Μαχητές της ζωής: Ζώντας με τη νόσο του Crohn

Τα τελευταία έντεκα, σχεδόν, χρόνια έμαθε και προσάρμοσε τη ζωή του στα δεδομένα της ασθένειας, η οποία δεν κατάφερε να τον λυγίσει σε κανένα σημείο, παρότι η μάχη σε πολλές περιπτώσεις ήταν πολύ δύσκολη και επώδυνη.

Μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 είχε μία καθόλα φυσιολογική ζωή. Από τότε, όμως, τα πάντα άλλαξαν δραματικά, αφού μπήκε στη ζωή του και έγινε ένα μαζί του η νόσος του Crohn.

Αν και η εισβολή της ασθένειας ήταν βίαιη γι’ αυτόν, εντούτοις, λόγω της φαρμακευτικής αγωγής που του χορηγήθηκε, σε δυο-τρεις βδομάδες η ασθένεια μπήκε σε ύφεση και παρέμεινε σε ύφεση

για τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια

«Συγκρίνοντας το τι πέρασα με το τι περνώ τώρα, πιστεύω πως, ίσως, θα ήταν καλύτερα να μην είχε περάσει τόσος καιρός μέχρι την εγχείρηση. Πραγματικά, δεν ήταν καθόλου εύκολη η κατάσταση», τονίζει

Νόσος του Crohn. Μία φλεγμονώδης νόσος του εντέρου άγνωστης αιτιολογίας, η οποία προκαλεί φλεγμονή του βλεννογόνου και αφορά σε όλο το τοίχωμα του εντέρου αλλοιώσεις, οδηγώντας σε απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του γαστρεντερικού σωλήνα από το στόμα ώς τον πρωκτό, προκαλώντας μια ευρεία ποικιλία συμπτωμάτων.

Προκαλείται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ περιβαλλοντικών, ανοσολογικών και βακτηριακών παραγόντων σε γενετικά ευαίσθητα άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια χρόνια φλεγμονώδη διαταραχή - το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται στον γαστρεντερικό σωλήνα. Για τη νόσο, αλλά και τη μάχη που δίνει με αυτήν την τελευταία ενδεκαετία μιλά στη στήλη «Μαχητές και Νικητές της Ζωής» ο Χρύσανθος Κανάρη, ένας εξαίρετος νέος, με πλατύ χαμόγελο και γεμάτος θέληση για ζωή, ο οποίος ετοιμάζεται πυρετωδώς για να τρέξει στον ημιμαραθώνιο Λεμεσού, μέσω του οποίου θα συλλέξει χρήματα και θα στείλει τα δικά του μηνύματα ζωής και μαχητικότητας.

Η εισβολή της νόσου

Ο Χρύσανθος γεννήθηκε στις 7 Μαΐου 1983 στη Λεμεσό. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 είχε μία καθόλα φυσιολογική ζωή. Από τότε, όμως, τα πάντα άλλαξαν δραματικά, αφού μπήκε στη ζωή του και έγινε ένα μαζί του η νόσος του Crohn. Ήταν τότε που παρουσίασε τα πρώτα συμπτώματα - διάρροιες, αίμα στα κόπρανα, κούραση, απώλεια βάρους. Μάλιστα, μέσα σε μία βδομάδα η κατάσταση επιδεινώθηκε πάρα πολύ προκαλώντας του ανησυχία και επειδή υπάρχει και οικογενειακό ιστορικό, αφού κι ο πατέρας του πέρασε τη νόσο, δεν το άφησε να περάσει και απευθύνθηκε άμεσα σε ειδικούς.

Πήγε στο νοσοκομείο, ανέφερε τα συμπτώματα, καθώς και ότι υπήρχε οικογενειακό ιστορικό, κι έτσι κινήθηκαν όλες οι νενομισμένες διαδικασίες για να υποβληθεί στις απαραίτητες εξετάσεις. Η αρχή έγινε δύο εικοσιτετράωρα μετά με κολονοσκόπηση, η οποία επιβεβαίωσε την ανησυχία, ότι δηλαδή προσλήφθηκε και αυτός από τη νόσο Crohn. Αν δεν υπήρχε το οικογενειακό ιστορικό, παραδέχεται, ίσως να το άφηνε να περάσει και να μην κινητοποιείτο άμεσα.

Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, όμως, η νόσος δεν είναι κληρονομική, αφού όταν υπάρχει στην οικογένεια ιστορικό με τη νόσο δεν είναι σίγουρο ότι κάποιο άλλο μέλος της θα προσληφθεί κι αυτό από αυτήν. «Δεν είναι κληρονομικό, σύμφωνα και με τους ειδικούς. Απλά υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες», προσθέτει.

Η αντίδραση

Ως προς την αντίδρασή του στο άκουσμα της διάγνωσης, ο Χρύσανθος παραδέχεται πως σοκαρίστηκε. Κι αυτό γιατί ήξερε από πρώτο χέρι τι σημαίνει να πάσχεις από τη νόσο του Crohn και πώς είναι να ζεις μ' αυτή, λόγω του πατέρα του. Αν και η εισβολή της ασθένειας ήταν βίαιη γι’ αυτόν, εντούτοις, λόγω της φαρμακευτικής αγωγής που του χορηγήθηκε, σε δυο-τρεις βδομάδες η ασθένεια μπήκε σε ύφεση και παρέμεινε σε ύφεση για τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. Δηλαδή παρουσιάστηκε, αφυπνίστηκε καλύτερα, εκ νέου τον Φεβρουάριο του 2009, κι αφότου είχε επιστρέψει πλέον στην Κύπρο μετά τις σπουδές του στο Μάντσεστερ της Αγγλίας. Σε αυτό, πιθανότατα, να συνέτεινε, λέει, το έντονο άγχος του για εξεύρεση εργασίας και ένταξή του στην αγορά εργασίας.

Η δύσκολη απόφαση

Παρά το γεγονός, όμως, πως η ασθένεια επανήλθε δριμύτερη το 2009, εντούτοις, ο Χρύσανθος πήρε τη δύσκολη απόφαση για να κάνει την εγχείρηση αφαίρεσης του παχέος εντέρου επτά ολόκληρα χρόνια μετά. Μπήκε στο χειρουργείο, το οποίο διήρκεσε επτά με οκτώ ώρες, στις 2 Μαρτίου του 2016, δέκα χρόνια μετά την πρωτοεμφάνισή της.

«Βέβαια όλα αυτά τα δέκα χρόνια η νόσος δεν είχε φύγει στην ουσία ποτέ, απλά ήταν σε ύφεση, δηλαδή δεν είχα τα συμπτώματα που είχα στην αρχή και μετά όταν ‘επανήλθε’. Η φαρμακευτική αγωγή που μου χορηγείτο περιελάμβανε αυξημένη δόση κορτιζόνης και άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα τα οποία, ως έναν βαθμό, μου επέτρεπαν να ζω την κάθε μέρα ξεχωριστά.

»Παρουσίαζα καθημερινά, σχεδόν, συμπτώματα, αλλά υπήρχαν μέρες που αυτά ήταν αυξημένα, είχα εξάρσεις, κι άλλες που ήταν πολύ πιο ήπια. Όλο αυτό το διάστημα, με ελάχιστα μικρά διαλείμματα, έπαιρνα κορτιζόνη, η οποία μου προκάλεσε άλλα προβλήματα-παρενέργειες, όπως φουσκώματα, πόνους στις κλειδώσεις, αρθρίτιδες, κ.ο.κ.

»Εκτός των άλλων τα συμπτώματα δεν είχαν φύγει ποτέ, οπόταν ό,τι και να έκανα επί καθημερινής βάσεως έπρεπε να το προγραμματίσω γύρω από την ασθένειά μου. Για παράδειγμα, δεν μπορούσα να πάω κάπου ξέροντας ότι δεν θα υπήρχε τουαλέτα κοντά. Δεν ήταν εύκολο», συνεχίζει, λέγοντας πως είχε επηρεαστεί και η απόδοσή του στην εργασία του, ειδικά σε περιόδους έξαρσης

«Ήταν μονόδρομος»

Αναφορικά με το πώς έλαβε τη δύσκολη απόφαση για εγχείρηση, εξηγεί πως «την απόφαση για εγχείρηση την είχα πάρει δύο χρόνια αφότου παρουσίασα το πρώτο συρίγγιο λόγω της νόσου. Είχα κάνει την πρώτη εγχείρηση και δεν ήταν εύκολο όπου πήγαινα να ‘μαι με ένα μαξιλάρι στο χέρι. Συνολικά χρειάστηκε να κάνω τέσσερα εσωτερικά συρίγγια -εγχείρηση για παροχέτευση στο παχύ έντερο- από τον Ιούλιο του 2013 έως τον Μάρτιο του 2016.

»Έπειτα από αυτές τις εγχειρήσεις δημιουργήθηκαν συνολικά επτά συρίγγια. Ένεκα τούτου κι ειδικότερα της ταλαιπωρίας, πήρα την απόφαση να κάνω την εγχείρηση αφαίρεσης του παχέος εντέρου για να σταματήσει αυτό το πραγματικό μαρτύριο. Για έναν χρόνο ήμουν συνεχώς με παυσίπονα και αντιβίωση γιατί ήμουν με μολύνσεις σχεδόν συνέχεια.

»Μετά την πρώτη εγχείρηση για εσωτερικό συρίγγιο πήραμε τη δύσκολη απόφαση με τον γιατρό μου να πάρουμε πιο σοβαρά φάρμακα, ένα είδος χημειοθεραπείας, τα οποία εκτός των άλλων είχαν και αυξημένα έξοδα, αφού λόγω των ωραρίων εργασίας μου δεν μπορούσα να πάω στο Δημόσιο για να κάνω τις χημειοθεραπείες.

»Αν και το σχετικό κονδύλι για τη θεραπεία εγκρίθηκε από την Κυβέρνηση, εντούτοις, κάθε έξι βδομάδες έπρεπε να φεύγω μία μέρα από τη δουλειά, να πηγαίνω να πιάνω τα φάρμακά μου από το νοσοκομείο και μετά να πηγαίνω σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο στη Λευκωσία, να κάθομαι έξι με επτά ώρες για να κάνω τη θεραπεία και μετά να επιστρέφω σπίτι μου στη Λεμεσό. Σε κάποια φάση ο οργανισμός μου δεν δεχόταν ούτε κι αυτά τα φάρμακα γιατί δημιούργησε αντισώματα και δεν τα αποδεχόταν. Δεν υπήρχε άλλη θεραπεία κι έτσι η εγχείρηση ήταν μονόδρομος», εξηγεί περαιτέρω, παραδεχόμενος πως μετανιώνει, κατά κάποιο τρόπο, που δεν έκανε την εγχείρηση πιο νωρίς.

«Δεν ήξερα, όμως, τι μου επεφύλασσε η απόφασή μου να μην προχωρήσω από την αρχή με εγχείρηση. Συγκρίνοντας το τι πέρασα με το τι περνώ τώρα, πιστεύω πως, ίσως, θα ήταν καλύτερα να μην είχε περάσει τόσος καιρός μέχρι την εγχείρηση. Πραγματικά δεν ήταν καθόλου εύκολη η κατάσταση», συμπληρώνει.

*Διαβάστε περισσότερα με την εφημερίδα "Η Σημερινή".

Keywords
Τυχαία Θέματα