ΙΝΕ - ΓΣΕΕ: Σχεδόν το μισό μηνιάτικο των νοικοκυριών πάει σε πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ

Με καλούς οιωνούς ξεκινάει το 2020 η ελληνική οικονομία για την επιδίωξη του αναπτυξιακού στόχου, 2,8%, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ που έδωσε δίνει στη δημοσιότητα το 2ο κατά σειρά δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων στο πλαίσιο της συστηματικής παρακολούθησης και ανάλυσης της τρέχουσας κατάστασης και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.

Ωστόσο εκτιμάται ότι η ιδιωτική κατανάλωση είναι και θα παραμείνει τουλάχιστον και το 2020 δέσμια του βάρους ανειλημμένων χρεών.
Αν και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών

αυξήθηκε 5% το α΄ εξάμηνο του 2019 η ιδιωτική κατανάλωση περιορίστηκε σε 0,4%.

Οι υψηλές υποχρεώσεις και οι ρυθμίσεις όσων από αυτές δεν εξυπηρετούνται υπό την πίεση των κατασχέσεων και πλειστηριασμών φαίνεται πως απορρόφησαν την όποια αύξηση του διαθέσιμου των νοικοκυριών.
Το 2018 και το α΄ εξάμηνο του 2019 το διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται ταχύτερα της κατανάλωσης.

Όπως αναφέρεται το 44% του μηνιαίου εισοδήματος των νοικοκυριών πηγαίνει σε πληρωμές λογαριασμών (ΔΕΚΟ κ.ά.) και φόρων καθώς την τελευταία διετία (Νοέμβριος 2017-Νοέμβριος 2019) προγραμματίστηκαν μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας 45.138 πλειστηριασμοί και διενεργήθηκαν 31.481 σύμφωνα με την ΑΑΔΕ. Περισσότεροι από 1,2 εκατ. φορολογούμενοι έχουν υποστεί κατασχέσεις, ενώ περίπου 1,8 εκατ. οφειλέτες είναι εκτεθειμένοι σε αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.

Σύμφωνα με το δελτίο οικονομικών εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, που αφορούν τον Δεκέμβριο του 2019, η οικονομία της χώρας δεν επηρεάζεται αρνητικά από τις εξωτερικές πιέσεις αντιθέτως ο ρυθμός ανάπτυξης είναι λίγο μεγαλύτερος ή και ανάλογος με τα επίπεδα του 2018.

Την πρωτοφανή αναθεώρηση των επιδόσεων του α΄ εξαμήνου του 2019 από 1,5% σε 2,1% ετησίως σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ενισχύει η αντίστοιχη μεγέθυνση κατά 2,3% το γ΄ τρίμηνο του έτους, με την προϋπόθεση το ΑΕΠ να αυξηθεί κατά 1,5% το δ΄ τρίμηνο προκειμένου να επιτευχθεί ο επίσημος στόχος για 2% το 2019.

Βέβαια, μετά από μια 10ετία οικονομικής κρίσης είναι λογικό η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας να παραμένει ποιοτικά εύθραυστη και εξωτερικά ευάλωτη.
Εύθραυστη γιατί στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές και τον τουρισμό, αλλά και στην αναθέρμανση του χώρου των κατασκευών και όχι τόσο στις επενδύσεις ή την ιδιωτική κατανάλωση που παραμένουν χωρίς δυναμική.
Από την άλλη πλευρά, όσο συνεχίζεται η διεθνής οικονομική επιβράδυνση αλλά και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι την «κρατούν» ευάλωτη.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για να μπει η ελληνική οικονομία σε τροχιά αναπτυξιακής δυναμικής χωρίς αποκλεισμούς απαιτείται η αύξηση των θέσεων πλήρους απασχόλησης, η υλοποίηση σημαντικού όγκου ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, και κυρίως ο μετασχηματισμός του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας μας.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία, παρά την προσωρινή ρύθμιση και βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παραμένει αιχμάλωτη στην παγίδα του ιδιωτικού χρέους.

Και αυτό, διότι παρατηρείται και πάλι επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης

‒το παγκόσμιο ΑΕΠ από 3,5% το 2018 αναμένεται να αυξηθεί μόλις 2,9% το 2019 και το 2020‒ με εμφανή τα σημάδια σε όλες τις μεγάλες οικονομίες
Προπομπός της οικονομικής αυτής επιβράδυνσης είναι το διεθνές εμπόριο, το οποίο τους τέσσερις τελευταίους μήνες σημειώνει σταθερή κάμψη.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (IIF), το χρέος που οφείλουν οι εταιρείες στις μεγάλες οικονομίες αυξήθηκε από το τέλος της μεγάλης ύφεσης το 2009, το δε συνολικό χρέος πριμοδοτούμενο από την πτώση των επιτοκίων, έφθασε τα 246 τρισ. δολάρια (ή 194% του παγκόσμιου ΑΕΠ), εκ των οποίων τα 120 τρισ. αποτελούν ιδιωτικό χρέος.

Keywords
Τυχαία Θέματα