Φέσσας: Ο ΣΕΒ χαιρετίζει την τεχνική συμφωνία αλλά εκφράζει αγωνία για θεμελιώδη ζητήματα

Την ικανοποίηση του ΣΕΒ για την επίτευξη τεχνικής συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών εξέφρασε ο Πρόεδρος του, Θεόδωρος Φέσσας κατά την έναρξη της ομιλίας του σήμερα στο ετήσιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού επιμελητηρίου «Η ώρα της οικονομίας».

Όπως σημείωσε ο κ. Φέσσας πλέον «θεωρούμε ότι έχει ανοίξει ο δρόμος για να ολοκληρωθεί έγκαιρα το 3ο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής και να ανοίξει η συζήτηση για την αναδιάρθρωση

του δημοσίου χρέους, καθώς και για το περιβάλλον που θα κινηθεί η Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος».

Ο κ. Φέσσας στο χαιρετισμό του προειδοποίησε ότι πρέπει να αποφευχθεί οπωσδήποτε ένα «πισωγύρισμα» σε ρυθμίσεις και πρακτικές του παρελθόντος.

«Οι προκλήσεις που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε τότε δεν είναι ούτε λίγες ούτε αμελητέες», σημείωσε ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, προσθέτοντας: «γιατί όποιος θεωρεί ότι τα τελευταία 8 χρόνια ήταν μια παρένθεση που κλείνοντας την θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε αμέριμνοι σε όσα μας οδήγησαν στην κρίση, λέει ψέματα στον εαυτό του και στους άλλους».
Σύμφωνα με τον κ. Φέσσα «η όποια χαλάρωση της ξένης εποπτείας θα πρέπει να δώσει τη θέση της σε ένα φιλόδοξο και αποφασιστικό –ελληνικής ιδιοκτησίας- πρόγραμμα που θα συνεχίζει το έργο:

- της απλοποίησης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος,
- του ανοίγματος των αγορών,
- της επιτάχυνσης των διοικητικών και δικαστικών λειτουργιών,
- της διαφάνειας και της λογοδοσίας που είναι αναγκαίοι παράγοντες για την προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων , και
- εν τέλει της αναγκαίας στροφής που πρέπει να κάνει η ελληνική οικονομία στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών, που έχουν την μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για όλους μας».

Όπως σημείωσε εξάλλου «η οικονομία μας σταθεροποιείται και βελτιώνεται. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες έχουν συρρικνωθεί. Οι αγορές λειτουργούν αν και πλημμελώς, λόγω της ισχύος των κεφαλαιουχικών ελέγχων. Το θεσμικό πλαίσιο βελτιώνεται. Η ανάκαμψη, όμως, στηρίζεται περισσότερο σε εξωγενείς παράγοντες- όπως ο τουρισμός και η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Η εσωτερική ζήτηση παραμένει υποτονική. Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κινείται ακόμη σε αρνητικό επίπεδο. Η οικονομία πάσχει από υποτονική ιδιωτική δαπάνη για κατανάλωση και επενδύσεις, η αποταμίευση παραμένει αρνητική και, βέβαια, οι δημόσιες επενδύσεις συνεχώς περικόπτονται».

Ο κ. Φέσσας προειδοποίησε πως «ο ρυθμός ανάκαμψης της οικονομίας είναι σε αναντιστοιχία με την τεράστια ώθηση που απαιτείται στις ιδιωτικές επενδύσεις. Επενδύσεις που να ενσωματώνουν το μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου σε εξωστρεφείς κατά κανόνα δραστηριότητες. Επενδύσεις που να οδηγούν σε ταχύτερη απορρόφηση της μεγάλης διαρθρωτικής ανεργίας που πλήττει τη χώρα».

Όπως τόνισε «η εδραίωση της εμπιστοσύνης είναι κρίσιμος παράγοντας για την επιστροφή καταθέσεων και την αξιοποίηση των ρευστών διαθεσίμων των επιχειρήσεων σε νέες επενδύσεις». Γι αυτό και κάλεσε το πολιτικό σύστημα να αφήσει στην άκρη τοξικές αντιπαραθέσεις που οδηγούν σε ακραία πόλωση και αποσταθεροποιούν την κλονισμένη οικονομία. Όπως τόνισε «οι επιχειρήσεις χρειάζονται σταθερότητα και εστίαση όλων των πολιτικών δυνάμεων στην αταλάντευτη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων».

Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ τόνισε πως η επόμενη μέρα των μνημονίων θα απαιτήσει δύσκολες αποφάσεις και ευρύτερες συναινέσεις για όσα πρέπει ακόμη να γίνουν, «ώστε κάποια στιγμή στη χώρα μας να εδραιωθεί μια σύγχρονη ευρωπαϊκή οικονομία».\

Θεμελιώδη ερωτήματα

Αμέσως μετά ο κ. Φέσσας θέτει μία σειρά από ερωτήματα για το που πάει η χώρα μαζί με τις προτάσεις του ΣΕΒ:

«Οι παθογένειες της Ελλάδας είναι γνωστές και αποδεκτές σχεδόν από όλους. Τι εμποδίζει την προσέλκυση πολλών και σημαντικών επενδύσεων, που θα αυξήσουν τα μεγέθη της οικονομίας, θα δώσουν δουλειές στους Έλληνες και έσοδα στα κρατικά ταμεία:

1) Η έλλειψη εμπιστοσύνης στην σταθερότητα και την σαφήνεια της λειτουργίας του κράτους και του νομοθετικού πλαισίου.
2) Η ανασφάλεια δικαίου καθώς και η βραδύτητα στην απονομή δικαιοσύνης.
3) Η υψηλή φορολογία εργασίας και επιχειρήσεων, που επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα.
4) Η έλλειψη ενός συνολικού σχεδίου ανάπτυξης της οικονομίας με κατάλληλες νομοθετικές και διαχειριστικές παρεμβάσεις.

Γι’ αυτό ενώ η χώρα προετοιμάζεται για την έξοδο στις αγορές με την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου, είναι χρήσιμο να θέσουμε στον εαυτό μας τις εξής ερωτήσεις που ζητούν επιτακτικά απαντήσεις:

1η ερώτηση: Έχει η χώρα δρομολογήσει τις δράσεις και τις ενέργειες εκείνες που διασφαλίζουν την αποτελεσματική λειτουργία της οικονομίας στο νέο απαιτητικό περιβάλλον της οιονεί πλεονασματικής δημοσιονομικής διαχείρισης; Γιατί αν σκοπεύουμε να παράγουμε υπερπλεονάσματα φορολογώντας τους νομοταγείς και συνεπείς που συνεχώς μειώνονται, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι οι στόχοι του προγράμματος δεν θα επιτευχθούν.

Για να το θέσω πιο αναλυτικά:

α) Έχει αναδιαρθρωθεί ο δημόσιος τομέας ώστε να παρέχει καλύτερες υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικής προστασίας με χαμηλότερο κόστος;
β) Υλοποιούνται δημόσιες πολιτικές που αντιμετωπίζουν τις μελλοντικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στις συντάξεις και τις δαπάνες υγείας, δεδομένης της σχεδόν ανύπαρκτης συνταξιοδοτικής αποταμίευσης;
γ) Μπορούν να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές χωρίς τον περιορισμό της παραοικονομίας που, σε ένα φαύλο κύκλο, διογκώνεται από τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές;
δ) Μέχρι πότε θα συντηρούν οι φορολογούμενοι ελλειμματικές δημόσιες επιχειρήσεις, που η ιδιωτικοποίησή τους θα ωφελούσε σχεδόν τους πάντες;

2η ερώτηση: Είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα ικανό να καλύψει τις ανάγκες κατάρτισης των εργαζομένων του αύριο, δεδομένων των τεχνολογικών εξελίξεων; Όχι μόνο να ανακόψει το brain drain των άξιων και ικανών, αλλά να προσελκύσει και ξένους φοιτητές;

3η ερώτηση: Μπορεί να υπάρξει βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομίας με το τραπεζικό σύστημα να μην λειτουργεί ομαλά α) λόγω capital controls και β) της προβληματικής χρηματοδότησης της οικονομίας, λόγω των υψηλών μη εξυπηρετούμενων δανείων;

4η ερώτηση: Μπορούν να γίνουν σοβαρές επενδύσεις στη χώρα χωρίς να αντιμετωπισθούν ριζικά τα θέματα αδειοδότησης και εγκατάστασης επιχειρήσεων, καθώς και της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης;

5η ερώτηση: Ως μία οικονομία που προσπαθεί να γίνει διεθνώς ανταγωνιστική, έχουμε κατανοήσει τον κίνδυνο επιστροφής σε ένα απαρχαιωμένο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, που δεν συνδέει τη μισθολογική εξέλιξη με την παραγωγικότητα;

Τα ερωτήματα αυτά έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα για όλους εμάς που ζούμε, εργαζόμαστε και επενδύουμε σε αυτή τη χώρα. Εάν οι απαντήσεις στις παραπάνω ερωτήσεις δεν είναι θετικές, τότε απαιτείται επειγόντως αλλαγή πορείας. Χρειαζόμαστε μια πανστρατιά όλων των δημιουργικών δυνάμεων για να αλλάξει ρότα ο τόπος.

Ο προσφορότερος τρόπος μετασχηματισμού της οικονομίας και της κοινωνίας μας δεν μπορεί να είναι άλλος από την απελευθέρωση όλων των παραγωγικών δυνάμεων από τα δεσμά των θεσμικών στρεβλώσεων, που φρενάρουν τη μεγέθυνση της οικονομίας, αποθαρρύνοντας την ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία. Στο πλαίσιο αυτό, εάν δεν μπει φραγμός στη λογική της αναδιανομής εισοδημάτων που προέρχονται από την ανακύκλωση της υπερφορολόγησης και όχι από την παραγωγή νέου πλούτου, η χώρα δεν οδηγείται πουθενά.

Κάνοντας τη στροφή που απαιτείται ώστε να αντιμετωπίσουμε με ενότητα και μεθοδικότητα τις μεγάλες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας, μπορούμε να προσβλέπουμε στο μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Σε μια Ελλάδα που διευκολύνει τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν δουλειές. Σε μια Ελλάδα που προσφέρει ευκαιρίες στα παιδιά της και δεν τα υποχρεώνει να μεταναστεύουν.

Οι σωστές επιχειρήσεις έχουν και ικανοποιημένους εργαζόμενους. Πασχίζουν να δημιουργήσουν σταθερές συνθήκες απασχόλησης με καλούς μισθούς και προοπτικές εξέλιξης. Ας τους δώσει, λοιπόν, το κράτος την ευκαιρία!

Θέλουμε μια Ελλάδα των επενδυτικών ευκαιριών και της δημιουργικής ανάταξης!

Μια Ελλάδα όπου η οικονομική ευημερία συμπλέει με την κοινωνική δικαιοσύνη!

Μια Ελλάδα που ο κάθε πολίτης του κόσμου θα θέλει να επισκεφθεί, να εργασθεί και να επενδύσει σ΄ αυτήν!»

Keywords
Τυχαία Θέματα