270.000.000 ψυχές στοιβαγμένες στις φαβέλες του Πεκίνου

ΚΟΣΜΟΣ270.000.000 ψυχές στοιβαγμένες στις φαβέλες του ΠεκίνουΠέμπτη, Απρίλιος 30, 2015 - 15:30

Στα γκέτο του Πεκίνου δεν μένουν μόνο μετανάστες. Σε αντίστοιχες συνθήκες αλλά και στο ίδιο κοινωνικό περιθώριο ζουν, εξαιτίας ενός παράλογου γραφειοκρατικού μηχανισμού, και οι εσωτερικοί μετανάστες που εγκατέλειψαν πόλεις και χωριά για μια καλύτερη εργασιακή τύχη.

Στα δυτικά της μεγαλούπολης συνωστίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, καθώς όχι μόνο δεν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα με τους μόνιμους κατοίκους του Πεκίνου,

αλλά αντιμετωπίζουν και δυσκολίες σε κάθε πτυχή της ζωής τους, δεδομένου ότι θεωρούνται ξένοι μετανάστες και λαμβάνουν άδεια προσωρινής παραμονής στα παραπήγματα όπου ζουν.

Είναι τόσοι πολλοί σε ολόκληρη την Κίνα που πολύ σύντομα αναμένεται να ξεπεράσουν τον πληθυσμό των ΗΠΑ. Μέσα σε μόλις τρία χρόνια, από το 2012 έως σήμερα, από 150.000.000 έφτασαν τα 270.000.000, με τον αριθμό τους να συνεχίζει να αυξάνεται με ραγδαίο ρυθμό λόγω της φτώχειας που μαστίζει την επαρχία. Οι περισσότεροι από αυτούς συγκεντρώνονται στο Πεκίνο αναζητώντας δουλειά στα εργοστάσια και στις κρατικές υπηρεσίες που είναι εγκατεστημένες στην κινεζική πρωτεύουσα.

Ατμομηχανή της οικονομίας

Οι εσωτερικοί μετανάστες, που αποτελούν την ατμομηχανή της κινεζικής οικονομίας, ζουν σε μια παραγκούπολη, όπου με δυσκολία αποκτούν πρόσβαση στο πόσιμο νερό, ενώ οι υποδομές υγιεινής είναι υποτυπώδεις. Πολλές από τις κατοικίες είναι τόσο μικρές που δεν χωρούν ούτε τα προσωπικά τους αντικείμενα καθημερινής χρήσης, αναγκάζοντάς τους να τα αφήνουν στον δρόμο. Παρότι οι συνθήκες είναι τριτοκοσμικές, η διαμονή δεν είναι δωρεάν και οφείλουν να καταβάλλουν με τα λίγα χρήματα που εξασφαλίζουν κάθε μήνα και ενοίκιο.

Τα παιδιά τους είναι «παιδιά ενός κατώτερου θεού» για το κινεζικό κράτος. Είναι αποκλεισμένα από τα επίσημα σχολεία, ενώ, όταν αρρωσταίνουν, δεν έχουν δωρεάν περίθαλψη. Αρκετοί, όπως ο Σαν Τσανγκ Γιε και η Λι Τινγκ, αφήνουν τα παιδιά τους στην επαρχία, να τα αναθρέψουν οι παππούδες τους. Ο Γιε δουλεύει σε εταιρία μεταφορών, αλλά η Τινγκ είναι άνεργη, οπότε με δυσκολία βγάζουν ακόμη και το ενοίκιο του 13 τ.μ. δωματίου τους. Κάποιοι άλλοι φέρνουν τις γιαγιάδες στην παραγκούπολη. Η Τσενγκ Ξι Μέι, για παράδειγμα, δουλεύει ως πωλήτρια και παράλληλα προσέχει το τρίχρονο εγγόνι της.

Στην καρδιά του προβλήματος βρίσκεται το σύστημα καταγραφής Hukou, το οποίο ουσιαστικά επιβάλλει στους Κινέζους να μη μετακινούνται από τον τόπο καταγωγής τους. Προβλέπει ότι οι πολίτες είναι μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής από την οποία κατάγονται. Μόνο εκεί έχουν πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες. Αν μετακινηθούν δεν μπορούν να μπουν στο σύστημα υγείας και εκπαίδευσης, ενώ δεν έχουν τη δυνατότητα να υπογράφουν συμβάσεις εργασίας.

Συνεπώςδεν έχουν κανένα δικαίωμα και εύκολα πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης. Δουλεύουν 11 ώρες την ημέρα, 26 ημέρες τον μήνα, ενώ «στα χαρτιά» παίρνουν 235 ευρώ μισθό, αντί για 380 ευρώ που λαμβάνουν κάθε μήνα οι μόνιμοι κάτοικοι της πρωτεύουσας. Η δουλειά όμως είναι «μαύρη», καθώς το κράτος δεν τους αναγνωρίζει το δικαίωμα υπογραφής συμφωνητικού εργασίας, γεγονός που εκμεταλλεύονται οι εργοδότες τους. Πολλές φορές δεν τους δίνουν όλο το ποσό, άλλες φορές καθυστερούν, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που δεν τους πληρώνουν καθόλου. Αν τραυματιστούν, κανένας δεν καλύπτει τα έξοδα νοσηλείας.

Από τα χρήματα που βγάζουν, όταν υπάρχει δουλειά, το μεγαλύτερο μέρος το στέλνουν στις οικογένειές τους στην επαρχία. Με ό,τι περισσεύει πληρώνουν το ενοίκιο του σπιτιού, τα καθημερινά έξοδα, ενώ σε περίπτωση που έχουν παιδιά δίνουν ένα μικρό ποσό για την εγγραφή τους στο σχολείο μεταναστών Qiang Jian Wen Wu, το οποίο ιδρύθηκε το 2011. Πρόκειται για μη αναγνωρισμένο από το κράτος εκπαιδευτικό ίδρυμα που λόγω του πολύ μικρού μπάτζετ διδάσκει μόνο τα απολύτως βασικά σε παιδιά ηλικίας 6-11 ετών.

Βασίλης Χονδρογιάννης

Keywords
Τυχαία Θέματα