Η ματαιωθείσα επανάσταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας

*Της Νίκης Φούντα

ΤΟ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ της Κυριακής 28/04/2013 υπήρξε η αφορμή για ανακεφαλαίωση σκέψεων σχετικά με το πώς συμβαδίζουν οι πορείες εθνών με τις προτεραιότητες που θέτουν, στοιχισμένες δίπλα-δίπλα στην όποια δεδηλωμένη οικονομική προοπτική τους. Η ιστορία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της συμπόρευσης, μιας προοπτικής που χάθηκε

αντί να αναδειχθεί, μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ αυτή ξεκινάει περίπου ως εξής: λιγότερο από τέσσερα χρόνια πριν, η τότε κυβέρνηση, μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα κάλπικης ευμάρειας, έδινε υποσχέσεις πως θα έφερνε την επανάσταση στον χώρο της Ενέργειας στο όνομα της πολυπόθητης «πράσινης ανάπτυξης» – συνοδευόμενη από το αλησμόνητο «λεφτά υπάρχουν». Ο συνδυασμός της σωστής στόχευσης με τη λάθος υποδομή, τις λάθος βάσεις, γρήγορα ρηγματώθηκε. Μέσα σε λίγους μήνες, από το κάδρο έφυγε, ως διά μαγείας, η σωστή στόχευση και έμειναν οι λάθος βάσεις. Βάσεις ενός επενδυτικού πλαισίου σαθρού, που θα ακολουθούσε την ελληνική οικονομία αυτά τα χρόνια με διαδοχικούς λαθεμένους χειρισμούς. Η πράσινη ενέργεια απαξιώθηκε και αυτή στο όνομα των κοντόφθαλμων πολιτικών, ενώ αρκετές φορές ταυτίστηκε αποκλειστικά με την παροχή κινήτρων και με τη δημιουργία κοινωνικών επενδυτικών ομάδων, στον αντίποδα της πραγματικής της «φύσης», αυτής της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.

ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ σήμερα, λοιπόν, για να αντιμετωπίσουμε το παρελθόν. Οχι μόνο για να αντιπαλέψουμε τις παθογένειες των τελευταίων δεκαετιών, αλλά για να καλύψουμε και το όποιο χαμένο έδαφος του πρόσφατου παρελθόντος. Η μαύρη τρύπα της ΔΕΗ –ως απόρροια ελλείμματος του ΛΑΓΗΕ, σκανδάλων στον χώρο της Ενέργειας, μη πληρωμής δόσεων του ΕΕΤΗΔΕ, αλλά και χρέους διαφόρων προσώπων ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου– είναι πρόσφατη «κληρονομιά» στον Ελληνα καταναλωτή και έφτασε προσφάτως, αισίως, το 1,3 δισ. Οι στρεβλώσεις στον χώρο της Ενέργειας πολλές και ο συγχρονισμός δυσοίωνος: μαζί με όσα έχει να αντιμετωπίσει ο Ελληνας φορολογούμενος προστίθεται και το βάρος μιας κάκιστης ενεργειακής πολιτικής.

ΣΕ ΑΥΤΗΝ τη συγκυρία, όμως, το ζητούμενο δεν είναι μόνο το να διορθώνεις τις αστοχίες του παρελθόντος, αλλά το να θέτεις ταυτόχρονα τις βάσεις του μέλλοντος: είναι το πώς εξασφαλίζεις το restart, την πολυπόθητη επανεκκίνηση. Οχι μονάχα την αλλαγή, αλλά τον επαναπροσδιορισμό στόχων, παραμέτρων, θέασης οικονομικής, κοινωνικής και, φυσικά, ηθικής. Η παραδοχή αυτή οφείλει, φυσικά, να υπάρχει γενικότερα σε εθνικό επίπεδο, ο τομέας της Ενέργειας είναι απλώς μια ακόμη μικρογραφία της ελληνικής πραγματικότητας. Πώς εξασφαλίζεται, λοιπόν, μια τέτοια νέα θέαση των πραγμάτων; Με μεμονωμένη επιβολή φορολογίας; Με νέο διαχωρισμό κοινωνικών ομάδων (βλέπε αγρότες) και παροχών;

Η ΝΕΑ πραγματικότητα, η πραγματική Επανάσταση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα έρθει μόνο μέσα από τις άρσεις των στρεβλώσεων και σε ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον, κατ’ ελάχιστο σε βάθος πενταετίας. Θα έρθει μέσα από την ενημέρωση για την αναγκαιότητά τους και τους μικρούς χρόνους απόσβεσης σε περίπτωση κατάλληλης μελέτης και εγκατάστασής τους. Καμιά επένδυση πια δεν νοείται απλώς για να γίνεται, με μοναδικό στόχο το να μεταπωλείται ενέργεια σε απαγορευτικές τιμές στο δίκτυο της ΔΕΗ, με εξαιρετικά υψηλό κέρδος για τον επενδυτή και εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Κανένας νέος διαχωρισμός για επενδυτικές κοινωνικές ομάδες δεν μπορεί να γίνει στο μέλλον. Αλλά, κυρίως, καμιά νέα αναδρομική φορολόγηση δεν νοείται σε όσους επένδυσαν στις ΑΠΕ έπειτα από υπόδειξη του ίδιου του κράτους, ορίζοντάς την ως επένδυση – κεφάλαιο για τον τόπο μας, με γνώμονα, ως όφειλε, τον ήλιο μας και τους αέρηδές μας και τον μοναδικό γεωλογικό μας πλούτο.

ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ αποτελούν κατάθεση σκέψεων, αλλά και αναζήτηση κάποιων αυτονόητων χειρισμών για τη διαμόρφωση συνθηκών που θα υπακούουν σε κανόνες κοινής λογικής. Μια κοινής λογικής που και πολύ πρόσφατα καταστρατηγήθηκε βάναυσα, ακούγοντας εν έτει 2013 –κατά τη διάρκεια ενημέρωσης από τον πρόεδρο της ΔΕΗ στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής– πως τα έξοδα της εταιρείας σε μαζούτ και diesel (!) αγγίζουν το 1 δισ. ευρώ. Κοινή λογική το στοίχημα, λοιπόν, που θα ακολουθείται από πολιτικούς χειρισμούς και αποφάσεις αντί να «προσπαθεί» η ίδια να τους ακολουθεί.

*Η κα Νίκη Φούντα είναι βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας με τη Δημοκρατική Αριστερά.

Keywords
Τυχαία Θέματα