Miss Julie – Φεστιβάλ Αθηνών

23:58 24/6/2012 - Πηγή: Mixtape

Μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Μια απρόσμενη πρωταγωνίστρια. Μια μοναδική εμπειρία.

Βλέποντας για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα το έργο Δεσποινίς Τζούλια (βλ. Δεσποινίδα Τζούλια) του August Strindberg, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών που γιόρτασε για τα καλά το φετινό έτος που ήταν αφιερωμένο στον μεγάλο Σουηδό συγγραφέα με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 ετών από το θάνατό του, σκέφτηκα πως κάπου, κάπως θα υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για το πόσες φορές θα έχει παρασταθεί το συγκεκριμένο

κείμενό του. Αντί να ψάξω τον ακριβή αριθμό αρκέστηκα στην υπόθεση πως μάλλον είναι αναρίθμητες οι φορές που η Δεσποινίδα Τζούλια έχει ανέβει στη σκηνή από το 1888 που ο Strindberg έγραψε το μονόπρακτό του έως σήμερα και αναρωτήθηκα αν ποτέ κανείς είχε την ιδέα της Βρετανίδας σκηνοθέτιδος Katie Mitchell που παρουσίασε τη δική της διασκευή σε συνεργασία με τον Leo Warner στη σκηνοθεσία και τη Βερολινέζικη Schaubühne στην παραγωγή.

Ποια ήταν η ιδέα της; Να κάνει πρωταγωνίστρια όχι την Fröken Julie -όπως είναι ο τίτλος του έργου στα Σουηδικά- αλλά τη μυστηριώδη, αινιγματική Kristine. Η Kristine αγνοείται, κατά τη διάρκεια της ιστορίας, όχι μόνο από τον ίδιο το συγγραφέα αλλά και από τους δύο ήρωες των οποίων τα καμώματα παρακολουθεί παραμένοντας λιγομίλητη. Όμως οι δύο Βρετανοί δημιουργοί στη δική τους εκδοχή επέλεξαν να δουν την ιστορία μέσα από το δικό της βλέμμα αποκλειστικά και να την αναδείξουν πρωταγωνίστρια. Η μεγαλοφυής, κατά τη γνώμη της γράφουσας, ιδέα δεν σταματά, πάντως, εκεί.

Η διασκευή της Katie Mitchell διαλύει κάθε θεατρικότητα και κάνει τους θεατές μάρτυρες της διαδικασίας γυρίσματος μιας ταινίας που εκτυλίσσεται live και εμείς την παρακολουθούμε να αποτυπώνεται μέσα από τις κάμερες στη μεγάλη οθόνη που υπερίπταται μπροστά από το σκηνικό-πλατό της παράστασης. Οι κάμερες παρακολουθούν άλλοτε λεπτομέρειες όπως τα χέρια της Kristine ή το πινέλο ξυρίσματος του Jean και άλλοτε τις πλήρεις σκηνές που εκτυλίσσονται μέσα στο κλειστό κουτί/ σπίτι επί σκηνής. Οι κάμερες μετακινούνται διαρκώς και τοποθετούνται σε στρατηγικές θέσεις καθώς το μοντάζ της ταινίας που παρακολουθούμε στην οθόνη γίνεται, επί της ουσίας, σε πραγματικό χρόνο. Οι ήχοι αναπαράγονται και αυτοί επί σκηνής, όχι από τους ηθοποιούς που τους παράγουν στα αλήθεια αλλά από δύο άλλες ηθοποιούς που παρακολουθούν όσα συμβαίνουν και συντονίζονται με μαεστρία για να προκαλέσουν το ηχητικό τοπίο που ταιριάζει στις κινήσεις των πρωταγωνιστών. Τα λόγια τους, επίσης, όπως στο κινηματογραφικό ντουμπλάζ λέγονται μέσα σε δύο booths στις δύο πλευρές της σκηνής και όχι από τους ίδιους τους ηθοποιούς που παριστάνουν τις δράσεις. Όσο για τη μουσική επένδυση, το soundtrack της παράστασης, κι αυτό συμβαίνει live επί σκηνής, σαν ένα μίνι κονσέρτο της τσελίστριας Chloe Miller. Και όλα αυτά άψογα συντονισμένα, φυσικά, σε μια, κατά τα άλλα, ιδιαίτερα περίπλοκη ενορχήστρωση.

Στην συγκεκριμένη παράσταση ο “τέταρτος τοίχος” που το θέατρο “γκρεμίζει” στήνεται και πάλι, παραμένει μπροστά στ

Keywords
Τυχαία Θέματα