Απώλεια ελέγχου και αφελληνισμός

Οι συνέπειες του τρίτου μνημονίου που ψήφισαν από κοινού κυβέρνηση και αντιπολίτευση πέρυσι το καλοκαίρι, γίνονται αισθητές το τελευταίο διάστημα με τις εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα

Κάνοντας χρήση -εάν όχι κατάχρηση- των διατάξεων που έχουν ψηφιστεί οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές αποσπούν τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος. Αυτό το νόημα έχει ο βέτο που έβαλαν στην επιλογή του διευθύνοντος συμβούλου της Τράπεζας

Πειραιώς και η αλλαγή στην διοίκηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Όπως λένε οι παράγοντες του τραπεζικού χώρου ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος θα περάσει σε ξένα χέρια. Μαζί και ο έλεγχος της οικονομίας αφού πλέον άλλοι θα αποφασίζουν για την δανειοδότηση, όχι μόνο επιχειρήσεων άλλα και ολόκληρων τομέων της ελληνικής οικονομίας. Οι δικές τους στοχεύσεις φυσικά θα είναι διαφορετικές από της οποιασδήποτε ελληνικής κυβέρνησης.

Με το υπερταμείο Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας η κυβέρνηση της αριστεράς παρέδωσε τα κλειδιά για την διαχείριση της δημόσια περιουσίας. Τα όσα άλλα λένε κυβέρνηση και οι βουλευτές της, είναι απλώς προφάσεις εν αμαρτίαις. Το παζλ συμπληρώνεται από την θεσμοθέτηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων στην οποία έχει εκχωρηθεί η αρμοδιότητα να προσδιορίζει, να βεβαιώνει και να εισπράττει τα φορολογικά, τελωνειακά και υπόλοιπα δημόσια έσοδα.

Συμπληρωματικά τα τρία αυτά στερούν από την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση τον έλεγχο επί της οικονομίας, τόσο σαν τρέχουσα διαχείριση όσο και σαν σχεδιασμό και ανάπτυξη. Οι αρμοδιότητες της ελληνικής κυβέρνηση περιορίζονται στην διαχείριση του στενού δημόσιου τομέα, αλλά και εκεί μέσα στο πλαίσιο που οι δανειστές έχουν θέσει.

Είναι σαφές ότι αθροιστικά αυτά αναιρούν το πολιτικό, ιδεολογικό και εν τέλει αξιακό περιεχόμενο της αριστεράς, που θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που με πράξεις, παραλείψεις και αβελτηρίες παρέδωσε την χώρα. Αποκαλύπτουν όμως και την γύμνια του κυβερνητικού θιάσου που θυσιάζει τα πάντα για την παραμονή στην εξουσία.

Το εάν ευθύνεται περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ ή η αντιπολίτευση που πέρυσι πίεζε ασφυκτικά ψηφίστε οποιαδήποτε συμφωνία για να παραμείνουμε στο ευρώ, αποδυναμώνοντας έτσι -λέμε τώρα- την όποια διαπραγματευτική δυνατότητα διέθετε η κυβέρνηση, λίγη σημασία έχει. Ακόμη κι αν οι εκλογές γίνουν σύντομα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κερδίσει, το πλαίσιο θα είναι δεδομένο και οι όποιες δυνατότητες υπονομευμένες.

Το ότι θα προσελκύσει 100 δις ευρώ επενδύσεις μέσα στην επόμενη πενταετία, ώστε να δημιουργούνται 120.000 νέες θέσεις εργασίας το χρόνο και ότι θα εξισορροπήσει τη μείωση των φόρων με περικοπές στο δημόσιο δίχως απολύσεις, ακούγονται περίπου σαν το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ ή στην συνέχεια σαν το παράλληλο πρόγραμμα μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Όπως και ότι η πρόταση που θα κάνει στον Σόιμπλε θα είναι τέτοια που ο γερμανός δεν θα μπορεί να πει όχι. Όλα αυτά εμπίπτουν στον λαϊκισμό που κατά τα άλλα καταγγέλει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Προκαλεί όμως εντύπωση ότι ενώ ήδη η χώρα έχει πάρει τον δρόμο της συνολικής απώλειας ελέγχου κυβέρνηση και αντιπολίτευση αδυνατούν να βρουν ένα τρόπο συνεννόησης. Τους είναι εύκολο να συζητούν με τον Σόιμπλε που συμπεριφέρεται σαν δύναμη οικονομικής κατοχής της χώρας παρά μεταξύ τους. Για να αποδειχθεί ότι οι ίδιες παθογένειες του πολιτικού συστήματος που οδήγησαν την χώρα στη χρεοκοπία εξακολουθούν να καθορίζουν και το σημερινό τοπίο, ανεξαρτήτως νέων κομμάτων και αρχηγών.

Keywords
Τυχαία Θέματα