King’s Bounty II | Review

Υπάρχουν τα καλά εκείνα παιχνίδια που χαίρεται κανείς να ασχολείται μαζί τους για όσο περισσότερο χρειαστεί. Υπάρχουν τα κακά παιχνίδια (και ενίοτε τα πολύ κακά παιχνίδια) που ο παίκτης έχει την αίσθηση πως θέλει να τα απομακρύνει τάχιστα από τον σκληρό δίσκο του υπολογιστή ή της κονσόλας του, κάνοντας ταυτόχρονα τα αδύνατα δυνατά να τα απομακρύνει και από το κέντρο εκείνο του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη μνήμη.

Τέλος, υπάρχουν και εκείνα τα παιχνίδια που βρίσκονται κάπου στο ενδιάμεσο. Είναι εκείνα τα παιχνίδια που έχουν

κάτι να προσφέρουν από άποψη gameplay, αλλά αποτυγχάνουν σε όλους τους υπόλοιπους τομείς. Ε, λοιπόν, είμαστε στη δυσάρεστη θέση να παρατηρήσουμε πως το King’s Bounty II δεν τα καταφέρνει ούτε στο κομμάτι του gameplay, στο σημείο για να του δώσουμε άφεση αμαρτιών. Είναι μια μοναδική περίπτωση μετριότητας, η οποία δεν προσπαθεί να το ανεβάσει ψηλότερα, αλλά ούτε καταλήγει να το καταποντίσει περισσότερο.

Και θα ήταν άδικο να πούμε πως η ρωσική 1C Entertainment δεν έκανε προσπάθειες. Η αλήθεια είναι πως έκανε προσπάθειες αρκετές να πλασάρει έναν τίτλο ο οποίος θα ερχόταν να συγκεράσει με απόλυτη επιτυχία δύο διαφορετικά είδη: τα RPGs και τους τίτλους στρατηγικής μάχης που έχουν ροκανίσει με βουλιμία χιλιάδες ώρες του ελεύθερου χρόνου μας από την εποχή των D&D. Όμως, από τα πρώτα λεπτά ενασχόλησής μας, όλες οι προσδοκίες πέφτουν στο ναδίρ.

Μηχανισμοί RPG που δεν πείθουν ούτε λειτουργούν όπως πρέπει, κεντρικοί χαρακτήρες και μια κεντρική ιστορία πλήρως προκαθορισμένοι, και ένας μηχανισμός μάχης που θα μπορούσε να λειτουργεί άψογα, αλλά δεν τα καταφέρνει τόσο καλά. Και πάλι, ωστόσο, κατά ένα παράδοξο τρόπο βρήκαμε το σθένος να δούμε αρκετά απ’ όσα έχει να προσφέρει ο συγκεκριμένος τίτλος, σε μια υπερπροσπάθεια να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο συνεπείς απέναντί του του.

Ας ξεκινήσουμε όμως με εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να τοποθετηθούν στην ομάδα των RPG χαρακτηριστικών. Πέρα από το -αναμενόμενο ουσιαστικά- σύστημα εξοπλισμού και level-up του χαρακτήρα, δύσκολα θα βρούμε κάτι που να δικαιολογήσει έναν RPG χαρακτηρισμό. Καλό είναι επίσης οι παίκτες να μην αναμένουν να εντοπίσουν επιλογές που θα αλλάξουν τον ρου της ιστορίας. Η ιστορία του King’s Bounty II καταλήγει, στο μεγαλύτερο τμήμα της, να είναι γραμμική και εντελώς διεκπεραιωτική, με ελάχιστα σημεία να καταφέρνουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των παικτών.

Οι ίδιοι οι κεντρικοί χαρακτήρες της ιστορίας (οι τρεις πρωταγωνιστές και όλοι όσοι τους πλαισιώνουν) δεν μπορούν να πείσουν για τον ρόλο τους στην ιστορία και τη θέση τους μέσα στον κόσμο του παιχνιδιού. Σε αυτό το σημείο, μάλιστα, να σημειώσουμε πως και το αγγλικό voice acting αποτελεί πρόσθετο κράχτη για τα επίπεδα ποιότητας και το συνολικό budget του τίτλου – τόσο, που μια αλλαγή της διαθέσιμης γλώσσας θα μπορούσε να αποτελεί μια καλύτερη εναλλακτική.

Δεν θα ήταν λάθος επίσης ο ισχυρισμός ότι το κομμάτι της ιστορίας αρκετές φορές θα αποπροσανατολίσει τους παίκτες, χωρίς να είναι σίγουροι για το λόγο για τον οποίο βρίσκονται στο τάδε μέρος ή για ποιο λόγο ανέλαβαν τη δείνα αποστολή. Ωστόσο, θα συνεχίσουν να παίζουν, θα συνεχίσουν να δίνουν τις μάχες τους και θα συνεχίσουν να κερδίζουν πόντους εμπειρίας και skill points, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ένα πολύ στοιχειώδες skill tree που παρέχει το παιχνίδι. Έτσι, φτάνουμε στο σημείο να σκεφτόμαστε κατά πόσο πολύ ενδιαφέρον μπορεί να δώσει στον παίκτη μια ιστορία βασιλοκτονίας, η οποία πιο συχνά παραπαίει, παρά επιτρέπει στον παίκτη να σφυρηλατήσει το δρόμο του.

Η απάντηση ακούει στο όνομα «ηθική». Με ένα σύστημα ηθικής, το παιχνίδι καταφέρνει -κατά κάποιον τρόπο- να προσδώσει αυτή την αίσθηση ελευθερίας. Από τα αρχικά κιόλας quests, ο παίκτης καλείται συχνά να διαλέξει πώς θα προχωρήσει. Θα βρει έναν τρόπο να ξεπεράσει τα εμπόδιά του με ήρεμο τρόπο, ή θα βιαιοπραγήσει; Θα επιλέξει να αντιμετωπίσει έναν ευγενή μιλώντας σωστά και κερδίζοντας την εύνοιά του, ή θα απαντήσει άκομψα και θα προκαλέσει το μένος του;

Οι απαντήσεις και οι επιλογές που κάνει ο κάθε παίκτης καθορίζουν και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του χαρακτήρα και διαφοροποιεί ελαφρά την εξέλιξη των συνομιλιών. Μέχρι εδώ, όμως. Το King’s Bounty II είναι ένα παιχνίδι που θα μπορούσε να μάθει πολλά από εμβληματικούς τίτλους, όπως τα Dragon Age και τα Mass Effect. Οι όποιες επιλογές υφίστανται στο παιχνίδι δεν επηρεάζουν ούτε την εξέλιξη της πλοκής, ούτε επιφέρουν κάποιες απροσδόκητες εκπλήξεις.

Στη χειρότερη περίπτωση, το μόνο που μπορεί να χάσει ένας παίκτης είναι πρόσβαση σε συγκεκριμένο loot. Αυτός είναι και ο λόγος που τη μεγαλύτερη μερίδα των παικτών θα απασχολήσει περισσότερο η κεντρική ιστορία, παρά τα side quests που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια και αποτελούν, κατά την άποψή μας, χάσιμο χρόνου. Δεν θα μας έκανε εντύπωση αν αυτή η αδυναμία του King’s Bounty II να σταθεί στο ύψος άλλων, ποιοτικότερων RPGs είναι απόρροια ενός χαμηλού budget. Αυτό είναι έκδηλο σχεδόν σε κάθε έμφαση του τίτλου. Το γεγονός ότι αναπτύσσεται με τη βοήθεια της Unreal Engine 4 ελάχιστα το βοηθάει.

Αν και μερικές φορές ο σχεδιασμός του κόσμου και των περιβαλλόντων αποδίδεται με λεπτομέρειες που ξαφνιάζουν, εν τούτοις το γενικότερο εικαστικό θα ταίριαζε περισσότερο σε έναν τίτλο που θα έπρεπε εξ αρχής να είχε κυκλοφορήσει δωρεάν σε κάποια smart συσκευή. Τόσο οι περισσότεροι εξωτερικοί χώροι, όσο και οι χαρακτήρες, μηδενός εξαιρουμένου, δεν έχουν αποδοθεί στον βαθμό που ίσως θα έπρεπε. Ακόμα και τα animations της κίνησης πάσχουν σε υπερβολικό βαθμό, κάνοντας την περιπλάνηση στον κόσμο (γιατί δεν τίθεται θέμα εξερεύνησης!) μια κάπως επίπονη διαδικασία.

Αυτό συμβαίνει γιατί, πέρα από τις όμορφα σχεδιασμένες πόλεις και τα χωριά, ο υπόλοιπος κόσμος φαντάζει άδειος, στεγνός και άνοστος. Ίσως υπάρχει κάποια λογική πίσω από αυτήν την απόφαση. Ίσως οι δημιουργοί ετοιμάζουν κάποιο πακέτο επέκτασης που θα δώσει ένα κάποιο νόημα ύπαρξης σε αυτή την ερημιά. Κρίνοντας από την προηγούμενη απόπειρα της 1C Entertainment στο σύμπαν του King’s Bounty, θα ήταν περισσότερο τίμιο για τους developers να είχαν εργαστεί σε έναν τίτλο με top down αισθητική. Αντί ενός αξιοπρεπέστερου σχεδιαστικά τίτλου καταλήγουμε στον τρέχοντα 3D τίτλο που περισσότερο απογοητεύει, παρά ενθουσιάζει έναν παίκτη που θα περίμενε αρκετά από ένα sequel.

Η δε έκδοση υπολογιστών που δοκιμάσαμε εξακολουθεί να υποφέρει από σημαντικά προβλήματα. Για παράδειγμα, ο ρυθμός ανανέωσης είναι ασταθής, αν και αυτό το ζήτημα επιλύθηκε σημαντικά με το πρώτο update. Όμως ζητήματα όπως η αδυναμία παραμετροποίησης επιλογών κίνησης και μάχης εξακολουθεί να είναι από τα μελανά σημεία του τίτλου. Μόνο ορισμένες από τις επιλογές ελέγχου μπορούν να αλλάξουν, με τις υπόλοιπες να παραμένουν κλειδωμένες, χωρίς τη δυνατότητα επεξεργασίας τους. Ουσιαστικά, ο καλύτερος τρόπος να παίξει κάποιος το King’s Bounty II στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές είναι μόνο με τη χρήση χειριστηρίου – τουλάχιστον μέχρι οι δημιουργοί να ενδιαφερθούν να βελτιώσουν μελλοντικά και αυτό το κομμάτι.

Τη δύσκολη κατάσταση έρχεται να σώσει, τρόπω τινά, το σύστημα μάχης. Εκεί το παιχνίδι φαίνεται να τα πηγαίνει αρκετά καλύτερα, καθώς το σύστημα μάχης που έχουμε γνωρίσει σε αντίστοιχα παιχνίδια του είδους, διατηρεί κάπως την ακεραιότητά του. Έτσι, τα γνώριμα “τετράγωνα” κίνησης επιστρέφουν για μια ακόμα φορά, με τους παίκτες να αναπτύσσουν τις δυνάμεις τους στα σωστά σημεία, εκμεταλλευόμενοι τα ισχυρά αλλά και τα αδύναμα σημεία των εχθρικών δυνάμεων, αλλά και τα σχεδιαστικά αβαντάζ της εκάστοτε αρένας.

Με τις σωστές κινήσεις και τις ανάλογες μανούβρες, τα στρατεύματά μας μπορούν πολύ έξυπνα να στριμώξουν και να παγιδεύσουν εχθρικές δυνάμεις, να επιτεθούν από μακριά, ακόμα και να ενεργοποιήσουν περιβαλλοντικές παγίδες που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Αν το σύστημα μάχης λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, η συνολική αντιμετώπισή μας θα ήταν διαφορετική. Όμως, τα πράγματα δεν καταφέρνουν να γίνουν ρόδινα εν τέλει. Αιτία είναι το -σχεδόν ανύπαρκτο- UI της μάχης, το οποίο υπό κανονικές συνθήκες θα έδινε πολύτιμες πληροφορίες στον παίκτη.

Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να γνωρίζει πότε είναι η δική του ώρα να κάνει την κίνησή του, ή ποιες εχθρικές μονάδες ετοιμάζονται να κινηθούν στην αρένα. Αυτό θα του επέτρεπε να οργανώσει καλύτερα την άμυνα και τη συνολική στρατηγική του και να έχει μια καλύτερη εικόνα επί του συνόλου της εκάστοτε αναμέτρησης. Έτσι, καταλήγουμε, για το μεγαλύτερο κομμάτι του τίτλου, να μαντεύουμε το πότε είναι η σειρά μας και για το ποιες μονάδες θα πρέπει να μετακινήσουμε.

Ενδεχομένως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά αν είχαμε τη δυνατότητα να μετακινήσουμε όλες μας τις μονάδες μέσα στον γύρο μας. Η κίνηση, όμως, των μονάδων και των δύο πλευρών λαμβάνει χώρα στο δικό της χρόνο – και αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε όταν έχουμε ήδη ασχοληθεί συστηματικά με το King’s Bounty II και είμαστε σε θέση να «μαντέψουμε» πότε έρχεται η σειρά της εκάστοτε μονάδας να κάνει την κίνησή της. Ακούγεται αστείο; Στην πραγματικότητα είναι μια έλλειψη που προκαλεί περισσότερα κλάματα, παρά γέλια.

Τουλάχιστον, η μάχη μπορεί να σωθεί σε κρίσιμες καμπές της χάρη στον κεντρικό χαρακτήρα που ελέγχουμε. Στο δικό μας playthrough επιλέξαμε να παίξουμε με την μάγισσα του King’s Bounty II, η οποία μπορεί να εξαπολύσει μαγικές επιθέσεις από απόσταση. Ο κεντρικός μας χαρακτήρας μπορεί να επιτεθεί πολύ πιο συχνά, ανάλογα με τα mana gems που έχουμε στην κατοχή μας, καταφέρνοντας να αλλάξει τον ρου της μάχης σε πολλές δύσκολες στιγμές. Τα διαμάντια, όμως, δεν κρατούν για πάντα – πολύ γρήγορα θα πρέπει να στηριχθούμε στη δική μας κατανόηση των μονάδων μας και στην πεποίθησή μας ότι παίρνουμε τη σωστή απόφαση κάθε φορά.

Εν κατακλείδι, το King’s Bounty II δεν μας αφήνει την αίσθηση ενός τραγικά φρικτού τίτλου. Παρά τα προβλήματά του καταφέρνει να προσφέρει κίνητρα για μια περαιτέρω ενασχόληση μαζί του. Στο σύνολό του, όμως, εξακολουθεί να παραμένει μια μετριότητα, μια μετριότητα που θα μπορούσε να μοιάζει διαφορετική, αν είχαν ληφθεί άλλες αποφάσεις κατά τη διαδικασία της ανάπτυξης. Όπως μαρτυρά και το όνομα του τίτλου, πρόκειται για έναν τίτλο που πραγματεύεται την αφθονία. Όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ό,τι λάμπει απλά δεν είναι χρυσός.

Το King’s Bounty II κυκλοφορεί από τις 24/8/21 για PS4, PS5, PC, Switch, Xbox One και Xbox Series. To review βασίστηκε σε review code για την έκδοση PC, που λάβαμε από την 1C Entertainment.

The post King’s Bounty II | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα