MXGP 3

Τα δύο πρόσωπα της Milestone.

Είναι Κυριακή πρωί. Νωρίς το πρωί. Από την προηγούμενη ημέρα έχετε καταστρώσει στο μυαλό σας τη στρατηγική που θα ακολουθήσετε στη χωμάτινη διαδρομή που θα βρεθείτε. Ο εξοπλισμός είναι όσο γυαλιστερός γίνεται. Νέες ξύστρες έχουν μπει στις μπότες –και ήδη σκέφτεστε το πώς θα τις καταστρέψετε- κράνος, γάντια και στολή στη θέση τους, από τη μηχανή έχει αφαιρεθεί όσο το δυνατό περισσότερη λάσπη από την προηγούμενη εξόρμηση, βενζίνη έχουμε, λάδια στο φουλ, σιγαστήρας εξάτμισης μονίμως εξαφανισμένος, οπότε όλα έτοιμα. Φτάνει η ώρα της χαράς, όπου πατάς επιτέλους

χώμα και επιχειρώντας να ξεκινήσεις, συνειδητοποιείς πως έχεις μείνει από μπαταρία. Η απόλυτη απογοήτευση. Μία απογοήτευση που οι φίλοι των δύο τροχών θα νιώσουν όταν αποφασίσουν να ασχοληθούν και με το MXGP3 της Milestone. Και αυτή είναι μία πρόταση που πραγματικά δυσκολευόμαστε να χωνέψουμε πως την έχουμε γράψει.

Καταρχάς, να ξεκαθαρίσουμε πως η αγάπη αλλά και εκτίμησή μας για την ιταλική Milestone θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια οικονομικοί λόγοι έχουν περιορίσει σημαντικά το κατά τα άλλα δραστήριο studio και έτσι στο παρελθόν ανήκουν διάφορα events, προσωπικές προσκλήσεις και ατελείωτες βόλτες με μηχανές στην πανέμορφη ιταλική επαρχία. Αυτή η "αποξένωση" δυστυχώς έχει αρχίσει να δείχνει και σημάδια κούρασης στη χωμάτινη σειρά της εταιρείας -το MotoGP ευτυχώς συνεχίζει να σκίζει και σύντομα θα υπάρξει review για αυτό- η οποία ενώ προσπάθησε να κάνει το βήμα παραπάνω, τελικά κατάφερε να κάνει ένα τεράστιο άλμα προς τα πίσω.

Όπως στο παρελθόν, έτσι και τώρα η σειρά MXGP δείχνει να απευθύνεται σε ένα αρκετά περιορισμένο κοινό, το οποίο θα εκτιμήσει αφάνταστα τον hardcore χαρακτήρα της, αλλά από την άλλη δεν θα μπορέσει να αποφέρει τα απαραίτητα κέρδη που με τη σειρά τους θα φέρουν αυτό που όλοι εύχονται κάθε χρόνο: Την εξέλιξη. Η πλέον προφανής διαφορά είναι η αξιοποίηση της τρέχουσας γενιάς hardware και η επιλογή μιας νέας μηχανής γραφικών, που όμως αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων. Αλλά ας βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Κατόπιν της μάλλον αδιάφορης εισαγωγικής σκηνής, ο παίκτης μεταφέρεται στο κεντρικό μενού, όπου ως συνήθως την κατάσταση σώζουν οι αρκετές διαθέσιμες επιλογές και όχι η ξεπερασμένη, πλέον, αισθητική που χρησιμοποιούν στο design τους οι Ιταλοί.

Αρχικά απαιτείται η δημιουργία του ψηφιακού avatar, μέσω μιας ατελείωτης λίστας από επώνυμα αξεσουάρ, ενώ σειρά παίρνει ένα υποτυπώδες tutorial. Και εδώ εντοπίζεται το ένα από τα δύο σημαντικά αγκάθια του MXGP3. Δυστυχώς, ο τίτλος είναι κομμένος και ραμμένος για τους έμπειρους παίκτες, και το ερώτημα που προκύπτει είναι τι συμβαίνει με όλους τους υπόλοιπους. Ενεργοποιώντας τις διαθέσιμες βοήθειες, το MXGP 3 μεταμορφώνεται σε ένα χοντροκομμένο και άτσαλο arcade racer, με έννοιες όπως η φυσική και η βαρύτητα να πηγαίνουν περίπατο, συνθέτοντας μια εικόνα απίστευτα αποκρουστική. Όπως συμβαίνει πάντα, ευτυχώς το νόμισμα έχει δύο όψεις και όσοι έχουν την απαραίτητη υπομονή και αν έχουν βρεθεί έστω και μία φορά επάνω σε μία μηχανή της συγκεκριμένης κατηγορίας, θα εκτιμήσουν βαθύτατα όσα θα βρουν μπροστά τους επιλέγοντας το simulation μονοπάτι.

Για ακόμα μια φορά οι μοτοσυκλέτες δείχνουν να ακολουθούν από κοντά την πραγματικότητα, έχοντας το απαραίτητο νεύρο και ανάλαφρο πάτημα, πριν βρεθούν σε κάποιο ιδιαίτερα λασπωμένο σημείο. Ο χειρισμός αποδεικνύεται ακριβέστατος και ο τρόπος που έχει εφαρμοστεί στο Dual Shock 4 δεν φάνηκε να μας δυσκολεύει πουθενά. Οι αναλογικές λειτουργίες είναι πάντα σωστές, με την ανάλογη πίεση στα πλήκτρα να μεταφράζεται σωστά στην απόκριση της μηχανής. Πρακτικά, εδώ ο παίκτης καλείται να "παίξει" περισσότερο με το τιμόνι και το γκάζι, να αξιοποιήσει τις καμπύλες στις κλειστές στροφές και κατόπιν, με τέρμα γκάζι, να εκτελέσει ένα ακροβατικό στην επόμενη ράμπα.

Ευτυχώς, ο ανταγωνισμός από τους άλλους οδηγούς βρίσκεται στα γνωστά υψηλά επίπεδα που έχει συνηθίσει η σειρά τους φίλους της, αν και κάποιες παρασπονδίες της AI καλό θα ήταν κάποια στιγμή να διευθετηθούν από τη Milestone. Σαφέστατα οι ρυθμοί δεν πέφτουν ποτέ κατά τη διάρκεια του αγώνα, αλλά από την άλλη είναι άδικο ο παίκτης να ιδρώνει να χτίσει μια διαφορά και με το παραμικρό λάθος να καταλήγει τελευταίος, συνειδητοποιώντας πως οι αντίπαλοί του πηγαίνουν "τραίνο" και δεν πέφτουν σχεδόν ποτέ. Η ένταση κορυφώνεται ακόμα περισσότερο αν επιλέξει κάποιος την προοπτική πρώτου προσώπου, όπου κατά την ταπεινή μας γνώμη η εμπειρία στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι συγκλονιστική. Η αίσθηση της ταχύτητας, οι κραδασμοί, οι λάσπες στην οθόνη, έχουν αποτυπωθεί με έναν μοναδικό τρόπο, που μόνο όσοι το δοκιμάσουν θα καταλάβουν. Πραγματικά είναι απορίας άξιο το πώς θα δείχνει κάποια στιγμή στο μέλλον μία πρόταση της κατηγορίας σε VR περιβάλλον.

Από εκεί και έπειτα η Milestone διατυμπανίζει συνεχώς πως έχουμε να κάνουμε με ένα προϊόν που φέρει την άδεια της επίσημης διοργανώτριας αρχής και έτσι τα πάντα αφήνουν μια αίσθηση αυθεντικότητας. Ιδιαίτερη προσοχή έχει δοθεί στον τομέα του customization, με αμέτρητα εξαρτήματα να γίνονται συνεχώς διαθέσιμα, προκαλώντας τον παίκτη αφενός να τα αποκτήσει και αφετέρου να βάλει τη δική του, προσωπική πινελιά στη μοτοσυκλέτα του. Αναμενόμενα, πέρα από το πλήρες πρωτάθλημα, το career mode είναι αυτό που θα απορροφήσει τους παίκτες. Η προσοχή των χορηγών θα είναι η κύρια έννοια του υποψήφιου πρωταθλητή, με τις νέες συμφωνίες να αποφέρουν χρήματα για εξέλιξη, νέα χρώματα στη μηχανή και -το σημαντικότερο- νέα εξαρτήματα.

Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε το γεγονός πως το MXGP 3 είναι εφοδιασμένο και με άλλες επιλογές αγώνα, αξιοποιώντας ακόμα περισσότερο τον όρο "licensed" και γενικά είναι ευχάριστο πως, τουλάχιστον σε αυτόν τον τομέα, η Milestone καταφέρνει να πάρει άριστα. Το παράδοξο είναι πως πλέον και οι δικτυακοί αγώνες δείχνουν να έχουν αφήσει πίσω τους τα στραβοπατήματα του παρελθόντος και γενικότερα πολύ εύκολα οι παίκτες θα εντοπίσουν αρκετούς αντιπάλους για να... τους πετάξουν στη λάσπη. Δυστυχώς τα γνωστά προβλήματα με το collision detection μάλλον απαιτούν μία ακόμα γενιά hardware για να διορθωθούν, αλλά ακόμα και έτσι, φαίνεται να γίνονται προσπάθειες προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η μεγαλύτερη απογοήτευση του MXGP 3 δεν έρχεται από την επιλογή του να απευθυνθεί σε ένα περιορισμένο κοινό λόγω δυσκολίας και απαιτητικού μοντέλου οδήγησης –με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο κερδών- αλλά από τον απαράδεκτο τεχνικό του τομέα. Από τις εισαγωγικές loading screens ο παίκτης πληροφορείται πως έχει γίνει χρήση της Unreal Engine 4 και γνώμη μας είναι πως αυτό είναι ένα τεράστιο λάθος. Μπορεί η τεχνολογία να υπάρχει και σαφέστατα δαπανήθηκε ένα ποσό για τη χρήση της, αλλά μάλλον κάποιος προσπέρασε το γεγονός πως απαιτείται και ο απαραίτητος προγραμματισμός. Η νέα πρόταση της Milestone καταφέρνει να έχει χειρότερη απόδοση από τον προκάτοχό της και παρόλο που δείχνει να επωφελείται από τη μηχανή της Epic σε κάποιες λεπτομέρειες, το τελικό σύνολο απογοητεύει.

Αναμενόμενα, την παράσταση κλέβουν οι ίδιες οι μηχανές, που ως συνήθως είναι πλημμυρισμένες με λεπτομέρειες ακόμα και σε σημεία που το μη εξοικειωμένο μάτι δεν θα παρατηρήσει ποτέ. Στο ίδιο επίπεδο ποιότητας κυμαίνεται και το οδόστρωμα, το οποίο βασιζόμενο στη λασπωμένη φύση του, διαμορφώνεται συνεχώς από το πέρασμα των αγωνιζόμενων, κάνοντας συνεχώς δύσκολη τη ζωή των αναβατών που βρίσκονται στις πιο πίσω θέσεις. Όμως δεν είναι λίγες οι φορές που το συγκεκριμένο εφέ παραμόρφωσης δείχνει να είναι υπερβολικό και μάλιστα σε βαθμό που να μοιάζει με λίμνη, ενώ και τα textures σε ορισμένα σημεία έχουν αποτυπωθεί με ιδιαίτερα χαμηλή ανάλυση.

Και τα προβλήματα δεν σταματούν εδώ. Συνολικά οι πίστες -και κυρίως τα όσα βρίσκονται τριγύρω- δείχνουν "πλαστικά" και ξένα σε σχέση με τις μοτοσυκλέτες, δημιουργώντας μια εικόνα απρόσμενα ψεύτικη. Για να κρυφτούν αυτές οι κακοτεχνίες, η ομάδα ανάπτυξης δείχνει να το έχει παρακάνει με το bluring εφέ, προσδίδοντας μια εκνευριστικά θολή εικόνα στα πάντα, ενώ για έναν αδιευκρίνιστο λόγο η παλέτα χρωμάτων είναι περισσότερο σκοτεινή από το ιδανικό. Ευτυχώς, ο γενικότερος ήχος του τίτλου -και ιδιαίτερα αυτός των μηχανών- είναι επιτυχής, προσπερνώντας τα άτονα και βαρετά μουσικά κομμάτια που συνοδεύουν το μενού επιλογών.

Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω, είναι εύκολο να συνειδητοποιήσει κανείς προς ποια μεριά γέρνει η ζυγαριά σχετικά με το MXGP 3. Κάτω από άλλες συνθήκες η απόλυτη εξομοίωση θα μας άφηνε με ένα φαρδύ χαμόγελο στο πρόσωπο, αλλά αυτό δε συμβαίνει. Η Milestone αποτυγχάνει να αξιοποιήσει τις αρετές τόσο του σύγχρονου hardware όσο και της νέας μηχανής γραφικών, παραδίδοντας ένα αποτέλεσμα που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αποδεκτό. Με ένα μοντέλο χειρισμού εξαιρετικά δύστροπο, "hardcore" και στα όρια του playable, η αδιαφορία σχετικά με τις ανάγκες του casual κοινού αλλά και οι, πρακτικά, ανύπαρκτες νέες προσθήκες ή βελτιώσεις, θέτουν ξεκάθαρα υπό αμφισβήτηση τις επιλογές της Milestone σε αυτή τη νέα κυκλοφορία της.

To review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.

pcps4xbox one
Keywords
Τυχαία Θέματα