Νέοι καιροί, νέα ήθη; – Η δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό προϋποθέτει λιγότερη υποκρισία

Αμέσως μετά την εκλογή του ο Πρωθυπουργός έλαβε μέρος στο Συμβούλιο Κορυφής (Βρυξέλλες, 30.06.2023), στο οποίο η Ημερήσια Διάταξη περιλάμβανε το Ουκρανικό, το μεταναστευτικό, αλλά και το Κυπριακό. Το τελευταίο προσεγγίστηκε με την παραδοσιακή ευρωπαϊκή αδυναμία σεβασμού των δεσμεύσεων που προκύπτουν από το συμβατικό πλαίσιο της Ε.Ε.

Η επανάληψη της διαβεβαίωσης όλων των εταίρων, καθώς επίσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο του ΟΗΕ αποτελεί μία απλή απόφαση «πολιτικού καθωσπρεπισμού», έστω και αν

η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει ακόμη μία έκθεση στη βάση προηγουμένων δεσμεύσεων. Εκθέσεις κατάστασης για την Τουρκία έχουν συνταχθεί πολλές φορές, αποφεύγονται όμως σαφείς διατυπώσεις που αφορούν στον τερματισμό της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής και στις υποχρεώσεις της Τουρκίας. Με την ανοχή της Ε.Ε. προς την Τουρκία παρεμποδίζεται η εφαρμογή του κεκτημένου σε όλη την Κύπρο, με αποτέλεσμα να θίγεται η ουσία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στην υπερευαίσθητη Ανατολική Μεσόγειο.

Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας εκκίνησε το 2005 με συμφωνία όλων των κρατών μελών, όπως προβλέπεται από της ιδρυτικές και επακολουθείσασες συνθήκες ολοκλήρωσης της Ε.Ε., έπειτα από πολύ ουσιαστικές οικονομικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις.

Η απόφαση, που άναψε το «πράσινο φως» στην Τουρκία, ώστε οι ηγεσίες και ο λαός της να προσβλέπουν σε αίσια κατάληξη της διαδικασίας, δεν μπορεί να μεταβάλλεται «a la carte» ούτε από τα κράτη μέλη ούτε από την Τουρκία. Οι υποχρεώσεις και δεσμεύσεις των κυβερνήσεων των μελών της Ε.Ε. και της Τουρκίας δεν έχουν κανένα περιθώριο ελαστικότητας, επειδή το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο που τις ορίζει δεν επιτρέπει οποιαδήποτε μονομερή, κακώς εννοούμενη πολιτική ευελιξία (flexibility) που αλλοιώνει το πνεύμα και το γράμμα του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Οι Γερμανοί…

Οι δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων, λίγες ημέρες πριν από τις εργασίες του Συμβουλίου Κορυφής, περί αναγκαιότητας επαναπροσδιορισμού των σχέσεων με την Τουρκία, μετά την επανεκλογή του Προέδρου Ερντογάν, έχουν ενδιαφέρον επειδή προσδιορίζουν τον προσανατολισμό των σχέσεων που προσδοκά το Βερολίνο στο επίπεδο των διμερών σχέσεων με την Τουρκία.

Στο πλαίσιο που διαμορφώνεται στην Ε.Ε., οι εθνικές επιδιώξεις των κρατών μελών αποτελούν την έκφραση μίας ευχής, έστω και αν εκφράζονται από ένα σημαντικό κράτος μέλος, στο οποίο έχουν εγκατασταθεί μερικά εκατομμύρια Τούρκων πολιτών. Οι αποφάσεις, που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη και αφορούν στη μελλοντική σχέση με την Τουρκία, ορίζονται από την απαίτηση που επιβάλλει η ευρωπαϊκή πραγματικότητα, ώστε όλοι να σέβονται την ανεξαρτησία και την κυριαρχία όλων των συνομιλητών σε όλες τις πλευρές του τραπεζιού των ευρωπαϊκών διαπραγματεύσεων.

Κοντολογίς, η συζήτηση του Κυπριακού υπόκειται στην πραγματικότητα του ΟΗΕ και της Ε.Ε., που αναγνωρίζουν την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Καμία «παραγωγική» διαπραγμάτευση δεν μπορεί να είναι δημιουργική όσο χρόνο η Τουρκία προβάλλει θέσεις που συγκρούονται με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και το συνολικό πλαίσιο, νομικό και πολιτικό, της Ε.Ε.

Στραβά μάτια…

Το γεγονός της παράνομης κατοχής δεν μπορεί να παραβλέπεται και υποχρεωνόμαστε να το περιλάβουμε στο προοίμιο κάθε συζήτησης, ανεξαρτήτως του χώρου που πραγματοποιείται η συζήτηση, διερευνητική ή ουσιαστική.

Όσο η Άγκυρα προβάλλει θέσεις που αυθαίρετα επιδιώκουν να ανατρέψουν ή να μεταβάλουν με παράνομη επιχειρηματολογία το διεθνές πλαίσιο, δημιουργείται αδιέξοδο σε κάθε προσπάθεια σχετική με την άρση του προβλήματος που δημιούργησε η στρατιωτική κατοχή, την οποία επί 50 χρόνια διατηρεί η Τουρκία.

Η εσωτερική απόφαση που έλαβε το 2004 η Ε.Ε. για προσωρινή αναστολή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια, εξ αιτίας της παράνομης τουρκικής στρατιωτικής κατοχής, δεν μπορεί να συνεχιστεί και κυρίως δεν μπορεί να αποτελεί διαπραγματευτικό πλεονέκτημα της τουρκικής πλευράς, η οποία ουδέποτε σεβάστηκε τις δεσμεύσεις που ανέλαβε προκειμένου να εκκινήσει η ενταξιακή της πορεία.

Όσο και αν ενοχλείται η Άγκυρα από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, υποχρεούται να αντιληφθεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία στην Ε.Ε. προηγήθηκε των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας.

Οι χώρες μέλη της Ε.Ε. και της διεθνούς κοινότητας δεσμεύονται στη διεθνή συμπεριφορά τους από το γεγονός της ένταξης της ενιαίας Κύπρου στην Ε.Ε. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλει η διεθνής πραγματικότητα είναι ίδιες για όλα τα κράτη του κόσμου και διαφοροποιήσεις δεν προβλέπονται ούτε από το διεθνές δίκαιο ούτε από το συνολικό ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Προφανώς, οι διμερείς σχέσεις που αναπτύσσουν οι χώρες αποτελούν προτεραιότητα των εθνικών τους συμφερόντων, αλλά όταν οποιαδήποτε συζήτηση κοινών συμφερόντων και επιδιώξεων πραγματοποιείται στην Ε.Ε., τότε τα εθνικά συμφέροντα που επηρεάζουν την ευρωπαϊκή συζήτηση υπάγονται στις επιταγές και προσδοκίες του συνόλου των ευρωπαϊκών θεσμών, που μαζί με τις εθνικές κυβερνήσεις συνδιαμορφώνουν τις ενιαίες γεωστρατηγικές και αναπτυξιακές αποφάσεις μας.

Το 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία ενώθηκε με όλα τα κράτη μέλη. Χωρίς να παραβιάζει οποιαδήποτε διεθνή δέσμευσή της, που προκύπτει από το συμφωνημένο συμβατικό πλαίσιο, το οποίο καθόρισε την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Κύπρος μετά την ένταξή της στην Ε.Ε. συνδέθηκε ακόμη περισσότερο με την Ελλάδα, όπως ήταν αυτονόητο και φυσιολογικό. Η Τουρκία, που έχει προχωρήσει στην ενταξιακή της διαδικασία, δεν μπορεί πλέον να χάνει ευκαιρίες εξ αιτίας εσφαλμένων πολιτικών επιλογών, που δεν αφορούν μόνο την Ε.Ε., αλλά το ΝΑΤΟ και τις σχέσεις με τις ΗΠΑ.

…μεγάλες προσδοκίες

Η ανανεωμένη εντολή που έλαβαν οι πολιτικές ηγεσίες στην Κύπρο, την Τουρκία και την Ελλάδα οριοθετεί το πλαίσιο διεθνούς επικοινωνίας των μερών και αναδεικνύει επίσης τις προσδοκίες των λαών τους, αλλά και των λαών της Ε.Ε.

Η Άγκυρα δεσμεύτηκε με ανεξάρτητες, ανεπηρέαστες και κυρίαρχες αποφάσεις να ενταχθεί στον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον ΟΟΣΑ, τον ΟΑΣΕ, την ΟΥΝΕΣΚΟ και διέρχεται βραδέως, με απολύτως δική της υπαιτιότητα, τη διαδικασία ένταξής της στην Ε.Ε.

Όλες οι κινήσεις που επιλέγουν τα κράτη συνεπάγονται πλεονεκτήματα και υποχρεώσεις. Συμπεριφορές που αποσκοπούν στη διάλυση του διεθνούς πλαισίου δεν έχουν την ανοχή κανενός, έστω και αν η ένταση της εποχής υποχρεώνει τη διεθνή κοινότητα σε βραδύτερες κινήσεις προκειμένου να διατηρηθεί το πολύ εύθραυστο πλαίσιο της διεθνούς ειρήνης

Η αλλοπρόσαλλη Τουρκία

Η Τουρκία επιλέγει τις κινήσεις της και συνεχίζει να οδηγείται σε έναν πολιτικό κυκλώνα που καταστρέφει τις δομημένες σχέσεις της όχι μόνο με το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αλλά και με παραδοσιακούς συμμάχους και φίλους στη Μέση Ανατολή, τον Κόλπο και τη Βόρεια Αφρική.

Πέραν τούτων όμως, και οι σχέσεις με το Ιράν και τη Ρωσία δεν χαρακτηρίζονται από όρους πολιτικής σταθερότητας, ισότητας και αμοιβαίου σεβασμού, αλλά από τις ανάγκες ακραίων θέσεων που διαμορφώνει κάθε μία από τις τρεις προαναφερθείσες χώρες.

Εκ των πραγμάτων, η Τουρκία σύντομα θα διαπιστώσει ότι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. δεν μπορεί να συμπίπτει με την ταυτόχρονη εξυπηρέτηση των γεωστρατηγικών συμφερόντων της Μόσχας, αλλά και των συνεχώς μεταβαλλόμενων τακτικών της Τεχεράνης, των τουλάχιστον τριών διαφορετικών Ιράν που όλοι διακρίνουμε κάτω από έναν θρησκευτικό ηγέτη.

Ακόμη και η εικαζόμενη προοπτική αποστασιοποίησης της Τουρκίας από τη Ρωσία και το Ιράν, που εξυπηρετεί τα Ευρωατλαντικά συμφέροντα, προσθέτει αστάθεια στην περιοχή μας, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται για μακρύτερο χρονικό διάστημα σημαντικοί κοινοί γεωστρατηγικοί μας στόχοι.

Διχασμένοι οι εταίροι

Η Ε.Ε., η οποία κινείται σε πολύπλοκο διεθνές περιβάλλον, οφείλει να εμφανίζεται με ενιαίες επιδιώξεις. Κάθε επιπλοκή από την τουρκική συμπεριφορά, κυρίως όταν προτάσσονται αναθεωρητικές πολιτικές με αιχμή τη συνεχιζόμενη παρανομία σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ναρκοθετεί τις Ευρωατλαντικές προοπτικές. Αναμφισβήτητα το 2004 είναι η χρονιά που αναπροσδιορίστηκε το πλαίσιο λύσης του Κυπριακού.

Τα ψηφίσματα και οι αποφάσεις του ΟΗΕ, μετά την τουρκική εισβολή, επανέφεραν για την Κυπριακή Δημοκρατία το status quo ante, όπως ορίστηκε στο Λονδίνο, στη Ζυρίχη και από το Σύνταγμα του 1961.

Η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. το 2004, με απόφαση της πλειοψηφίας των Κυπρίων πολιτών, δημιούργησε τη νέα πολιτική και γεωστρατηγική πραγματικότητα, που δεν μπορεί να ξεπεράσει ο τουρκικός αναθεωρητισμός.

Διεθνείς εκκρεμότητες που παραμένουν προς διευθέτηση είναι:

1. Ο σεβασμός από την Άγκυρα της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας του κυπριακού κράτους, που ενιαίο έχει ενταχθεί στην Ε.Ε.

2. Η άμεση εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, όπως απαιτείται από τη θεσμική Ευρώπη. Ανοχή στον τουρκικό αναθεωρητισμό θέτει σε μεγάλο κίνδυνο την πολιτική συνοχή της Ε.Ε., επειδή ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προωθούν αντιθεσμικές απόψεις της μορφής «…έστω και αν ολοκληρωθεί κάποτε η ενταξιακή διαδικασία για την Τουρκία, θα οργανωθούν δημοψηφίσματα για να εγκριθεί η ένταξή της από τους λαούς της Ε.Ε.». Ο tempora o mores! (Κικέρων, 4ο βιβλίο, κεφ. 25).

Το πλαίσιο που έχει ανακοινώσει ο Πρόεδρος της Κυπριακή Δημοκρατίας αποτελεί την ασφαλέστερη πολιτική και νομική πίστα συζήτησης του Κυπριακού. Οι αποφάσεις του τελευταίου Συμβουλίου Κορυφής προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του Κύπριου Προέδρου. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης γνωρίζει, πολύ πριν από την εκλογή του, τους ουσιαστικούς χειρισμούς για την προώθηση των επιδιώξεων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Διαβάστε επίσης:

ΠΑΣΟΚ: Προσγείωση, μετριοπάθεια, ακεραιότητα

Τι χάνει το ΠΑΣΟΚ με την αποχώρηση Λοβέρδου

ΚΚΕ: Επιδιώκει να καταγραφεί η δυναμική του και στις αυτοδιοικητικές εκλογές

Keywords
Τυχαία Θέματα