή ιδέα μου πέρασε απ’ το μυαλό. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να τιθασεύσω τη δίψα μου. Και ο μόνος τρόπος ήταν το πορτοκαλί ρυάκι. Δεν ήξερα τι ήταν. Μπορεί να ήταν δηλητήριο. Αλλά έπρεπε να ρισκάρω. Στην κατάσταση που ήμουν , ακόμα και δηλητήριο να ήταν… τουλάχιστον θα με γλίτωνε απ’ αυτό το μαρτύριο… Αν δεν ήταν όμως, θα γλίτωνα την αφυδάτωση κ έναν αργό και βασανιστικό θάνατο. Έτσι λοιπόν, δεν έχασα χρόνο. Όρμησα στο πορτοκαλί ρυάκι και με τις χούφτες μου άρχισα να ρουφάω το παχύρευστο υγρό με λαιμαργία. Ήταν δροσερό και γλυκό. Ήπια μέχρι που δεν μπορούσα άλλο. Μέχρι που φούσκωσα τόσο πολύ που νόμιζα ότι θα σκάσω.Απομακρύνθηκα και κάθισα στη γωνία του κελιού μου με την πλάτη στον τοίχο… Σκέψεις κατέκλεισαν το μυαλό μου και χωρίς να το πάρω χαμπάρι, με πήρε ο ύπνος…Δεν ξέρω πόσες ώρες είχαν περάσει… μπορεί και μέρες.. δεν θυμάμαι… Το μόνο που θυμάμαι είναι πως ξύπνησα άλλες δύο φορές και πεινούσα πολύ. Το μόνο που έκανα ήταν να πίνω το πορτοκαλί υγρό και να ξαναπέφτω σε λήθαργο. Ένιωθα το σώμα μου άκαμπτο και πιασμένο απ’ τον ύπνο, αλλά οι πληγές μου δεν πονούσαν πια. Το βλέμμα μου σκάναρε το σώμα μου και αυτό που αντίκρισα με σόκαρε. Δεν υπήρχε καμία πληγή! Ούτε καν σημάδι! Ήταν σα να μην είχα χτυπήσει ποτέ μου! Άρχισα ν’ αγγίζομαι. Πίστευα ότι το δέρμα μου θα είχε την υφή ή έστω την αίσθηση της επούλωσης, αλλά τίποτα… Σαν να ήταν όνειρο… Μόνο που δεν ήταν, γιατί βρισκόμουν φυλακισμένος ακόμα σ’ αυτό το κελί, χωρίς να ξέρω πού και γιατί.Ένας βαρύς ήχος ακούστηκε και
Keywords
Τυχαία Θέματα