To θεώρημα του minimum

Έχουμε συμφωνήσει όλοι, ότι και τα τρία ντέρμπι που έχουν παίξει μέχρι τώρα ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός δεν διεκδικούν δάφνες ποιότητας. Η κάθε μία ομάδα νίκησε στην έδρα της. Ο Ολυμπιακός στο κεκλεισμένων των θυρών ΣΕΦ, την πρώτη αγωνιστική και ο Παναθηναϊκός

τα δυο τελευταία, στο ΟΑΚΑ για τον ημιτελικό του κυπέλλου και για την πρώτη αγωνιστική του δεύτερου γύρου.

Το κοινό τους χαρακτηριστικό, ήταν ότι και τα τρία κρίθηκαν σε χαμηλά σκορ και με έναν ρυθμό, ο οποίος λέμε ότι βολεύει τον Παναθηναϊκό, ο οποίος βασίζεται στην άμυνα και τις επιθέσεις «πέντε εναντίον πέντε» που απαιτούν αργό τέμπο.

Κι εδώ προκύπτουν δυο ζητήματα, που αξίζει να επικεντρωθεί κανείς, αφού υποθέτω ότι τα περισσότερα περί καλής και κακής ψυχολογίας, απουσιών ή τραυματισμών, φόρμας ή ντεφοραρίσματος, τα έχουμε συζητήσει και αναλύσει επαρκώς.

Ζήτημα πρώτο

Το ένα, είναι που έρχεται να επιβεβαιώσει το «θεώρημα του minimum”, το οποίο έχω ακούσει πριν από πολλά χρόνια και έκτοτε το παρακολουθώ για να το τσεκάρω. Αυτό λέει ότι: Πιο πολλές πιθανότητες να επιβιώσει από δύσκολες καταστάσεις, σε μια μακριά σεζόν έχει η ομάδα που έχει το υψηλότερο minimum απόδοσης, παρά μια άλλη που έχει υψηλότερο maximum.

Για να το πω πιο απλά και με συγκεκριμένο παράδειγμα, ο φετινός Παναθηναϊκός φαίνεται ότι έχει πλέον σταθεροποιήσει το επίπεδο του, με την έννοια ότι στην χειρότερη βραδιά του, η απόδοσή του να μην πέφτει κάτω από το 6,5. Κάποια βασικά πράγματα τα υπηρετεί σταθερά και με συνέπεια. Αντίθετα ο Ολυμπιακός, τουλάχιστον με το υλικό που ξεκίνησε τη σεζόν, στην καλή του μέρα (λέγε με maximum) να έχει εμφανιστεί καλύτερος από τον καλό Παναθηναϊκό, αλλά στην κακή του έχει πέσει πολύ πιο κάτω από τον κακό Παναθηναϊκό. Και πιο ενδεικτικό παράδειγμα αναφέρω το ματς του Μιλάνου, όπου δεν αντιμετώπισε μια ομάδα από αυτές που χαρακτηρίζονται πρώτης γραμμής. Εκεί έπεσε πολύ κάτω από τη βάση.

Το έξτρα και η βάση

Τη δεδομένη στιγμή, θεωρώ ότι αυτό που ψάχνει ο Παναθηναϊκός σε μια περίοδο που έχει ξεπεράσει με επιτυχία την κρίση της πρώτης φάσης(προκρίθηκε ως 4ος στον όμιλό του) και έχει καταλήξει στο στυλ το οποίο τον κάνει πιο αποτελεσματικό, είναι να ανεβάσει το maximum, ώστε να αναμετρηθεί πια με το πάνω ράφι της Ευρώπης. Αυτό μπορεί να συμβεί , όσο οι τέσσερις παίκτες που δεν συμπεριλαμβάνονται στο «βασικό rotation των 8» (Μπατίστ, Μαυροκεφαλίδης, Παππάς, Γιάνκοβιτς), ανά περίσταση, προσφέρουν όσα και ο Μαυροκεφαλίδης την Δευτέρα και ακόμη περισσότερα.

Αντίθετα, ο Ολυμπιακός, με την απώλεια στήριξης και εναλλακτικών λύσεων που του προσέφεραν οι Λο και Πέτγουεϊ, περνάει από αγωνιστική και ψυχολογική στενωπό. Προσπαθεί να βρει ένα τρόπο να μην εξαρτάται, στα μεγάλα ματς, αποκλειστικά και μόνο από τα ποσοστά ευστοχίας που θα καταγράφει το κοντέρ των περιφερειακών στα τρίποντα. Με την Φενέρ Σπανούλης, Περπέρογλου και Λοτζέσκι τα έβαλαν, η μεγάλη νίκη ήρθε. Με τον Παναθηναϊκό, που εμφανίστηκαν- και τις δυο φορές- από διστακτικοί έως φοβισμένοι και έσπασαν τα καλάθια, η ήττα ήρθε μοιραία. Με την Αρμάνι μάλιστα που τα έβαλαν οι απέναντι, ο κατήφορος σταμάτησε στο -30. Είναι αλήθεια ότι τα προβλήματα βρήκαν τον πρωταθλητή Ευρώπης, σε μια τελείως ακατάλληλη εποχή, τον αποσυντόνισαν εντελώς και διατάραξαν τη χημεία του. Πόσο ανεπανόρθωτα, θα φανεί κατ’ αρχήν με την Ευρωπαϊκή του πορεία. Η αλήθεια είναι ότι ο Μπαρτζώκας που είχε δημιουργήσει μια ομάδα ενέργειας και ρυθμού δείχνει εγκλωβισμένος, γιατί δεν είχε το χρόνο ούτε την πολυτέλεια των επιλογών για να διαλέξει αντικαταστάτες (Κόλινς,Μουν). Και παράλληλα έχει να κάνει με τα αποκτήματα του καλοκαιριού τα οποία προέρχονται από ομάδες χαμηλότερου επιπέδου, χωρίς παραστάσεις Ευρωλίγκας, που καλούνται να αποδείξουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν κάτω από συνθήκες ασφυκτικής και ασυνήθιστης γι αυτούς πίεσης. Αυτό ήταν ένα ρίσκο που φαντάζομαι ότι το πήρε ενσυνείδητα.

Ζήτημα δεύτερο

Ναι, ο Παναθηναϊκός έχει πάρει τον αέρα του Ολυμπιακού και του έχει επιβληθεί πνευματικά σε όλα τα επίπεδα, αναγκάζοντάς τον να αποπροσανατολίζεται όσο συζητάει μόνο για την διαιτησία. Ναι, ο Παναθηναϊκός θα έχει το πλεονέκτημα έδρας στον τελικό του πρωταθλήματος, τον οποίο η πρόσφατη ιστορία δείχνει ότι ξέρει να αξιοποιεί καλύτερα από τον «αιώνιο» αντίπαλό του.. Αλλά από την άλλη, όσο τα μεταξύ τους ματς πάνε σε χαμηλά σκορ και μικρές διαφορές, μην ξεχνάμε ότι κρίνονται από μια λεπτομέρεια, από ένα σουτ που μπήκε ή δεν μπήκε, από ένα ριμπάουντ, από ένα λάθος. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι βέβαιο ότι ο Σπανούλης θα συνεχίζει να σουτάρει τόσο άσχημα μέσα στο ΟΑΚΑ , ή ότι συνεχώς θα βρίσκονται σε καταστολή και οι υπόλοιποι περιφερειακοί σουτέρ του Ολυμπιακού. Γιατί αν το κάνουν , δεν νομίζω ότι οι Πειραιώτες έχουν αξιώσεις να κάνουν «μπρέικ» και να πάρουν το αίμα τους πίσω για το περσινό.

Keywords
Τυχαία Θέματα