Η ώρα της ανθρωπιάς για τους γιατρούς

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΥΡΙΛΛΑ

Η σύγχρονη εποχή της οικονομικής κρίσης, που έχει αγγίξει σχεδόν όλα τα πεδία της κοινωνικής δραστηριότητας, αποτελεί πλέον ένα αδιαφιλονίκητο γεγονός που το βιώνει κάθε πολίτης, από την προσωπική του σκοπιά, στην εργασία, στην οικογένεια, στη διασκέδαση και γενικά σε κάθε νότα της καθημερινής του ζωής.
Παρ’ όλα αυτά, είναι πραγματικά ενδιαφέρον να συνειδητοποιήσει κανείς ότι η κρίση έχει επιφέρει, κατά έναν εντελώς απρόβλεπτο τρόπο, κάποιες εν δυνάμει θετικές επιρροές

στον τρόπο λειτουργίας κάποιων κοινωνικών ή εργασιακών δομών.
Πρωταρχικά και γενικολογώντας, θεωρώ ότι επιτέλους ο κάθε Έλληνας κατάλαβε την αξία του «χρήματος» και αναγνώρισε τη σημασία της «ρευστότητας». Σαφώς, έχουμε γίνει όλοι μάρτυρες, και στην προσωπική μας ζωή αλλά και στον δημόσιο βίο, κατασπατάλησης χρήματος, σε στόχους αμφίβολης σημαντικότητας και με μηχανισμούς όχι πάντα ξεκάθαρους… Αυτό, δηλαδή, που διατεινόμαστε ότι εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας πώς να καταλαβαίνουν τις αξίες των αντικειμένων γύρω τους, είχαμε σοβαρό πρόβλημα να το διαχειριστούμε εμείς οι ίδιοι.
Και αφού, σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες της οικονομίας, η αξία της προσφοράς προσδιορίζεται από την ίδια τη ζήτηση, καταλήξαμε στην κατηφόρα της παράλογης και απροσδιόριστης υπεραξίας των καταναλωτικών αγαθών και όχι μόνο…
Αν συνδυάσει τώρα κανείς τη θεωρία των συγκοινωνούντων δοχείων στις οικονομικές τάξεις και στα εισοδήματα, καθώς και τη «φούσκα» της οικονομίας, καταλήγει στην ανεύρεση της γενεσιουργού αιτίας της κρίσης, αλλά βέβαια παραμένει δυσεπίλυτο το τελικό στοίχημα της εξόδου από τον φαύλο αυτόν κύκλο.
Έτσι, λοιπόν, όταν το χρήμα αρχίζει επιτέλους να αποκτά αξία και ο πολίτης σκέφτεται σοβαρά, έστω και διά της βίας λόγω έλλειψής του, πού θα το τοποθετήσει, πού θα επενδύσει ή τέλος πάντων τι αξίζει κανείς να αγοράσει, φτάνουμε επιτέλους στον επαναπροσδιορισμό της πραγματικής αξίας των αγαθών, αλλά και της ποιότητας παροχής υπηρεσιών.
Στον ιατρικό κλάδο, μάλιστα, η βελτίωση της ποιότητας παροχής υπηρεσιών λαμβάνει ιδιαίτερη σημαντικότητα, καθώς αφορά στο μέγιστο αγαθό της υγείας, στο οποίο έχουν δικαίωμα όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες ανεξαρτήτου κοινωνικής τάξης και «βαλαντίου», ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα.
Ο δικός μου ρόλος, ως λειτουργού της ιδιωτικής υγείας, δεν είναι βέβαια να κατακρίνω τον δημόσιο τομέα, του οποίου σαφώς γνωρίζουμε τα προβλήματα, αλλά να υπεραμυνθώ της σημασίας του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα μάλιστα όταν μπορούμε να βελτιώσουμε τον δείκτη παροχών προς το κόστος αυτών. Αυτό που τόσο σαφώς ονομάζουν οι ξένοι «value for money» είναι αυτό που έλειπε από την ελληνική αγορά και που η κρίση του χρήματος ήρθε να βελτιώσει προς συμφέρον, βέβαια, των ίδιων των ασθενών.
Ο υγιής συναγωνισμός μεταξύ των ιδιωτικών μαιευτηρίων, καθώς και η είσοδος στην αγορά νέων κεφάτων δομών, όπως το Ρέα στο Π. Φάληρο, οδήγησε σε μείωση των τιμών στα γυναικολογικά χειρουργεία, αλλά και στους τοκετούς, ενώ η πρόσφατη συμμετοχή του κοινού ταμείου ΕΟΠΥΥ οδήγησε σύσσωμα όλα τα νοσοκομεία σε περαιτέρω συμψηφισμούς και μειωμένα τιμολόγια.
Έτσι, λοιπόν, πρακτικά ένας τοκετός κατέληξε να στοιχίζει σήμερα ελάχιστα παραπάνω από 1.000 ευρώ, από 2.000-2.500 που κόστιζε ενάμιση χρόνο πριν, ενώ στα ίδια επίπεδα ανέρχεται και το κόστος ενός γυναικολογικού χειρουργείου, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.
Η ίδια περίπου μείωση τιμών αναλογικά αφορά και στις ιατρικές αμοιβές, που όχι μόνο έχουν συμπυκνωθεί, αλλά συμβαδίζουν με μεγάλη βελτίωση της παροχής υπηρεσιών εκ μέρους των ιατρών. Στα ιατρεία, οι αναμονές έχουν μειωθεί σημαντικά (έχει βέβαια πέσει και ο αριθμός των επισκέψεων), ενώ οι τιμές ακόμα και των εργαστηριακών έχουν 40% μείωση.
Η κρίση, δηλαδή, έχει δημιουργήσει ανάγκες και προϋποθέσεις για φθηνότερη και καλύτερη υγεία, ενώ έχει «ξεκαθαρίσει» στην ελεύθερη οικονομική αγορά τους καλύτερους ιατρικούς λειτουργούς – επαγγελματίες ταυτόχρονα. Η εποχή της ιατρικής αυθεντίας – παντοδυναμίας έχει πια παρέλθει ανεπιστρεπτί και ο γιατρός αναγκάζεται να επενδύσει σε ένα πιο ανθρωποκεντρικό προφίλ που βέβαια εξυπηρετεί τον ασθενή, του λύνει τις απορίες και του απαλύνει τους φόβους.
Στο ίδιο πλαίσιο βέβαια και σε εποχή κρίσης αναπτύσσονται και εξελίσσονται οι ανθρωποκεντρικές χειρουργικές τεχνικές, όπως για παράδειγμα, η λαπαροσκόπηση σε σχέση με τις ανοιχτές μεθόδους, καθώς μειώνουν τον πόνο, διευκολύνουν την ανάρρωση και αποφεύγονται οι συμφύσεις και τα μελλοντικά προβλήματα που θα μπορούσαν να επιφέρουν.
Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτή η κατακόρυφη βελτίωση της ποιότητας παροχής υπηρεσιών σε συνδυασμό με την αισθητή μείωση των τιμών γίνεται σε περίοδο οικονομικής κρίσης, η οποία μάλιστα μεγιστοποιεί το αποτέλεσμα αυτό εις όφελος των ασθενών.
Η θεωρία αυτή αντικατοπτρίζει το μηχανικό ανάλογο του «μισογεμάτου ποτηριού» σε σχέση με το «μισοάδειο» και αξίζει να αναλογιστεί κανείς ότι «ουδέν κακόν αμιγές καλού». Συνεπώς, ακόμα και η τόσο πολυσυζητημένη κρίση έχει κάποιες θετικές συνέπειες στη ζωή μας.

*Ο κ. Κωνσταντίνος Μυρίλλας είναι μαιευτήρας – γυναικολόγος.

Keywords
Τυχαία Θέματα