Ποια Ελληνίδα είναι η μεγάλη πρωταγωνίστρια των Καννών (ΦΩΤΟ)

Η εκπληκτική αποκάλυψη της χθεσινής μέρας στο 66ο Φεστιβάλ Καννών ήταν η ταινία «La vie d’ Adele» (Η ζωή της Αντέλ) του Αμπντελαντίφ Κεσίς – για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως γιατί μας σύστησε την πρωταγωνίστριά του Αντέλ Εξαρχόπουλος. Βασισμένη ελαφρά στο κόμικ «Blue Angel», η ταινία αφηγείται την ιστορία της Αντέλ, η οποία κάποια στιγμή στην εφηβεία της γνωρίζει κι ερωτεύεται μια κοπέλα με μπλε μαλλιά. Η ερωτική τους ιστορία, το πάθος (εξαιρετικές οι καυτές ερωτικές σκηνές), η αγάπη της Αντέλ για τη διδασκαλία, η καλλιτεχνική

ανησυχία της αγαπημένης της, τα δείπνα με γονείς, οι φίλοι, η ζωή. Ο Κεσίς παίρνει το χρόνο του και πιάνει την ιστορία της Αντέλ σχεδόν από την αρχή και της αφιερώνεται με προσοχή κι αγάπη. Ο τρόπος που παρατηρεί τις μικρο-κινήσεις της πρωταγωνίστριάς του, αλλά και της ανθρώπινης συμπεριφοράς γενικώς είναι αξιοθαύμαστος και συγκινητικός.
Η ανερχόμενη 19χρονη ηθοποιός έχει αρχίσει να γίνεται γνωστή στη Γαλλία, έχοντας ήδη κατακτήσει πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Η ίδια δηλώνει φανατική κινηματογραφόφιλη, και θυμάται πως όταν ήταν μικρή έβλεπε πολλές ταινίες με τον πατέρα της, κάνοντας μάλιστα «επιδρομές για DVD στο FNAC». Την ανακάλυψαν στη σχολή όπου έκανε μαθήματα δραματικής. Ο Κεσίς τη γνώρισε στην οντισιόν για την ταινία κι ήξερε πώς βρήκε τον άνθρωπό του τη στιγμή που την είδε. Ιδίως όταν πήγαν μια μέρα για φαγητό κι είδε τον παιδικό και ταυτόχρονα αισθησιακό τρόπο που τρώει η μικρή – τον οποίο κινηματογραφεί με μεγάλη αγάπη.

Όσο για τις δύσκολες ερωτικές σκηνές, ο στόχος του Κεσίς ήταν να προσπαθήσει να δημιουργήσει απλά κάτι όμορφο, γι’ αυτό και τις προσέγγισε σα να είναι αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής. (Θα περιμένουμε να μας τα εξηγήσουν όλα ενδελεχώς στη συνέντευξη Τύπου για την ταινία σε λίγη ώρα – κι εννοείται πως θα σας τα μεταφέρουμε όλα πάραυτα).

Η Εξαρχόπουλος στα 19 της, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στα 77 του. Ο υπέροχος ηθοποιός δε σταματά να εκπλήσσει και, εκεί που οι άλλοι αποσύρονται εκείνος επιστρέφει με φόρα. Μπορεί να ανακοίνωσε ότι παραιτείται από το φεστιβάλ του Σάντανς, αλλά προφανώς έχει πολλά ακόμα να προσφέρει στο σινεμά – ή τουλάχιστον, έτσι αποδεικνύεται από τη νέα ταινία του “All is Lost” του Τζ.Σ. Τσάντορ.

Σ’ αυτήν, ο Ρέντφορντ κέρδισε τις καλύτερες εντυπώσεις στο ρόλο ενός ναυαγού, ο οποίος προσπαθεί μόνος του να επιβιώσει στη μέση της θάλασσας. Χωρίς να λέει πάνω από μερικές λέξεις, η ερμηνεία του προφανώς είναι τόσο αφοπλιστικά σωματική (έκανε όλες τις σκηνές μόνος του) και εξαιρετική, που πολλοί λένε ότι είναι η καλύτερή του έως τώρα.

Ο ίδιος ανέφερε στη συνέντευξη Τύπου πως ήταν «πολύ μεγάλη πρόκληση να είσαι μόνος χωρίς κάποιο δεκανίκι, χωρίς διάλογο ή λόγια. Αυτό με έλκυσε – ήθελα να αφοσιωθώ πλήρως σε έναν σκηνοθέτη». Αλλά ταυτόχρονα δήλωσε ότι πιστεύει στην αξία της σιωπής. Τόσο στο σινεμά, όσο και στην ίδια τη ζωή. Τη σέβομαι. Όταν εμπιστευτείς τη σιωπή στο σινεμά, αυτό αποκτά μεγάλη δύναμη. Ταπεινός γενικότερα, Ο Ρέντφορντ ήταν ιδιαιτέρως συγκινητικός όταν μίλησε για τον καλό του φίλο Πολ Νιούμαν, κατόπιν ερώτησης. “Μου λείπει πολύ ο Πολ. Ημαστε στην αρχή συνεργάτες και μετά γίναμε πολύ κοντινοί φίλοι, διασκεδάσαμε πολύ μαζί, οπότε με όποιον τρόπο κι αν βρίσκεται εδώ, με κάνει να χαίρομαι. Αλλά όταν τον είδα στην αφίσα του Φεστιβάλ δεν το κατάλαβα ότι ήταν εκείνος και η Τζόαν Γούντγουορντ. Νόμιζα ότι ήταν δυο παιδιά που φιλιούνταν στο δρόμο”.

Στον άλλο αντίποδα συναισθημάτων στέκεται η νέα ταινία του Ράιαν Γκόσλινγκ (ο οποίος τελικά δεν παρευρέθηκε στις Κάννες γιατί βρίσκεται σε γυρίσματα) «Only God Forgives» του Νίκολας Βίντινγκ Ρεφν, η οποία γιουχαρίστηκε κανονικά μέσα στην αίθουσα με το πέρας της προβολής της. Η πιο πολυαναμενόμενη από τις ταινίες του Διαγωνιστικού, η νέα συνεργασία του ηθοποιού με το Δανό σκηνοθέτη που είχε κερδίσει το βραβείο σκηνοθεσίες πριν δυο χρόνια εδώ, δεν είναι τίποτα άλλο από μια άσκηση πάνω στην αισθητική – και την αλαζονεία.

Η ιστορία αφορά έναν ιδιοκτήτη γυμναστηρίου στην Μπανγκόκ, και έμπορο ναρκωτικών, ο οποίος καλείται να εκδικηθεί τη δολοφονία του αδερφού του. Ακόμα πιο στιλιζαρισμένο και βίαιο από το «Drive», το «Only God Forgives» φανερώνει το πόσο αέρα έχουν πάρει τα μυαλά του Ρεφν – το περιεχόμενο δεν τον απασχολεί καθόλου, μόνο η επίδειξη. Ευτυχώς υπάρχουν η αγνώριστη Κριστίν Σκοτ Τόμας και ο εκπληκτικός Ταϊλανδός Βιτάγια Πανσρίνγκαρμ, στο ρόλο της μητέρας και της νέμεσης του Γκόσλινγκ, αντίστοιχα.

Η Σκοτ Τόμας ανέφερε στη συνέντευξη Τύπου για το ρόλο της: «Όταν διάβασα πρώτη φορά το σενάριο ενθουσιάστηκα που θα μου δινόταν η ευκαιρία να ξεφύγω από τους μεγαλοαστικούς ρόλους στους οποίους με αγαπούν οι Άγγλοι. Καθώς γυρίζαμε την ταινία, η ηρωίδα μου γινόταν σταδιακά όλο και πιο κακιά και διαβολική. Η εμπιστοσύνη που αναπτύχθηκε όμως μεταξύ μας, μάς βοήθησε να ξεπεράσουμε τα ταμπού. Νομίζω ότι κάθε μέρα γινόμουν όλο και πιο γενναία, όλο και περισσότερο σκύλα». Όσο για τον Ρεφν; Αφού απέκρουσε τον δημοσιογράφο που τον ρώτησε για τη βία στις ταινίες του λέγοντάς του ότι ακούγεται σαν τη μαμά του, ανέφερε: «Η τέχνη είναι μία πράξη βίας. Διεισδύει, μιλάει στο υποσυνείδητό μας. Ποτέ δεν σκέφτομαι γιατί κάνω ό,τι κάνω. Προσεγγίζω τα πράγματα σαν πορνογράφος: κάνω ό,τι με ερεθίζει. Στην πραγματικότητα θα πέθαινα από τον φόβο μου ακόμα κι αν κάποιος με κοίταζε απλά βίαια. Αλλά στο σινεμά έχω ένα φετίχ με τις βίαιες εικόνες».
Πηγή: protothema.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα