Ο σύγχρονος… Ερυσίχθων!

Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

Στον «Πατριδεγωφάγο» του Θ. Ζιάκα διαβάζουμε τον μύθο του Θεσσαλού πρίγκιπα Ερυσίχθονα, μυθικού γιου του Μυρμιδόνα και εγγονού του Ποσειδώνα. Ο Ερυσίχθων, διαβόητος για την απληστία και την ασέβειά του, αποφάσισε να κατασκευάσει ένα παλάτι στη μέση του ιερού άλσους της θεάς Δήμητρας, καταστρέφοντας ακόμη και τα ιερά δένδρα στη διαδικασία. Όταν η Θεά παρενέβη μεταμφιεσμένη στην ιέρεια Νικίππη, ο Ερυσίχθων, κατειλημμένος από ματαιόδοξη φρενίτιδα, την απείλησε κραδαίνοντας την αξίνα του. Τότε ακριβώς η Δήμητρα

πέταξε τη μεταμφίεσή της, προκαλώντας τον πανικό στους συντρόφους του Θεσσαλού και τιμωρώντας τον ίδιο σκληρά για την αποκοτιά του, με την ίδια τη ροπή: τον καταδίκασε σε τερατώδη ακόρεστη πείνα.
Έκτοτε, ο Ερυσίχθων, δικαιώνοντας το όνομά του, κατανάλωνε τα πάντα στο πέρασμά του. Αφού καταβρόχθισε ό,τι φαγώσιμο βρέθηκε στο σπίτι του, αφού κατέφαγε όλα τα ζωντανά που διέθετε, έφτασε στο σημείο να περιδιαβαίνει τους βωμούς και να αρπάζει τις θυσίες προς τους θεούς για να ανακουφίσει την πείνα του. Και όταν πια και αυτό δεν του αρκούσε, πούλησε την ίδια του την κόρη προκειμένου να εξασφαλίσει την πρόσκαιρη ικανοποίηση. Όταν πια δεν έμεινε τίποτε άλλο για φάγωμα, το απονενοημένο συνέβη: ο Ερυσίχθων πέθανε τρώγοντας τις ίδιες του τις σάρκες.
Ένας φρικτός μύθος που χρονολογείται σε βάθος μεγαλύτερο των δυόμισι χιλιετιών μπορεί να μας πει αυτές τις ώρες αγωνίας πρωτίστως για τον Ελληνισμό αλλά και για την Ευρώπη ολόκληρη πολύ περισσότερα για το σύστημα που οδηγεί τον πλανήτη συνολικά, με ολοένα αυξανόμενη ορμή, όσο κι αν πρόσκαιρα καταλαγιάζει με τη βραχυπρόθεσμη ικανοποίησή του, σε ένα αδιέξοδο του οποίου τις μακροπρόθεσμες συνέπειες αδυνατούν να φανταστούν ακόμη και οι πιο απαισιόδοξοι.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι ένας τέτοιος μύθος λείπει από την πλούσια νορδική μυθολογία των Γερμανών, αν και ο Φάουστ μπορούσε να διδάξει αρκετά την κυβέρνηση του Βερολίνου. Είναι, όμως, πια πρόδηλο ότι ο ληστρικός καπιταλισμός, από τον οποίο οιστρηλατούμενη η γραφειοκρατία των Βρυξελλών επιβάλλει απροσχημάτιστα και μονομερώς οικονομικά μοντέλα και ιστορικές ρήξεις, έχει αρχίσει να πριονίζει με μανία το κλαδί που τον στηρίζει. Η κατάλυση της τραπεζικής πίστης, έννοιας της οποίας η κεντρικότητα για τη λειτουργία του συστήματος είναι τέτοια ώστε να αντανακλάται στην ίδια την ορολογία (πίστωση, πιστωτικά ιδρύματα κ.ο.κ.) δεν θα έχει συνέπειες μόνο για την Κύπρο. Σε ορατό ορίζοντα και με δεδομένη τη διάθεση των Ευρωπαίων ηγετών να διαδίδουν ευρύτερα όποιο, αρχικώς αδιανόητο, πείραμα ευοδωθεί σε κάποια περιφερειακή οικονομία-πειραματόζωο, θα πλήξει την αξιοπιστία όλης της δομής του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Είναι τέτοιες αποφάσεις, όπως η ισοπεδωτική εκείνη του Eurogroup, που σηματοδοτούν ιστορικά τη μετάβαση σε μία φάση ανεπίστρεπτης κατάρρευσης από αφορμές και κλίμακες φαινομενικά ανύποπτες.
Είναι αναμφίβολο ότι η κυπριακή οικονομία στηρίχθηκε σε ένα στρεβλό μοντέλο, που έδωσε καταφύγιο (και) σε χρήμα με άδηλη προέλευση, στήριξε τη φοροδιαφυγή πολιτών τρίτων κρατών και εντέλει κατέστησε την ίδια εύκολο θύμα αυθαίρετων και άδικων μεν, πλην όμως δυνατών αποφάσεων. Και επειδή ακριβώς στην πολιτική, και μάλιστα τη διακρατική, από την εποχή του Θουκυδίδη και των ατυχών Μηλίων μέχρι τις ημέρες μας επικρατεί στις κρίσιμες στιγμές ο νόμος του ισχυρού, η κυπριακή κοινωνία έπρεπε να έχει διαγνώσει νωρίτερα η ίδια την αχίλλειο πτέρνα της, όταν ακόμα τη νόμιζε για πλεονέκτημα. Μοίρα που η ίδια η Κύπρος γνώρισε με τον χειρότερο τρόπο, καθώς αποτελεί και σήμερα το μοναδικό κατεχόμενο κατά το παραγωγικότερον ήμισυ κράτος-μέλος της Ε.Ε. (μία άλλη εξαίρεση που, όμως, δεν έχει ενοχλήσει αρκετά τους Ευρωπαίους εταίρους όσο το χρηματοπιστωτικό της σύστημα).
Εξίσου αναντίρρητο είναι όμως ότι ανάλογης φύσεως αποικιοκρατικά παιχνίδια, που καθιστούν έναν λαό όμηρο του παιγνίου μεταξύ ΗΠΑ, Γερμανίας και Ρωσίας, σε ύφος και ωμότητα που θυμίζει τον αλήστου μνήμης ιμπεριαλισμό των τελών 19ου αι. – αρχών 20ού αι. δεν αποτελούν κατά οποιαδήποτε έννοια μέρος ενός ευρωπαϊκού οράματος ενοποίησης σε πλαίσιο ισότητας, αλληλεγγύης και ασφάλειας. Συνιστούν δραματικές επιστροφές στην Ευρώπη των χαρακωμάτων. Επιστροφές που αν ήταν απαράδεκτες σε εκείνες τις εποχές είναι πολλαπλασίως εξοργιστικές όταν έχουν προηγηθεί δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που κατάστρεψαν ολοσχερώς τη Γηραιά Ήπειρο. Και είναι ακόμα πιο θλιβερό να πρωταγωνιστεί η πολιτική ηγεσία μίας χώρας που προκάλεσε και ηττήθηκε και στους δύο αυτούς πολέμους, καταδικάζοντας την ίδια σε έναν ιστορικό ρόλο ανάξιο της τεράστιας συμβολής του γερμανικού λαού στην πρόοδο του ανθρωπίνου πνεύματος.
Μέχρι τη δημοσίευση αυτών των γραμμών, η κυπριακή «ανταρσία» μπορεί να έχει κατασταλεί εκκωφαντικά ή με αμοιβαία διάσωση των προσχημάτων και για τις δύο πλευρές. Όσοι ενεδρεύουν για να επιχαρούν δικαιωμένοι, ας το ξανασκεφθούν. Η ήττα της μικρής Κύπρου θα είναι αφετηρία αποθράσυνσης και παραλογισμού για μία πολιτικοοικονομική ηγεσία που στερείται μακρόπνοων στρατηγικών, ακόμη και ως δευτερεύουσας ανάγκης της. Η πρόσκαιρη ικανοποίησή της, όμως, δεν θα αποτελέσει παρά έναν ενδιάμεσο σταθμό προς το αναπόφευκτο, φρικτό και ερυσιχθόνιο τέλος της δυναστείας της. Ας διορθώσουν εμπράκτως πορεία και λάθη. Έχουν χρόνο και δύναμη.

Keywords
Τυχαία Θέματα