Τα διλήμματα του Τσίπρα

Του Γιάννη Σπ. Παργινού

Το 1ο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ έριξε αυλαία. Μια ιστορική φάση έκλεισε και μια νέα πολιτική περίοδος άνοιξε για την αξιωματική αντιπολίτευση. Με καινούργιους ενδοπαραταξιακούς συσχετισμούς και ισορροπίες διεκδικεί νέους, ολοένα και πιο σημαντικούς, ρόλους στο πολιτικό σκηνικό, με πρωταρχική στόχευση την ανάδειξη κυβέρνησης της Αριστεράς.
Η εκλογή του Αλέξη Τσίπρα

στην προεδρία της παράταξης ήταν τόσο αναμενόμενη από όλες τις ιδεολογικές τάσεις, που ουδόλως μπορεί να αποτελέσει ζήτημα σχολιασμού. Το, δε, ποσοστό εκλογής -74,07% των συνέδρων- κρίνεται ως «άριστα εξισορροπητικό». Από τη μια, δηλώνει υψηλή αποδοχή του ηγέτη και από την άλλη απέχει μακράν από εκείνα τα ολίγον απέχοντα από την παμψηφία ποσοστά των παλαιών κομμουνιστικών σχημάτων που επί πολλές δεκαετίες συνέβαλαν στον διασυρμό της Αριστεράς και την ταύτισή της με κομματικές δικτατορίες, επιμελώς κι εντέχνως κρυμμένες στην επίφαση της κάλπης.
Η πολιτική ουσία της όλης συνεδριακής διαδικασίας αναδεικνύεται από τη σειρά εκλογής στη νέα Κεντρική Επιτροπή. Η πρωτιά του Γιάννη Δραγασάκη, υπεύθυνου για το οικονομικό πρόγραμμα της παράταξης, και η εκλογή, στην πρώτη δεκάδα, των Γιάννη Μηλιού και Ευκλείδη Τσκαλώτου, που συμπληρώνουν το οικονομικό επιτελείο, καταδεικνύει την προσήλωση της παράταξης στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, με τις αναγκαίες φυσικά διορθώσεις στην οικονομική της πολιτική, που οι ως άνω πρεσβεύουν. Στην πρώτη δεκάδα, επίσης, βρίσκονται πρόσωπα πολύ κοντά στον εκλεγέντα πρόεδρο, όπως ο Πάνος Σκουρλέτης, η Ρένα Δούρου, ο Δημήτρης Βίτσας και το alter ego του, ο Νίκος Παππάς.
Πάντα ταύτα, αποστερούν την όποια αντίπαλη επικοινωνιακή μομφή περί ακραίων και εξωπραγματικών πολιτικών προτάσεων, ένα πεδίο στο οποίο έδρασε και μεγαλούργησε μέχρι τούδε η κυβερνητική προπαγάνδα.

Οι τάσεις
Από την άλλη πλευρά, η μεγαλύτερη ενδοπαραταξιακή ιδεολογική τάση, η Αριστερή Πλατφόρμα του Παναγιώτη Λαφαζάνη περιορίστηκε σε αξιοπρεπές ποσοστό και επαρκή εκλογή στελεχών της στη νέα Κεντρική Επιτροπή. Είναι, πλέον, σαφές πως μετά το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ η Αριστερή Πλατφόρμα είναι έτοιμη από καλύτερες θέσεις να ενισχύσει τις προσπάθειές της για την ενότητα και τη ριζοσπαστικοποίηση της παράταξης, καθώς και για τη συνεργασία και τη συμπαράταξη όλων των αριστερών δυνάμεων, στο πλαίσιο πάντα της ενδοπαραταξιακής αντιπαράθεσης και με σεβασμό της εκάστοτε δημοκρατικά νομιμοποιημένης πλειοψηφίας.
Τέλος, ο Μανώλης Γλέζος αδιαμφισβήτητο ίνδαλμα της Εθνικής Αντίστασης επιχαίρει του ενοποιητικού ρόλου του ανάμεσα στις διάφορες ιστορικές φάσεις της Αριστεράς από τη μεταπολεμική Ελλάδα μέχρι τις ημέρες μας.
«Με τις παραπάνω αναφερθείσες ενδοπαραταξιακές ισορροπίες καλώς διευθετημένες, λύθηκαν τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ;», μπορεί να ερωτήσει ο οποιοσδήποτε. Σαφέστατα όχι, θα απαντούσε ο οποιοσδήποτε, επίσης, καλοπροαίρετος. Τα σύνδρομα ενός κόμματος του 4% ή 5%, που ήταν «κόμμα παρέας» και συνέβαλλε στην ιδεολογική εκτόνωση των ολιγάριθμων μελών του στα σαλόνια ή τις ταβέρνες είναι βαθιά ριζωμένα σε συνειδήσεις, που ακόμα κι ως απλή συνήθεια ναρκοθετούν τα βήματα μιας παράταξης που κατέκτησε τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και παλεύει να αναδειχθεί δύναμη διακυβέρνησης. Δυστυχώς, στην πολιτική, η ουτοπία είναι πιο γλυκιά ακόμα και από την ίδια την εξουσία, εφόσον αυτή -η εξουσία- συνεχίζει να φαντάζει δύσκολη, απόμερη και απλησίαστη.

Τι κάνουμε
Μπορεί, λοιπόν, ή να ενσωματώσει τις μυριάδες ψηφοφόρους που πλησίασαν την κάλπη του στις προηγούμενες εκλογές -ως «κομματικοί πρόσφυγες» ή «κομματικοί φυγάδες», προερχόμενοι από άλλους κομματικούς χώρους, κυρίως του ΠΑΣΟΚ μετά την πολιτική του απαξίωση επί Γιώργου Παπανδρέου- ή να τους αφήσει έρμαια στην πολιτική τους τύχη.
Στην, μεν, πρώτη περίπτωση, αυτήν της ενσωμάτωσης, αυτόματα ο ΣΥΡΙΖΑ μεγαλώνει ως κόμμα, διεκδικεί την κυβέρνηση, αλλά χάνει την παλαιά κομματική και ιδεολογική καθαρότητα λόγω των συμβιβασμών που θα αναγκαστεί να κάνει.
Στη, δε, δεύτερη, αυτήν της μη ενσωμάτωσης των «κομματικά αδέσποτων» ψηφοφόρων, ο ΣΥΡΙΖΑ ναι μεν διατηρεί την κομματική του καθαρότητα, αλλά αποστερείται διά παντός του οράματος να κυβερνήσει αυτήν τη χώρα και να υλοποιήσει έστω και μέρος του προγράμματος μιας «κυβέρνησης της Αριστεράς». Τα κομμουνιστικά στερεότυπα επανέρχονται και κυριαρχούν, η έννοια της παράταξης χάνεται διά παντός, ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται στο 4% με 5% και οι ψηφοφόροι «φυγάδες» ή «νομάδες» φτιάχνουν τον δικό τους κομματικό χώρο και κάνουν μια νέα πολιτική αρχή.

Ο ρόλος των προσώπων
Επί του πολιτικού διλήμματος παίζεται κι ένα στοίχημα προσώπων και προσωπικοτήτων ή ομάδων και ομαδαρχών στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ο μεν Αλέξης Τσίπρας και οι επιτελείς του διατείνονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κεντρικός πόλος στην Κεντροαριστερά, θα κυριαρχήσει και θα λειτουργήσει ως κεντρομόλος πολιτική δύναμη, ώστε να αναδειχθεί πρώτη κοινοβουλευτική δύναμη, άρα και κυβέρνηση. Οι, δε, αποδεκατισθέντες σε κομματικές δυνάμεις αρχηγοί -Ευάγγελος Βενιζέλος (ΠΑΣΟΚ), Φώτης Κουβέλης (ΔΗΜΑΡ) και λοιποί αρχηγίσκοι (Ανδρέας Λοβέρδος) ή ανεξάρτητοι στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς- επιμένουν πως «δεν μπορεί μια παλαιοκομμουνιστική δύναμη να απορροφήσει τον χώρο, άρα θα επανέλθουν και θα αναδιοργανώσουν τον άλλοτε κραταιό κομματικό χώρο είτε ως νέο ΠΑΣΟΚ, είτε ως νέα Ενωση Κέντρου».

Θα προκάμουν ή θα τους προκάμει ο χρόνος;
Ο χρόνος ήταν και παραμένει είτε ο καλός γιατρός, που στο πέρασμά του γιατρεύει τον όποιο πόνο, είτε ο σκληρός εχθρός που τρέχει και δεν αφήνει περιθώρια ελιγμών ή καθυστερήσεων. Στην πολιτική, άρα, για την περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, ισχύει το δεύτερο. Και δη σε περιόδους κρίσεων, όπως η παρούσα, που ανά πάσα στιγμή μπορούν να συμβούν μύρια όσα και οι ραγδαίες εξελίξεις μπορούν να σαρώσουν ή να ανατρέψουν τα πάντα.
Το σενάριο της πτώσης της κυβέρνησης Σαμαρά περί τα τέλη Σεπτεμβρίου, αρχές Οκτωβρίου, λόγω των οικονομικών αδιεξόδων, είναι γνωστό και «παίζει» σε όλα τα κομματικά επιτελεία, εντός κι εκτός Ελλάδος, μαζί με τις δύο ενδεχόμενες εξελίξεις του. Ή της άμεσης διενέργειας εκλογών -για ανανέωση (δήθεν) θητείας της κυβέρνησης ή για αλλαγή σκυτάλης- ή σχηματισμός κυβέρνησης έκτακτης ανάγκης, τύπου Λουκά Παπαδήμα, η οποία θα διεκπεραιώσει την ελληνική προεδρία στην ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους και θα διενεργήσει τριπλές εκλογές -ευρωεκλογές, αυτοδιοικητικές, εθνικές- στις 25 Μαΐου του 2014.
Τούτων δοθέντων, για τον ΣΥΡΙΖΑ ο χρόνος τρέχει. Ή τρέχουν και στην Κουμουνδούρου για να «προκάμουν», όπως έλεγε ο μακαρίτης Χαρίλαος Φλωράκης, ή θα τους προκάμει ο χρόνος, προσφέροντας σε άλλους την ιστορική ευκαιρία.

Keywords
Τυχαία Θέματα