Μάζευε ξηρούς καρπούς στα θερινά για να ζήσει. Και μετά τραγούδησε μπροστά σε εκατομμύρια.

Σε ηλικία πέντε ετών, ο Γιάννης Πουλόπουλος έχασε τη μητέρα του και μεγάλωσε στην Καρδαμύλη και στο Μεταξουργείο με τον πατέρα του και τον μικρό του αδερφό. Η παιδική του ηλικία δεν είχε παιχνίδια. Είχε κουβαλήματα, γειτονιές, φτώχεια. Πουλούσε ξηρούς καρπούς στα θερινά σινεμά και αργότερα δούλευε οικοδόμος για να βοηθά την οικογένειά του να σταθεί στα πόδια της.

Δεν άφησε ποτέ το τραγούδι. Κι ας μην είχε τίποτα τότε. Πήγαινε κάθε μέρα στις ακροάσεις της Columbia,

τον έδιωχναν, δεν τον άκουγαν καν. Είχε όμως πίστη. Κι αυτή η πίστη τον έφερε μπροστά στον Μίκη Θεοδωράκη. Ο μεγάλος συνθέτης τον άκουσε, γύρισε στους άλλους της επιτροπής και είπε: «Αυτόν θα τον κάνω τραγουδιστή».

Μέσα σε λίγα χρόνια, ο Πουλόπουλος τραγουδούσε σε γεμάτα θέατρα, έγραφε δίσκους που έσπαγαν ρεκόρ, και το όνομά του μπήκε στη χρυσή λίστα του ελληνικού τραγουδιού. Μα δεν ξέχασε ποτέ από πού ξεκίνησε. Το 1969, με τον «Δρόμο» των Πλέσσα και Παπαδόπουλου, έγινε ο πρώτος Έλληνας τραγουδιστής που πούλησε πάνω από 1.000.000 αντίτυπα.

Δεν αγαπήθηκε μόνο για τη φωνή του. Αγαπήθηκε γιατί στα μάτια του έβλεπες ακόμη τον πιτσιρικά που μοίραζε στραγάλια στους θεατές. Τραγούδησε με τον ίδιο λυγμό σε μπουάτ, κινηματογραφικές ταινίες, λαϊκές σκηνές και ηχογραφήσεις. Και πάντα με τα μάτια του κλειστά – σαν να γύριζε μέσα του εκεί που ξεκίνησαν όλα.

Όταν η νύχτα άρχισε να αλλάζει, αποσύρθηκε μόνος του. Είπε πως ήθελε να φύγει «σαν στρατηγός, όχι σαν λοχίας». Πίσω του άφησε τραγούδια-θησαυρούς και μια κόρη που μιλά για εκείνον με μάτια περήφανα, σχεδόν δακρυσμένα. Το φτωχό παιδί του Μεταξουργείου, που οι εταιρείες τον απέρριπταν χωρίς να τον ακούσουν, έφυγε ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ερμηνευτές όλων των εποχών.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα