Ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα ο 63χρονος που έστειλε μηνύματα στην Κατερίνα Παπακώστα

Ελεύθερος με τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα αφέθηκε, μετά την απολογία του, ο 63χρονος ναυτικός που κατηγορείται ότι απέστειλε απειλητικά μηνύματα στην υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη, Αικατερίνη Παπακώστα, προκειμένου να μην ψηφίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Σύμφωνα με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του, ο 63χρονος, στις 13 Ιανουαρίου 2019, απέστειλε από το κινητό του τηλέφωνο προς το κινητό της υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη, δύο μηνύματα με το περιεχόμενο «Έρχεται Γουδί» και «Η Μακεδονία δεν πωλείται» , ενόψει της

επερχόμενης ψηφοφορίας στη Βουλή με σκοπό να της επιβάλει να ψηφίσει κατά της συμφωνίας αυτής, πράξη που ανάγεται στα καθήκοντά της ως μέλους της ελληνικής Κυβέρνησης και μέλους της Βουλής. Παράλληλα, σύμφωνα πάντοτε με τη δικογραφία, με τη φράση «Έρχεται Γουδί» φέρεται να απείλησε την εν λόγω βουλευτή με πράξεις βίας καθώς παραπέμπει ευθέως έστω και μεταφορικά στην τιμωρία των πρωταιτίων της μικρασιατικής καταστροφής και της εκτέλεσης των έξι στρατιωτικών κατόπιν δίκης. Κατηγορείται για απειλή βίας κατά του πολιτικού Σώματος της Κυβέρνησης και της Βουλής.

Ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε στον 17ο τακτικό ανακριτή συνοδευόμενος από συγγενείς και φίλους, ενώ παρούσα ήταν και η πρώην βουλευτής, Ραχήλ Μακρή, η οποία δήλωσε ότι βρέθηκε στα δικαστήρια ως ένδειξη συμπαράστασης στον 63χρονο άνεργο ναυτικό.

Απολογούμενος ο 63χρονος φέρεται να αρνήθηκε την κατηγορία, πλην όμως να αποδέχθηκε ότι έστειλε τα δύο επίδικα μηνύματα στο κινητό της υφυπουργού υποστηρίζοντας πως η αναφορά στο Γουδί είναι έκφραση ρητορικής προσωπικής άποψης που παραπέμπει σε απόδοση νομικών ευθυνών. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος φαίνεται να υποστήριξε πως η συγκεκριμένη φράση έχει ειπωθεί στην ελληνική Βουλή από τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης «σε βάρος του οποίου πρέπει να ασκηθεί άμεσα ποινική δίωξη, σε ενδεχόμενο δικής μου παραπομπής».

Σύμφωνα με τα όσα φέρεται να εξέφρασε μέσω υπομνήματος που κατέθεσε ενώπιον του ανακριτή, ο κατηγορούμενος και οι συνήγοροί του υποστηρίζουν τα εξής: «Εάν η μηνύτρια θεωρεί ότι η στάση της είναι απόλυτα νόμιμη και σύμφωνη με το καθήκον της, ουδένα φόβο είναι δυνατόν να της προκαλέσει ενδεχόμενη μελλοντική δικαστική διερεύνηση του επίδικου ζητήματος και πρέπει συνεπώς για να μην είναι αόριστη η κατηγορία να κληθεί σε συμπληρωματική κατάθεση και να αιτιολογήσει για ποιο λόγο η πιθανότητα άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος της είναι δυνατόν να της προκαλέσει φόβο».

Όπως δήλωσαν οι συνήγοροι του κατηγορούμενου, Γιώργος Ράπτης και Ιωνάθαν Κωνσταντίνου, ο εντολέας τους εξέφρασε γνώμη, την οποία μετέδωσε σε μια βουλευτή, αναφέροντάς της ότι πράξεις και παραλείψεις της μπορεί να οδηγήσουν σε άσκηση ποινικής δίωξης. «Ουδέποτε ασκήθηκε βία ή αποπειράθηκε βία. Δεν υπάρχει καμία σχέση με οργανωμένο ή μη σχέδιο, όπως υποστηρίζουν βουλευτές. Η Δημοκρατία δεν απειλείται και δεν εκβιάζεται».

Ο ίδιος ο 63χρονος δήλωσε πως θεωρεί τη Συμφωνία των Πρεσπών «εθνική καταστροφή» και πως θα εξακολουθήσει να διατυπώνει τη θέση του «χωρίς να στέλνω μηνύματα».

Keywords
Τυχαία Θέματα