Στη Βουλή η τροπολογία για την αναβαλλόμενη φορολογία

Των Χρήστου Μπόκα, Στέλιου Μορφίδη

Στη Βουλή κατατέθηκε η τροπολογία με τις νέες ρυθμίσεις για την αναβαλλόμενη φορολογία, ανοίγοντας το δρόμο για τη λογιστική αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων χωρίς να μπαίνουν σε κίνδυνο τα εποπτικά κεφάλαια και εν τέλει η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.

Με βάση την τροπολογία δίδεται η δυνατότητα σε βάθος 20ετίας απόσβεσης των ζημιών των τραπεζών

που οφείλονται σε διαγραφές δανείων λόγω διακανονισμού ή αναδιάρθρωσης, δικαστικού ή εξωδικαστικού συμβιβασμού είτε λόγω μεταβίβασης του δανείου σε εταιρείες απόκτησης δανείων ή τιτλοποίησης ή σε πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοδοτικά ιδρύματα ή άλλες εταιρείες ή νομικές οντότητες.

«Με τη ρύθμιση διασφαλίζεται ότι οι διαγραφές και αναδιαρθρώσεις δανείων δεν θα οδηγήσουν σε απώλεια εποπτικών κεφαλαίων και επιτρέπεται η επίτευξη των θεσμοθετημένων στόχων ανά πιστωτικό ίδρυμα για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι δημοσιονομικοί στόχοι», αναφέρει χαρακτηριστικά η αιτιολογική έκθεση που υπογράφει ο υπ. Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτος.

Για τη σημασία της τροπολογίας στην επίτευξη των στόχων των τραπεζών για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών το 2017 είχε κάνει χθες αναφορά ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας ενώ η επικεφαλής της εποπτικής Αρχής SSM Ντανιέλ Νουί φρόντισε να κρούσει καμπανάκι για τις καθυστερήσεις που υπάρχουν φέτος τονίζοντας πως οι στόχοι για τα κόκκινα δάνεια πρέπει να επιτευχθούν.

Τα αποτελέσματα

Ενδεικτικό του μεγέθους της εμπλοκής που είχε δημιουργηθεί απ' την εκκρεμότητα της αναβαλλόμενης φορολογίας ήταν ότι οι τράπεζες δεν έχουν ανακοινώσει ακόμα τα οικονομικά αποτελέσματα τους, κάτι που έπρεπε να γίνει εντός διμήνου από τη λήξη της χρήσης, μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου. Πλέον με την τροπολογία διευκολύνονται οι ορκωτοί λογιστές να βεβαιώσουν την ανακτησιμότητα των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων και να υπογράψουν τους τραπεζικούς ισολογισμούς του 2016 ώστε να δημοσιευθούν ως το τέλος του μήνα.

«Η ρύθμιση αναμένεται να δώσει το αναγκαίο κίνητρο στις τράπεζες να προχωρήσουν σε ουσιαστικές αναδιαρθρώσεις και διαγραφές δανείων οφειλετών τους, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Αυτό αναμένεται να λειτουργήσει θετικά για την οικονομία αλλά και για κάθε επιχείρηση και πολίτη ατομικά», υπογραμμίζει η έκθεση αξιολόγησης των συνεπειών της ρύθμισης.

Σύμφωνα με την τροπολογία το φορολογικό όφελος της 20ετούς απόσβεσης δίδεται μόνο στις πραγματοποιηθείσες ζημιές. Επίσης σε περίπτωση που πραγματοποιείται λογιστική διαγραφή του δανείου ενώ ακόμη δεν έχουν πραγματοποιηθεί τα γεγονότα της οριστικής διαγραφής χρέους ή της μεταβίβασης του δανείου, το φορολογικό αποτέλεσμα του έτους της λογιστικής διαγραφής δεν επηρεάζεται. Όταν επέλθουν τα γεγονότα αυτά, το ποσό που είχε λογιστικά διαγραφεί θα μετατραπεί σε χρεωστική διαφορά και θα αποσβεστεί στην 20ετή περίοδο.

«Η ρύθμιση είναι αναγκαία καθώς υπάρχει άμεση ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος του μεγάλου αριθμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν οι ελληνικές τράπεζες στους ισολογισμούς τους», σημειώνει η έκθεση αξιολόγησης υπογραμμίζοντας ότι η δυνατότητα φορολογικής απόσβεσης των ζημιών σε διάστημα 20ετίας βοηθά ώστε να μην υπάρχει επίπτωση στο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, ούτε όμως δημιουργεί δημοσιονομικό κόστος ή απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο αφού η δυνατότητα απόσβεσης δίδεται μόνο όταν πραγματοποιηθεί η ζημιά».

Παράλληλα με τις τροποποιήσεις που γίνονται προβλέπεται ρητά ότι μπορεί και η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση που αφορά λογιστικές διαγραφές και οριστικές ζημίες λόγω οριστικής διαγραφής ή μεταβίβασης δανείων, υπό προϋποθέσεις να μετατρέπεται σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση έναντι του Δημοσίου και επομένως να προσμετράται στα εποπτικά κεφάλαια. Υπενθυμίζεται ότι το ίδιο προβλέπεται ήδη για την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτησης που αφορά στο ποσό των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου και στο υπόλοιπο της χρεωστικής διαφοράς του PSI.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση η τροπολογία δεν οδηγεί σε αύξηση των μετατρεπόμενων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων καθώς προβλέπεται ρητά ο περιορισμός στο ποσό του φόρου που αναλογεί στις προσωρινές διαφορές από συσσωρευμένες προβλέψεις και λοιπές εν γένει ζημίες λόγω πιστωτικού κινδύνου που είχαν λογιστεί ως 30 Ιουνίου 2015. Επίσης η συγκεκριμένη αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση μειώνεται κατά το ποσό της τυχόν οριστικής απαίτησης, του φόρου που αναλογεί σε μεταγενέστερες αντίστοιχες ειδικές φορολογικές προβλέψεις και του φόρου που αναλογεί στην ετήσια απόσβεση της αντίστοιχης χρεωστικής διαφοράς. Με αυτό τον τρόπο, καταλήγει η αιτιολογική έκθεση, η εγγύηση του Δημοσίου για τα εποπτικά κεφάλαια των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων βαίνει μειούμενη.

Οι επόμενες κινήσεις

Η ψήφιση της τροπολογίας αποτελεί το πρώτο βήμα μίας σειράς κινήσεων που θα «λυτρώσει» το τραπεζικό συστήμα επιτρέποντας το να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα των «κόκκινων δανείων» που εξακολουθεί να είναι απειλητικό για τη βιωσιμότητα του.

Τα επόμενα βήματα που πρέπει να γίνουν είναι: ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, η νομική προστασία των τραπεζικών στελεχών για την αναδιάρθρωση των κόκκινων δανείων καθώς και η φορολογική αντιμετώπιση των ζημιών που θα προκληθούν.

Keywords
Τυχαία Θέματα