Χρηματοδότηση 1,5 εκατομμυρίου ευρώ σε Ελληνίδα ερευνήτρια για τη μελέτη μολυσματικών νόσων μέσω αρχαίου DNA

Επιδημίες και πανδημίες θεωρούνται διαχρονικά μοχλοί σημαντικών κοινωνικο-πολιτιστικών μετασχηματισμών στις ανθρώπινες κοινωνίες, όπως μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά δεν τους έχει δοθεί επαρκής προσοχή. Αυτό ωστόσο, φαίνεται να αλλάζει.

Πριν ένα χρόνο περίπου, μια ομάδα ερευνητών έβαλε τέλος σε ένα μυστήριο 675 ετών δημοσιεύοντας για πρώτη φορά την προέλευση του Μαύρου Θανάτου και έγιναν είδηση παγκοσμίως.

Ειδικοί στην Αρχαιο- και Παλαιογενωμική επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Stirling, το Ινστιτούτο

Max Planck και το Πανεπιστήμιο του Tubingen, με επικεφαλής μια Ελληνίδα ερευνήτρια έφεραν στο φως την πρώτη ιστορική απόδειξη ότι η ύστερη μεσαιωνική βουβωνική πανώλη ξεκίνησε αρχικά στην Κεντρική Ασία στα τέλη της δεκαετίας του 1330 και κράτησε για περίπου 500 χρόνια.

«Ο Μαύρος Θάνατος θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές από μολυσματική νόσο στην ανθρώπινη ιστορία, αλλά παρά την έντονη διεπιστημονική έρευνα, η γεωγραφική και χρονολογική προέλευσή του παρέμενε άγνωστη μέχρι τη στιγμή που η εν λόγω μελέτη-η οποία δημοσιεύτηκε τον περσινό Ιούνιο στο Nature-έλυσε αυτό το μυστήριο για την προέλευση της επιδημίας», σχολιάζει η Δρ. Μαρία Σπύρου από το από το Ινστιτούτο Αρχαιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Tübingen, που ήταν η πρώτη συγγραφέας της μελέτης.

Οι ερευνητές ανέλυσαν το αρχαίο DNA (aDNA) που ελήφθη από τα δόντια ανθρώπινων σκελετών, τα οποία ανακαλύφθηκαν σε ταφικές τοποθεσίες στην περιοχή Tian Shan και ανίχνευσαν το βακτήριο της πανώλης (Yersinia pestis) του οποίου η εξελικτική θέση τοποθετείται ακριβώς στην αρχή της επιδημίας του Μαύρου Θανάτου και πριν φτάσει στην Ευρώπη.

«Παρά τον κίνδυνο από περιβαλλοντική επιμόλυνση και χωρίς καμία εγγύηση ότι τα βακτήρια θα μπορούσαν να διατηρηθούν, καταφέραμε να προσδιορίσουμε την αλληλουχία DNA που ελήφθη από 7 άτομα, από 2 νεκροταφεία (το Kara-Djigach και το Burana) στην κοιλάδα Chu. Το πιο συναρπαστικό είναι ότι ανιχνεύσαμε το DNA του βακτηρίου της πανώλης σε τρία άτομα», περιγράφει η Δρ. Σπύρου

Στην εξέλιξη και στην ιστορία των μολυσματικών ασθενειών καθώς και στο πώς προηγούμενες επιδημίες/πανδημίες διαμόρφωσαν τις ανθρώπινες κοινωνίες, εστιάζει η έρευνα της Ελληνίδας επιστήμονα. Η ίδια χρησιμοποιεί μεθοδολογίες γενετικής για την εξαγωγή και ανάλυση DNA από αρχαιολογικά πλαίσια και για την ανίχνευση DNA παθογόνων σε αρχαία ανθρώπινα λείψανα. Μεταξύ άλλων, η δουλειά της έχει συνεισφέρει στην ανασύνθεση της ιστορίας του παθογόνου της πανώλης, Yersinia pestis, από την Πρώτη και τη Δεύτερη Πανδημία Πανώλης…

Υψηλή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση

Και κάπου εδώ βγαίνει και η είδηση! Η Δρ. Σπύρου επιλέχθηκε για χρηματοδότηση από το ιδιαίτερα ανταγωνιστικό πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας ERC Starting Grant. Τα ERC Starting Grants χορηγούνται σε ταλαντούχους νέες και νέους επιστήμονες, οι οποίοι έχουν ήδη παραγάγει εξαιρετικό ερευνητικό έργο και έχουν τη δυνατότητα να ηγηθούν στο επιστημονικό τους πεδίο.

Η Δρ. Μαρία Σπύρου θα λάβει χρηματοδότηση ύψους 1, 5 εκατομμυρίου ευρώ για 5 έτη για το έργο “PROTOPEST” (Infectious disease outbreaks as contributors to socio-cultural transformations in the 2nd millennium BCE), στο πλαίσιο του οποίου θα διερευνήσει τον αντίκτυπο των επιδημιών μολυσματικών ασθενειών στις κοινωνικο-πολιτιστικές μεταμορφώσεις που συνέβησαν κατά την Εποχή του Χαλκού ( 2η χιλιετία π.Χ), σε μια εξαιρετικά δυναμική περίοδο της ανθρώπινης προϊστορίας.

Μεταξύ 4.000 και 3.000 ετών πριν, σημειώθηκαν σημαντικές κοινωνικο-πολιτιστικές αλλαγές στις προϊστορικές ανθρώπινες κοινωνίες, όπως μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα από την Ευρώπη, την Εγγύς Ανατολή και την Ασία. Μέχρι στιγμής, ως μοχλοί τέτοιων εξελίξεων έχουν αναγνωριστεί περιβαλλοντικές ή οικονομικές αλλαγές, πόλεμοι ή ανθρώπινες μεταναστεύσεις, και ενώ υπάρχουν ενδείξεις για επιδημίες για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, δεν έχει δοθεί επαρκής προσοχή σε αυτές ως παράγοντες κοινωνικού μετασχηματισμού.

Η Δρ Σπύρου θέλει να διερευνήσει την επίδραση των εστιών μολυσματικών ασθενειών σε τέτοιες κοινωνικο-πολιτιστικές αλλαγές προσθέτοντας μια νέα διάσταση στη μελέτη αυτής της μεταβατικής/μετασχηματιστικής περιόδου του παρελθόντος μας. Και θα ξεκινήσει με το αρχαίο DNA: «Τα ανθρώπινα σκελετικά στοιχεία δεν περιέχουν μόνο πληροφορίες για το γενετικό υλικών των ανθρώπων, αλλά και για το γενετικό υλικό όλων των παθογόνων που έφεραν κατά τον θάνατό τους. Συνδυάζοντας αυτές τις αλληλουχίες DNA με δημόσιες βάσεις δεδομένων, έχουμε τη δυνατότητα να ανιχνεύσουμε ίχνη πολυάριθμων παθογόνων και στη συνέχεια να μελετήσουμε τα γονιδιώματά τους, την εξέλιξη και τη μετάδοσή τους», εξηγεί η ίδια, προσθέτοντας πως η αυξημένη πρόοδος που συντελείται στην ανάλυση μεγάλων ποσοτήτων γενετικών δεδομένων και στην ανάκτηση αρχαίου DNA (αρχαία μεταγονιδιωματική) από ανθρώπινα λείψανα διευκολύνει αφάνταστα το έργο των επιστημόνων του πεδίου της.

«Στο πλαίσιο του έργου, περισσότεροι από 600 ανθρώπινοι σκελετοί πρόκειται να μελετηθούν, καθώς και υπολείμματα από ζώα που ζούσαν ανάμεσα σε αυτές τις προϊστορικές ανθρώπινες κοινότητες. Όπως φαίνεται, για τους σημερινούς πανδημικούς ιούς αλλά και για ιστορικές πανδημίες, τα ζώα έχουν υπάρξει δεξαμενές διάφορων παθογόνων που μεταδόθηκαν στους ανθρώπους ξανά και ξανά», αναφέρει η επιστήμονας.

Η Δρ. Μαρία Σπύρου στοχεύει στην απόκτηση αρχαιολογικών, οστεολογικών και γενετικών δεδομένων κυρίως από τη Μέση και Ύστερη Εποχή του Χαλκού σε μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή από την Ευρώπη έως την Ασία. Η επιδίωξή της είναι να κατανοήσει τη διαχρονική αλληλεπίδραση μεταξύ μολυσματικών νόσων και ανθρώπινων κοινωνιών εξετάζοντας το πού εμφανίστηκαν και εξαπλώθηκαν τα παθογόνα και το πώς οι ανθρώπινες προϊστορικές κοινότητες ανταποκρίθηκαν σε αυτά. Αυτό θα συμβάλει σε μια ολιστική περιγραφή μιας εποχής στο παρελθόν του ανθρώπου, όταν δεν υπήρχαν ακόμη ευρέως διαθέσιμα αρχεία σε κείμενο.

Σημείωση: Η δρ. Μαρία Σπύρου γεννήθηκε στη Γλασκόβη της Σκωτίας. Κατέχει πτυχίο Βιοϊατρικών Επιστημών από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον και απέκτησε το διδακτορικό της στις Αρχαιολογικές Επιστήμες από το Πανεπιστήμιο του Tübingen και το MSc της στην Ιατρική Μικροβιολογία από το London School of Hygiene and Tropical Medicine. Ολοκλήρωσε τη μεταδιδακτορική της έρευνα στο Ινστιτούτο Max Planck για την Επιστήμη της Ανθρώπινης Ιστορίας στην Jena και στο Iνστιτούτο Max Planck για την Eξελικτική Aνθρωπολογία στην Λειψία. Είναι επί του παρόντος ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Αρχαιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Tübingen. Το ερευνητικό της έργο έχει αναγνωριστεί από το Max Planck, το οποίο της έχει απονείμει το μετάλλιο Otto Hahn

#DNA #ΝΟΣΟΣ
Keywords
Τυχαία Θέματα
Χρηματοδότηση 15, Ελληνίδα, DNA,chrimatodotisi 15, ellinida, DNA