Οι πικρές και γλυκές αλήθειες

«Δεν μπορεί αντικείμενο του δημόσιου διαλόγου να είναι μόνο η διευθέτηση του χρέους και αν θα γίνει σε 20 ημέρες ή 20 μήνες». Με αυτά τα λόγια, ο καθηγητής Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, έδωσε το στίγμα των μεγάλων κενών που υπάρχουν σχετικά με το πώς η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει σταθερά και με σχέδιο.

Η πτώση της προστιθέμενης αξίας της βιομηχανίας κατά την περίοδο 2005-2015 ήταν της τάξης του 30% και οι δυνητικές ωφέλειες από 1 ευρώ

αύξηση της προστιθέμενης αξίας είναι 3,5 ευρώ στο ΑΕΠ και 0,6 ευρώ στο κοινωνικό προϊόν.

Ολα αυτά όμως σε 7 χρόνια μνημονίων πέρασαν στο ντούκου και έπρεπε να υπάρξει η μελέτη που ζητήθηκε από την «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ» για να υπενθυμίσει ότι στρατηγικά η χώρα δεν θα σωθεί μόνο ως οικονομία υπηρεσιών με φθηνά μεροκάματα.

Οσο χρέος και αν σου αναδιαρθρώσουν, αν δεν υπάρξουν από την ίδια την ελληνική πλευρά κινήσεις στη δομή της παραγωγικής διαδικασίας, το αποτέλεσμα θα είναι η διαχείριση της επιβίωσης με όρους στασιμότητας.

Ο ίδιος ο ΟΟΣΑ, άλλωστε, αναθεώρησε τον ρυθμό ανάπτυξης στο 1,1% το 2017.

Ομιλοι με παραγωγή, κερδοφορία και εξαγωγές, όπως ο Μυτιληναίος, προχωρούν στην έκδοση ομολογιακών δανείων με ισχυρές επενδυτικές προοπτικές χωρίς την ύπαρξη QE. Και αυτό γιατί η εμπιστοσύνη των επενδυτών εξασφαλίζεται από τις οικονομικές επιτυχίες και ειδικά αυτή της EBRD.

Με τα δεδομένα αυτά, η μεγάλη εικόνα για τους επόμενους μήνες αλλάζει τελείως σε σχέση με την επόμενη μέρα της οικονομίας.

Η γερμανική πλευρά, με την επικράτηση Σόιμπλε, διαμορφώνει το δικό της μοντέλο για το χρέος. Οπως μάλιστα είχαμε ρισκάρει να πούμε από την πρώτη στιγμή, οι αποφάσεις θα ληφθούν μετά τις γερμανικές εκλογές.

Ο ESM περνά σε πρώτο ρόλο και το ΔΝΤ προς το παρόν θα είναι θεατής.

Διαφαίνεται ότι η ευρωπαϊκή λύση που επικράτησε θα επιμείνει στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία μετά την πενταετία θα αρχίσουν να μειώνονται σταδιακά και ανάλογα με την πρόοδο της οικονομίας θα δώσουν τις επιμηκύνσεις στη διάρκεια των ελληνικών δανείων και τις όποιες προσαρμογές των επιτοκίων.

Παράλληλα, η όποια πολυθρύλητη έξοδος της οικονομίας στις αγορές θα γίνει ελεγχόμενα από τον ESM, προφανώς με βοήθειες, τηρουμένων των αναληφθεισών δεσμεύσεων της ελληνικής πλευράς για τα δημοσιονομικά αποτελέσματα.

Αυτό από μόνο του σημαίνει ότι η έξοδος από τα μνημόνια το 2018 δεν μπορεί να γίνει όπως θα το ήθελε η κυβέρνηση.

Το πακέτο ποσοτικής χαλάρωσης (QE) πηγαίνει πίσω και δεν μπορεί κανείς να πει πότε και αν θα γίνει.

Για την κυβέρνηση μια τέτοια εξέλιξη είναι ήττα γιατί επένδυσε σε μια άμεση απόφαση σε σχέση με το χρέος ώστε να δικαιολογήσει την υιοθέτηση των μνημονιακών πολιτικών στο εσωτερικό της.

Για την οικονομία, όμως, είναι θετική, καθώς θα συμπεριλάβει την αντιμετώπιση του διαφαινόμενου κενού μετά τη λήξη του μνημονίου το 2018, ενώ παράλληλα θα την προστατεύσει από χρηματοδοτικά κενά και δημοσιονομικές εκτροπές.

Keywords
Τυχαία Θέματα