Warlocks 2: God Slayers

Χαμένοι στη μετριότητα.

Όσο κι αν θέλουμε να βλέπουμε τη συνολική εικόνα ενός παιχνιδιού, καθώς και τη γενικότερη αίσθηση που αφήνει στον παίκτη, δεν είναι εύκολο να βγάζει κάποιος από το μυαλό του το δίπολο των θετικών και αρνητικών στοιχείων. Να ξεχωρίζει, δηλαδή, τι κάνει καλά και τι κακά το εκάστοτε video game με το οποίο καταπιάνεται. Αρνητικά στοιχεία έχουν όλα τα παιχνίδια άλλωστε, ακόμη και τα κορυφαία εξ αυτών. Υπάρχουν, όμως, και κάποιες περιπτώσεις, όπως αυτή του του Warlocks 2:

God Slayers, όπου ενώ τα αρνητικά στοιχεία του δεν είναι τόσο τρανταχτά, παρόλα αυτά όμως, το σύνολο του παιχνιδιού καταφέρνει να λάμπει δια της μετριότητάς του.

Αν σε πολλούς κάνει εντύπωση το νούμερο "2" στον τίτλο, να ενημερώσουμε πως το God Slayers αποτελεί τη συνέχεια του Warlocks VS Shadows που κυκλοφόρησε το 2015, χωρίς να προκαλέσει ιδιαίτερη αίσθηση, ακόμα και στην indie κοινότητα. Οι πληροφορίες που μπορεί να ανασύρει κάποιος σήμερα για την παραγωγή του άλλωστε, είναι διάσπαρτες, συγκεχυμένες και αρκετά περιορισμένες. Αυτό που ξέρουμε με σιγουριά πάντως, είναι πως ο πρώτος τίτλος δημιουργήθηκε μετά από επιτυχημένη καμπάνια στο Kickstarter, όπου πέραν των άλλων, υποσχόταν και μία έκδοση για το Wii U που ποτέ δεν υλοποιήθηκε, προκαλώντας κάποιες αντιδράσεις από ανθρώπους που το είχαν στηρίξει οικονομικά για αυτόν και μόνο τον λόγο.

Παρότι λοιπόν η αρχική συνεργασία με τη Nintendo δεν καρποφόρησε, το δεύτερο μέρος της σειράς ήρθε στο Switch, και μάλιστα πριν από τα PC, καθώς εκεί θα κυκλοφορήσει στις 18/7 (προσοχή, όμως, υπάρχει μια παγίδα εδώ που θα δούμε παρακάτω). Σε αυτό το μέρος λοιπόν, οι Θεοί δείχνουν να έχουν εξαγριωθεί από την σφαγή που σκορπίσαμε εναντίον των υποτακτικών τους στο πρώτο μέρος και έχουν αποκτήσει μια επιθετική και υπεροπτική, θα λέγαμε, στάση απέναντι μας. Εμείς αναλαμβάνουμε τον ρόλο ενός Warlock, μέλος του ομώνυμου τάγματος, και ορμάμε στο κυνήγι των αποκλίνοντων θεών με μοναδικό σκοπό την εξόντωσή τους.

Αυτή είναι με λίγα λόγια όλη η υπόθεση του παιχνιδιού, με ελάχιστα παραπάνω πράγματα να συμβαίνουν στη συνέχεια. Αν το καλοσκεφτεί κάποιος πάντως, τα πάντα περιγράφονται στον μακροσκελή τίτλο του παιχνιδιού. Το γενικότερο σενάριο είναι αρκετά “ελαφρύ” σε ύφος αλλά και βάθος, με τους δημιουργούς του παιχνιδιού να το παρουσιάζουν και ως έναν κωμικό τίτλο μεταξύ άλλων. Δυστυχώς, όμως, το χιουμοριστικό στοιχείο του τίτλου είναι αρκετά ανεπαίσθητο σε ποσότητα και ποιότητα. Όπως είναι προφανές λοιπόν, στα ίδια επίπεδα γραφής στέκονται όλα τα αντίστοιχα τμήματα του παιχνιδιού.

Είτε μιλάμε για σενάριο και διαλόγους είτε για χαρακτήρες και quests. Καθώς όλα τα quests που θα αναλάβουμε, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό του παιχνιδιού, δεν προσπαθούν στιγμή να ανέβουν λίγο πάνω από το βασικό τρίπτυχο πήγαινε εκεί-κάνε αυτό-γύρνα πίσω. Με τον πιο υπεραπλουστευμένο και ανέμπνευστο τρόπο που μπορεί κάποιος να φανταστεί. Και για ένα παιχνίδι που αυτοπροσδιορίζεται ως action-packed RPG, κάτι τέτοιο, αναντίρρητα, αποτελεί πρόβλημα. Στη βάση του, όμως, το Warlocks 2 είναι περισσότερο ένα 2D hack ‘n’ slash, παρά RPG. Ακόμη κι αν περιέχει κάποια από τα αρχετυπικά στοιχεία του είδους.

Ξεκινώντας λοιπόν, θα επιλέξουμε έναν από τους πέντε διαθέσιμους χαρακτήρες (με αποκλειστικό save slot για τον καθένα), που προσπαθούν να αποδώσουν τις ξεχωριστές κλάσεις, αλλά στην ουσία δεν διαφέρουν και τόσο πολύ μεταξύ τους. Το αν η βασική σου δύναμη είναι να εξαπολύεις φωτιά με τον ένα χαρακτήρα ενώ με τους άλλους μοβ σφαίρες ή λουλούδια, δεν αποτελεί και τόσο μεγάλη διαφοροποίηση. Ειδική μνεία χρειάζεται ίσως ο χαρακτήρας του μεθυσμένου τράγου, που καβαλάει έναν πολεμιστή νάνο και η βασική του επίθεση είναι τα κοντινά χτυπήματα, καθώς παρουσιάζει και κάτι νέο σε σχέση με τους υπόλοιπους, αλλά προσθέτει και μια μικρή χιουμοριστική νότα.

Από εκεί και πέρα, αναπτύσσουμε το skill tree μας ξεκλειδώνοντας νέες δυνάμεις ενώ παράλληλα εξοπλιζόμαστε σταδιακά με δυνατότερο armor από το random loot της εκάστοτε μάχης και των διαφόρων σημείων με σεντούκια και πιθάρια. Υπάρχουν σημεία σε κάθε πίστα που δεν θα έχουμε πρόσβαση αρχικά, καθώς θα χρειαστεί να ξεκλειδωθεί κάποια νέα δύναμη με ψηλότερο άλμα, αλλά αυτό μόνο δεν φτάνει ώστε να χαρακτηριστεί ένα παιχνίδι metroidvania, ένας όρος που έχει γίνει λίγο καραμέλα τον τελευταίο καιρό και τον βλέπουμε να προσκολλάται στα πάντα. Οι πίστες του παιχνιδιού άλλωστε είναι υπερβολικά φτωχές σε απεικόνιση και σχεδιασμό για κάτι τέτοιο.

Δεν έχουμε κάποια επίσημη τοποθέτηση επί του θέματος, αλλά η αλήθεια είναι πως οι πίστες αποπνέουν μια random generated δομή. Στους τρεις κόσμους που θα κινηθούμε σε όλη την διάρκεια του campaign, όλες οι πίστες που αποτελούν έναν κόσμο είναι ολόιδιες μεταξύ τους αισθητικά, με τα ίδια ακριβώς assets, αλλά διαφορετική διαρρύθμιση. Με μικρή εξαίρεση τον τρίτο κόσμο που παρουσιάζει ένα όμορφο απόκοσμο πλανήτη, παρόμοιας pixel art αισθητικής με αυτόν του εκπληκτικού The Way, οι πρώτοι δύο είναι και αρκετά βαρετοί σχεδιαστικά. Χωρίς να κάνουν ποτέ το κάτι παραπάνω που θα δώσει προσωπικότητα στο παιχνίδι. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τους εχθρούς, αλλά και όλα τα bosses του παιχνιδιού.

Μονότονα σε σχεδιαστική σύλληψη αλλά και ως προς τις μεθόδους αντιμετώπισής τους. Η τυπική και απλή ρουτίνα των επιθέσεών τους είναι άμεσα αντιληπτή και δύσκολα θα χρειαστεί να τους αντιμετωπίσει κάποιος δεύτερη φορά. Άλλωστε από πολύ νωρίς στο παιχνίδι γινόμαστε over powered, με αποτέλεσμα οι διαρκώς επαναλαμβανόμενες μάχες με τα ίδια και τα ίδια mobs να γίνονται αρκετά βαρετές, υπερβολικά επαναλαμβανόμενες και γρήγορα κουραστικές. Αν σε αυτό συνυπολογίσουμε και το, προβληματικό σε σημεία, ενίοτε και κακοσχεδιασμένο, σύστημα αμάχης τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα.

Ό,τι κερδίζει το Warlocks 2 με την όμορφη και χρηστική διάταξη των επιθέσεων στα τέσσερα shoulder buttons του Switch (όπου και θα πρέπει να επιλέξουμε ποιες τέσσερεις δυνάμεις θα έχουμε ενεργοποιημένες), το χάνει από το προβληματικό σύστημα κλειδώματος των εχθρών και την κάκιστη Α.Ι. τους, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που θα κυνηγάμε, κυριολεκτικά, τους αντιπάλους μας σε όλα τα μήκη και πλάτη της πίστας. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι εχθροί, ενώ ερχόμαστε αντιμέτωποι και είμαστε έτοιμοι για μάχη, αρχίζουν να τρέχουν προς την άλλη μεριά της πίστας και εμείς στο κατόπι τους.

Η προσθήκη που προσφέρει αρκετά, όμως, στο Warlocks 2 είναι η δυνατότητα co-op παιχνιδιού. Εκεί μπορούμε να παίξουμε όλο το campaign από δύο έως τέσσερα άτομα, με το παιχνίδι να παραμένει ακριβώς το ίδιο, αλλά όπως και να το κάνουμε, με παρέα, σχεδόν τα πάντα είναι πιο διασκεδαστικά. Στην έκδοση του Switch βέβαια, το co-op μπορεί να συμβεί μόνο τοπικά, κάτι που χτυπάει πολύ άσχημα να συμβαίνει το 2019. Λόγω της χρήσης και των τεσσάρων shoulder buttons μάλιστα, δεν μπορεί να παιχτεί ούτε με την αφαίρεση των δύο joy cons, ώστε να χρησιμοποιεί κάθε παίκτης από ένα. Στην επερχόμενη έκδοση του PC βέβαια, θα μπορεί να παιχτεί και διαδικτυακά (εδώ είναι η παγίδα της έκδοσης του Switch που λέγαμε).

Πέραν λοιπόν από τα ξεκάθαρα προβλήματα που αποτελούν προϊόντα κακού σχεδιασμού, όπως για παράδειγμα η άτσαλη μάχη, η κακή Α.Ι. ή τα περιστασιακά glitches της οθόνης, το σημαντικότερο μειονέκτημα του Warlocks 2 είναι άλλο: Η συνολική αίσθηση μετριότητας που υπάρχει στα πάντα. Έχοντας και καλά στοιχεία, όπως η όμορφη σε σημεία μουσική του -παρότι κι αυτή επαναλαμβάνεται αισθητά- ή τα προσεγμένα για pixel art, animations, η γενικότερη αίσθηση που αφήνει στον παίκτη είναι πως τίποτα δεν προσπάθησε να κάνει το κάτι παραπάνω από τα βασικά. Αποτέλεσμα αυτού, είναι ένα παιχνίδι που μπορεί κάποιος να παίξει και σε σημεία να διασκεδάσει κιόλας, αλλά ως εκεί. Μετά, τα ηνία παίρνουν η επανάληψη, η ρουτίνα και τα πλέον απαραίτητα και αναμενόμενα.

To review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για το Switch.

pcswitch
Keywords
Τυχαία Θέματα