Γιάννης Μέγας: «Απαγωγές και δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη, 1852-1913»

Πολυγραφότατος ο Γιάννης Μέγας, αλλά και ακάματος ερευνητής αρχείων και εφημερίδων, έχει εκδώσει 16 βιβλία, τα οποία αναφέρονται στη Θεσσαλονίκη, μια ιστορική και ταυτόχρονα μαγική πόλη που κάποτε ήταν πολυεθνική και πολυθρησκευτική. Το καινούργιο του βιβλίο, Απαγωγές και δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη, 1852-1913, είναι μια μελέτη όπου καταγράφει τις απαγωγές

και τις δολοφονίες που διαπράχτηκαν στη συγκεκριμένη πόλη ή έξω από αυτήν, το χρονικό διάστημα από το 1852 έως τον Μάρτιο του 1913, όταν δολοφονήθηκε εκεί ο βασιλιάς Γεώργιος.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Η καταγραφή αυτών των συμβάντων χωρίζεται σε πέντε χρονικές περιόδους, με σκοπό να τονιστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καθεμιάς και να αποτυπωθεί η κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη από την εποχή της ύστερης Τουρκοκρατίας έως και τον τερματισμό του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Η χρονική περίοδος 1852-1874 χαρακτηρίζεται από την έντονη αντιπαλότητα μεταξύ Ελλήνων και Εβραίων. Την περίοδο 1875-1882 πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές εξεγέρσεις στα Βαλκάνια κι ένας ακόμα Ρωσο-οθωμανικός πόλεμος. Η τρίτη περίοδος, 1875-1892, συνδέεται με οργασμό ανάπτυξης. Η περίοδος 1893-1908 σημαδεύεται από τον αγώνα Ελλήνων και Βουλγάρων για την απόκτηση της Μακεδονίας, ενώ η πέμπτη περίοδος 1908-1913 χαρακτηρίζεται από το ξέσπασμα της επανάστασης των Νεότουρκων και των Βαλκανικών Πολέμων.

Οι υποθέσεις που καταγράφονται στο βιβλίο αφορούν κατοίκους ή επισκέπτες της πόλης ανεξάρτητα από εθνικότητα, κοινωνική τάξη ή θρησκεία. Πρόκειται για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν ανάμειξη τα προξενεία.

Στην Εισαγωγή του, ο συγγραφέας τονίζει πως η Θεσσαλονίκη, «η παλαιότερη εν ενεργεία πόλη της Ευρώπης», κατείχε πάντοτε μια ξεχωριστή θέση στο διάβα των αιώνων λόγω του λιμανιού της και της σπουδαίας γεωγραφικής θέσης της». Οι απαγωγές και οι δολοφονίες που καταγράφονται στο βιβλίο του σχετίζονται με τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη. Όσα γίνονταν δεν είχαν εθνικές, ταξικές ή θρησκευτικές αποχρώσεις, καθώς Εβραίοι, μουσουλμάνοι και χριστιανοί αλληλοσκοτώνονταν για διάφορους λόγους, με εξαίρεση τα εγκλήματα που έλαβαν χώρα μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων την περίοδο του Μακεδονικού αγώνα.

Η πρώτη υπόθεση καταγράφηκε τον Δεκέμβριο του 1852, όταν μια νύχτα Κυριακής ένας Εβραίος κρεοπώλης δέχτηκε επίθεση από μερικούς μεθυσμένους Έλληνες κοντά στην εβραϊκή αγορά κρεάτων. Ο κρεοπώλης πέθανε από μαχαιριές και μετά πλήθος εξαγριωμένων Εβραίων χτυπούσαν όποιον χριστιανό έβρισκαν μπροστά τους. Η οθωμανική αστυνομία δεν επενέβη, ενώ ο βαλής της πόλης φυλάκισε τους εμπλεκόμενους Έλληνες, χωρίς να συλλάβει κανέναν Εβραίο. Επενέβη όμως ο Έλληνας πρόξενος με διάβημα στην Υψηλή Πύλη και οι συλληφθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι. Υπήρχε ένταση στην πόλη ανάμεσα στις δύο κοινότητες, ενώ Έλληνες και Εβραίοι κυκλοφορούσαν οπλισμένοι. Ο πληθυσμός της πόλης αποτελούνταν από 35 χιλιάδες Εβραίους και 25 χιλιάδες Οθωμανούς και χριστιανούς μαζί.

{jb_quote} Πρόκειται για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν ανάμειξη τα προξενεία. {/jb_quote}

Τον Δεκέμβριο του 1858 τρία άτομα καταδικασμένα σε θάνατο για πολλές ληστείες και φόνους, δύο Έλληνες κι ένας μουσουλμάνος, οδηγήθηκαν στην αγχόνη.

Τον Αύγουστο του 1859 τρεις Εβραίοι δέχτηκαν επίθεση από μουσουλμάνους ληστές λίγο έξω από την πόλη – ο ένας πέθανε. Η αστυνομία δεν έδειξε διάθεση να κυνηγήσει τους δράστες, δεδομένου μάλιστα ότι ήταν μουσουλμάνοι.

Τον Σεπτέμβριο του 1874 ένας Εβραίος ρολογάς βρέθηκε νεκρός στη θάλασσα. Ο ιατροδικαστής ανακοίνωσε πως ο θάνατος προήλθε από φυσικά αίτια, αλλά η εβραϊκή κοινότητα αγανάκτησε επειδή υποπτεύτηκε συγκάλυψη εγκλήματος. Την ημέρα της κηδείας πλήθη Εβραίων βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας κατά των Ελλήνων και ζητώντας εκδίκηση. Συνελήφθη ένας Έλληνας, αλλά αφέθηκε ελεύθερος αργότερα. Η κατάσταση εκτονώθηκε χάρη στις πρωτοβουλίες του μητροπολίτη της πόλης και του αρχιραβίνου, ενώ ο δράστης δεν βρέθηκε ποτέ.

Τελευταία υπόθεση που καταγράφεται στο βιβλίο είναι η δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου στις 18 (5) Μαρτίου 1913. Είχαν περάσει μόλις τέσσερις μήνες από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Όταν ο βασιλιάς βγήκε να κάνει τον καθημερινό του περίπατο στην περιοχή του Λευκού Πύργου με τον υπασπιστή του και δύο φρουρούς-χωροφύλακες, ένας παράξενος κουρελής τύπος σηκώθηκε από ένα παγκάκι, έβγαλε ένα όπλο και πυροβόλησε τον Γεώργιο. Αργότερα ο δολοφόνος, που λεγόταν Αλέξανδρος Σχινάς από χωριό του Βόλου, πρώην φοιτητής της Ιατρικής, έπεσε από το παράθυρο του γραφείου του ανακριτή και σκοτώθηκε. Ιστορικά έχει παραμείνει αδιευκρίνιστο το κίνητρο της δολοφονίας του βασιλιά, μολονότι έχουν αναπτυχθεί αρκετές θεωρίες συνωμοσίας.

Στον Επίλογό του ο συγγραφέας μιλάει για τη χρησιμότητα της καταγραφής των συμβάντων στην πόλη, καθώς η μελέτη του είναι πολύτιμη για την κατανόηση της πολυπλοκότητας της πολύβουης Θεσσαλονίκης. Το Επίμετρο του βιβλίου, με τίτλο «Η ληστεία στη Μακεδονία», αναφέρεται στις συμμορίες ληστών που δρούσαν στα βουνά της Μακεδονίας και αποτελούνταν από Αλβανούς, Έλληνες και Αρμένιους.

Απαγωγές και δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη, 1852-1913
Γιάννης Μέγας
University Studio Press
272 σελ.
ISBN 978-960-12-2510-4
Τιμή €30,00

Keywords
Τυχαία Θέματα