Πρόεδρε μην αφήσεις το πηδάλιο της Παιδείας σε άσχετους - Όχι πειραματισμούς

Κάποτε παρεβρέθηκα σε μια μεγάλη συγκέντρωση εκπαιδευτικών στην οποία μίλησε αξιωματούχος κυρία, άσχετη με εκπαιδευτικά θέματα, με περίτεχνη κόμμωση. Μας εξιστόρησε απο γραπτό κείμενο διάφορες θεωρίες, αλλά δεν μπόρεσε να απαντήσει ικανοποιητικά σε καμία ερώτηση. Ακολούθως,  έθεσε και το εξής ερώτημα:  πώς συμβαίνει στο εξωτερικό Κύπριοι εκπαιδευτικοί να διαπρέπουν ενώ εδώ με τόσους πτυχιούχους το σύστημα αποτυγχάνει. Είχα το «θράσος» να απαντήσω μεγαλόφωνα «διότι εδώ ο κάθε άσχετος καταλαμβάνει ψηλές θέσεις» οπότε οι παρεβρισκόμενοι ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. 

Το ερώτημα όμως παραμένει:

πώς συμβαίνει με εκπαιδευτικούς, από τους οποίους πολλοί έχουν μεταπτυχιακούς τίτλους και πολύ καλό «υλικό» μαθητών να έχουμε όχι και τόσο ικανοποιητικά αποτελέσματα;

Αρχίζω από τη θέση ότι υπάρχουν στα σχολεία μας εξαιρετικοί εκπαιδευτικοί αλλά δεν είναι αυτοί που συνήθως προάγονται και προχωρούν ιεραρχικά (χρειάζονται  «πλάτες» είτε κομματικές είτε άλλων ειδών διασυνδέσεις).

Η πραγματικότητα είναι ότι στο εξωτερικό έχουν διακριθεί Κύπριοι εκπαιδευτικοί. Αναφέρω μόνο δυο παραδείγματα: ο Σταύρος Λούκα,  Κύπριος πρόσφυγας από το Βαρώσι,  ο οποίος πήρε για 6 συνεχείς χρονιές το βραβείο του καλύτερου καθηγητή της Σουηδίας. Μετά το κεντρικό κανάλι της Σουηδίας του ζήτησε να συμμετάσχει σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα (reality). Θα δίδασκε σε τάξη με 35 παιδιά στη πιο υποβαθμισμένη περιοχή και θα καταγράφονταν τα αποτελέσματα στις πανσουηδικές εξετάσεις. Αποδέχτηκε το στοίχημα, και στο τέλος του χρόνου  οι 7 πρώτοι των ενιαίων εξετάσεων της χώρας, στην οποία διαγωνίζονται 4 εκατομμύρια  μαθητές, ήταν μαθητές του. Στην τάξη δεν υπήρχαν διαδραστικοί  πίνακες ή κάποια άλλη τρομερή τεχνολογία.  Τότε ποιό είναι το μεγάλο μυστικό;

Ο Σταύρος Λούκα το περιέγραψε πολύ απλά (όταν τον έφερα να μιλήσει στην Κύπρο): “πρέπει να κερδίσεις τη ψυχή των παιδιών ….. να τους πείσεις ότι τα αγαπάς και τα νοιάζεσαι». Όταν τον ρώτησα πώς τα καταφέρνεις αυτά, μου απάντησε, το ίδιο απλά: «τα διαλείμματα είμαι πάντα μαζί τους, παίζω μαζί τους, ασχολούμαι μαζί τους  …… κι όταν δεν έλθουν σχολείο πηγαίνω σπίτι να τους φέρω ….».  Και τελείωσε με κάτι εξίσου σημαντικό: «κανονίζω το μάθημα μου σύμφωνα με τις ελλείψεις του κάθε μαθητή» (εξατομικευμένη μάθηση).

Δηλαδή, ο ανθρώπινος παράγοντας, ο εκπαιδευτικός είναι καθοριστικός στη μάθηση. Αποτελεί το ζωντανό πρότυπο και μεταδίδει την αγάπη του, το πάθος του για το μάθημά του στα παιδιά.

Το δεύτερο παράδειγμα αποτελεί την κυπριακής καταγωγής δασκάλα Άντρια Ζαφειράκου, «Καλύτερη Δασκάλα Κόσμου» (2018), που δίδασκε σε πολυπολιτισμικό σχολείο με 1400 μαθητές.  Ο μέσος όρος μαθητών σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης Κύπρου είναι 250. Οι πιο παλιοί θυμόμαστε σχολεία με 1500 μαθητές όπου επικρατούσε τάξη και πειθαρχία, ενώ σήμερα με πολύ μικρότερο αριθμό μαθητών αυξήθηκε η παραβατικότητα.

Πάντα πίστευα ότι το μυστικό επιτυχίας είναι: «Πολύ απλό, να νοιαζόμαστε….. Να ρωτούμε «τι έχεις;» όταν βλέπουμε ένα παιδί να κλαίει … Να δείχνουμε αγάπη ώστε να μας εμπιστεύονται, να μπορούν να μας μιλήσουν …»

Η Ζαφειράκου νοιαζόταν και έδειχνε αγάπη αφού έμαθε να  χαιρετά τους μαθητές της σε 35 διαφορετικές γλώσσες.

Στα πλαίσια του διδακτορικού μου είχα μελετήσει την περίπτωση του Ισραηλίτη ψυχολόγου και εκπαιδευτή Reuven Feuerstein, ο οποίος μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο παρέλαβε τα ψυχικά τραυματισμένα,  ταλαιπωρημένα  ορφανά των στρατοπέδων συγκέντρωσης, που είχαν ήδη χαρακτηριστεί ως  διανοητικά καθυστερημένα. Ο Feuerstein συνειδητοποίησε αμέσως τη σημασία της συναισθήματος στη διαδικασία της μάθησης. Τα παιδιά μάθαιναν «παίζοντας», το μάθημα γινόταν ευχάριστο. Η μέθοδος του αποδείχθηκε θαυματουργή.

Ένα σωστό εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να καλύπτει πρώτα απ’όλα το συναισθηματική πτυχή του μαθητή: να του είναι ευχάριστο το περιβάλλον, να αγαπήσει το σχολείο. Κερδίζεται πρώτα το ενδιαφέρον του μαθητή, βασική παράμετρος της μάθησης και των δημιουργικών δεξιοτήτων για αναζήτηση, ανακάλυψη και διερεύνηση.

Επιβάλλεται να εγκαταλειφθεί ο παραδοσιακός γνωσιοκεντρικός χαρακτήρας του σχολείου με  την αποσπασματικότητα και  παθητική απόκτηση κατακερματισμένων γνώσεων. Η ύλη αποτελεί το όχημα μέσα από το οποίο οι μαθητές θα μάθουν να σκέφτονται, δεν φταίει η ύλη αλλά ο τρόπος που προσφέρεται η ύλη. Το μαθησιακό πλαίσιο να είναι  σύμφωνα με την νοητική ηλικία του μαθητή (Ζώνη επικείμενης ανάπτυξης εξέλιξης, Vygotsky) και να υπάρχει  οριζόντια διασύνδεση μαθημάτων ώστε να λύνεται το πρόβλημα της μεταφοράς (transfer). Επιβάλλεται η  δημιουργία διαθεματικών, διεπιστη-μονικών θεματικών, όπου το υπό εξέταση αντικείμενο απαιτεί τη συμβολή διαφόρων επιστημών (projects), να αναπτυχθεί η κριτική σκέψη του μαθητή.

Επιβάλλεται η διασύνδεση της σχολικής γνώσης με καταστάσεις της καθημερινής ζωής και τη καλλιέργεια δεξιοτήτων σκέψης, μεθοδολογίας και αυτορυθμιζόμενης μάθησης ώστε να καταστεί δυνατή μελλοντικά η δια βίου μάθηση σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Να αναπτυχθεί η επιχει-ρηματικότητα του μαθητή,  που να μην εστιάζεται αναγκαστικά στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, αλλά στην ανάπτυξη προσωπικών ιδιοτήτων και δεξιοτήτων.

Επιβάλλεται η «επανεφεύρεση» του εκπαιδευτικού συστήματος ώστε να μην εκπαιδεύουμε τους αυριανούς πολίτες με μεθόδους του χθες˙ διότι αυτοί αναμένονται να επιλύσουν προβλήματα στο μέλλον που δεν μπορούμε καν να φανταστούμε ότι θα προκύψουν.

Εκπαιδευτικός, Πρώην Δ/τρια Μέσης Εκπαίδευσης

Keywords
Τυχαία Θέματα