Η Ελλάδα βγαίνει στις αγορές

Έξοδο στις αγορές πραγματοποιεί η Ελλάδα τρία χρόνια μετά την τελευταία απόπειρα και σε μια στιγμή όπου η πορεία της χώρας φαίνεται ότι σταθεροποιείται.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του ελληνικού Υπουργείο Οικονομικών, το κρατικό ομόλογο πενταετούς διάρκειας που εξέδωσε το ελληνικό δημόσιο, έχει ως αναδόχους τις τράπεζες BNP, Bank of America

Merrill Lynch, Citi, Deutsche Bank, HSBC, με τους νέους τίτλους να αναμένεται να εκδοθούν αύριο, Τρίτη 25 Ιουλίου.

Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο, το ελληνικό ομόλογο αναμένεται να προσελκύσει πολύ έντονα το ενδιαφέρον των αγορών, με την υπερκάλυψη του αιτούμενου ποσού να θεωρείται εν πολλοίς εξασφαλισμένη, τόσο από την εγχώρια αγορά, όσο και από τη διεθνή αγορά.

Η αρχική απόδοση αναμένεται να κινηθούν εντός του στόχου που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση, ήτοι κοντά στο 4,6%, ενώ η τελική υπολογίζεται κοντά στο 4,75%, την ώρα που η προηγούμενη απόπειρα επί κυβέρνησης Σαμαρά, είχε δώσει αρχική απόδοση στο 4,75% και τελική στο 4,95%.

Πάντως, τραπεζικές πηγές τις οποίες επικαλούνται τα ελληνικά ΜΜΕ, αναφέρουν ότι η ζήτηση ενδέχεται να ξεπεράσει τις προσδοκίες, με αποτέλεσμα η τελική απόδοση να πέσει μέχρι και στο 4,5%.

Οι εκτιμήσεις για αυξημένη ζήτηση, έχουν να κάνουν τόσο με το timing της έκδοσης, η οποία ακολούθησε το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, την αποπληρωμή των ομολόγων του Ιουλίου, αλλά και του «κλειδώματος» του ΔΝΤ στο ελληνικό μνημόνιο μέχρι το 2018.

Επίσης, η συγκεκριμένη έξοδος είναι αποσυνδεδεμένη από τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας, οι οποίες καλύπτονται από τον ESM μέχρι το 2019, γεγονός που δείχνει ότι η χώρα δεν «καίγεται» για τα χρήματα που επιχειρεί να δανειστεί, αλλά στοχεύει στην διευκόλυνση.

Εξάλλου, το εν λόγω ομόλογο θα λήξει το 2022, δηλαδή όταν η Ελλάδα υπολογίζεται ότι θα έχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα -καλώς εχόντων των πραγμάτων- θα έχει (και με το παραπάνω) τα χρήματα για την αποπληρωμή του, ενώ χρονικά η λήξη θα έρθει πριν τη λήξη των ευρωπαϊκών ομολόγων.

Την ίδια ώρα, σημαντικό ρόλο για την απόφαση έπαιξε η αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από τον διεθνή οίκο αξιολόγησης Standard &Poors. Αυτό, λειτουργεί ενθαρρυντικά στην παγκόσμια επενδυτική ψυχολογία, η οποία παίρνει περισσότερη ώθηση από την πιθανότητα της τάξεως 33% η ελληνική πιστοληπτική ικανότητα να αναβαθμιστεί εκ νέου μέχρι τον Ιούλιου του 2018.

Από τους Έλληνες αναλυτές, θετικό είναι και το γεγονός ότι το πενταετές ομόλογο της Ελλάδας υπόκειται στο αγγλικό δίκαιο, το οποίο θεωρείται ότι δίνει επιπλέον εξασφαλίσεις στους επενδυτές. Η παράμετρος αυτή υπήρξε μια καλά μελετημένη κίνηση από την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να καταστήσει το ομόλογο περισσότερο ελκυστικό στη ζήτηση και στην εμπορευσιμότητά του.

Εκείνο που δεν πρέπει να παραβλεφθεί, πάντως, είναι η υψηλή απόδοση του ομολόγου, την ώρα που τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά ομόλογα κινούνται αρκετά χαμηλότερα. Από τη μια αυτό είναι επιβαρυντικό όσον αφορά στο κόστος δανεισμού για την Ελλάδα, η οποία θα πληρώσει ακριβά τα δανεικά της, από την άλλη όμως αποτελεί ένα καλό κίνητρο για τους επενδυτές να στρέψουν τα κεφάλαιά τους προς τη χώρα, η οποία ούτως ή άλλως έχει το προστατευτικό δίχτυ του μνημονίου.

Keywords
Τυχαία Θέματα