Ανάλυση: Οι δυναμικές που επηρεάζουν τις κάλπες στην Τουρκία

Αν υπάρχει ένα ξεκάθαρο στοιχείο που απορρέει από το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας στην Τουρκία, είναι η επιβεβαίωση της σύνθετης κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας.

Ο βασικός συντελεστής της προαναφερθείσας πολυπλοκότητας γεννιέται από την εξής αντίφαση: Από την μια η προεκλογική εκστρατεία επιβεβαίωσε τον διχασμό της κοινωνίας εξαιτίας της πόλωσης που επικρατεί τα τελευταία χρόνια. Όμως από την άλλη, φανέρωσε την «κούραση» που δημιουργεί η πολύχρονη πόλωση σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.

Επομένως ένα βασικό συμπέρασμα που μπορεί να καταγραφεί

ανεξαρτήτως του τελικού αποτελέσματος της διπλής εκλογικής αναμέτρησης της 24ης Ιουνίου 2018, είναι ότι η Τουρκία εισέρχεται σε ένα νέο στάδιο με δύο βασικούς άξονες να επηρεάζουν το πολιτικό σύστημα:

Ο πρώτος άξονας είναι η κατασκευασμένη από τον Έρντογαν πόλωση σε επίπεδο ταυτοτήτων, αξιακών συστημάτων, πολιτισμικών αξιών. Η προεκλογική εκστρατεία χαρακτηρίστηκε σε ένα μεγάλο μέρος της από την προσπάθεια του Έρντογαν να αναπαράξει το προαναφερθέν πλαίσιο ως μια «πετυχημένη συνταγή». Άλλωστε ένα πολύ μεγάλο μέρος των εκλογικών του επιτυχιών στο παρελθόν ήταν αποτέλεσμα και της τεχνητής πόλωσης που ο ίδιος και το κόμμα του δημιουργούσαν.

Ο δεύτερος άξονας είναι η προσπάθεια ενός πολύ μεγάλου μέρους της αντιπολίτευσης να συμφωνήσει σε ευρύτερα και κοινά αποδεχτά ζητήματα όπως αυτό του εκδημοκρατισμού και της ανάγκης συναινέσεων. Δηλαδή της ανάγκης ομαλοποίησης της Τουρκίας σε ένα πεδίο που θα επιτρέπει στις διαφωνίες να εκφράζονται χωρίς συγκρούσεις.

Ίσως μάλιστα η προαναφερθείσα σύνθετη πραγματικότητα να είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που δεν επέτρεψαν στον Έρντογαν να εμφανιστεί ως ο «απόλυτος κυρίαρχος» της προεκλογικής εκστρατείας. Αντίθετα, ίσως για πρώτη φορά στην δεκαεξάχρονη διακυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), η αντιπολίτευση ήταν αυτή που κατάφερε να καθορίσει μέρος της πολιτικής αντιπαράθεσης και εξανάγκασε την κυβέρνηση σε ένα πιο αμυντικό ρόλο.

Μέσα από τα πιο πάνω μπορούν να διακριθούν τρεις κοινωνικές δυναμικές που θα επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα, αλλά και τους ευρύτερους προσανατολισμούς της Τουρκίας στο εντελώς νέο πολιτικό και ιδεολογικό περιβάλλον που δημιουργεί η υιοθέτηση του προεδρικού συστήματος.

Η πρώτη κοινωνική δυναμική που εμφανίζεται ως καθοριστικός παράγοντας είναι οι νέοι ψηφοφόροι. Δηλαδή η κατηγορία των 18χρονων ψηφοφόρων που απέκτησαν για πρώτη φορά το δικαίωμα ψήφου, καθώς και οι ψηφοφόροι ηλικίας μέχρι και 32 ετών. Το σύνολο αυτών των ψηφοφόρων υπολογίζεται περίπου στα 19 εκατομμύρια. Η μεγάλη ιδιαιτερότητα αυτού του τμήματος της κοινωνίας επικεντρώνεται σε ένα είδος «μονοπωλιακής σχέσης» με τη διακυβέρνηση Έρντογαν. Για την πλειοψηφία των 19 εκατομμυρίων, ο Έρντογαν και το ΑΚΡ ήταν οι «βασικές σταθερές» στη διαδικασία της πολιτικής τους ωρίμανσης. Δεν έχουν γνωρίσει με ουσιαστικό τρόπο την Τουρκία «πριν τον Έρντογαν». Συνεπώς η σχέση τους με τις αλλαγές που καταγράφηκαν στη χώρα τα τελευταία 16 χρόνια είναι εντελώς διαφορετική από τις παραστάσεις και τις εμπειρίες του οικογενειακού και κοινωνικού τους περίγυρου. Έχουν διαφορετικές απαιτήσεις από το πολιτικό σύστημα και καθόλου τυχαία τα τελευταία χρόνια κατατάσσονται στην κατηγορία εκείνη του πληθυσμού στην οποία το ΑΚΡ διατηρεί την χαμηλότερη του επιρροή σε σχέση με τον μέσο όρο των ποσοστών του σε πανεθνική κλίμακα. Οι νέοι και οι νέες είναι επίσης το τμήμα της κοινωνίας εκείνο, του οποίου οι πραγματικές πολιτικές τάσεις δεν καταγράφονται εύκολα σχεδόν σε καμιά δημοσκόπηση των τελευταίων χρόνων στην Τουρκία.

Η δεύτερη κοινωνική δυναμική με ιδιαίτερη σημασία, είναι η εκλογική συμπεριφορά των στρωμάτων του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα και μητροπόλεις της Τουρκίας. Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που προκύπτουν από τις πολιτικές τάσεις στο δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 είναι οι διαφοροποιήσεις που καταγράφηκαν στους μητροπολιτικούς δήμους της χώρας και η σύγκριση των διαφοροποιήσεων αυτών με την κατάσταση στις μικρότερες πόλεις της Τουρκίας. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι στη βάση των στοιχείων του δημοψηφίσματος του 2017 από τα 56 εκατομμύρια ψηφοφόρων, περίπου το 80% ζει σε μητροπολιτικούς δήμους και άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ η συντριπτική μειοψηφία ζει στην ύπαιθρο.

Στο δημοψήφισμα του 2017 το ΟΧΙ επικράτησε ακόμα και σε μητροπολιτικούς δήμους που το ΑΚΡ διαθέτει πανίσχυρη εκλογική βάση. Σε μια γενικότερη αξιολόγηση παρατηρείται ότι τα ποσοστά του ΟΧΙ είναι αυξημένα σε ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένες πόλεις και μητροπολιτικούς δήμους της Τουρκίας, ενώ αντίθετα τα ποσοστά του ΝΑΙ αυξάνονται εκεί που καταγράφονται σχετικά μικρότεροι πληθυσμοί. Σημαντικό είναι και το δεδομένο ότι στους μητροπολιτικούς δήμους το ΟΧΙ επικράτησε με ποσοστά που κινήθηκαν μεταξύ 51% και 54%, ενώ στις μικρότερες πόλεις που επικράτησε το ΝΑΙ, τα ποσοστά του ήταν μεταξύ 60% και 70%. Συνεπώς η μεγάλη ποσοστιαία διαφορά υπέρ των συνταγματικών αλλαγών στις εν λόγω περιοχές είναι ένας από τους κύριους λόγους της τελικής δύσκολης επικράτησης του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα.

Συγκεκριμένα σε 54 νομούς της Τουρκίας στους οποίους ο αριθμός των ψηφοφόρων κυμαίνεται κάτω από 545.000, το ποσοστό του ΝΑΙ% κινήθηκε ήταν περίπου 58%-60%. Σε 17 νομούς της Τουρκίας που ο αριθμός των ψηφοφόρων είναι μεταξύ 545.000 – 1.100.000, το ποσοστό του ΝΑΙ έφτασε μέχρι και το 52%. Σε 8 νομούς της χώρας στους οποίους ο αριθμός των ψηφοφόρων είναι μεταξύ 1.100.000 – 3.000.000, το ποσοστό του ΝΑΙ% μειώθηκε στο 47%. Το ίδιο ισχύει και για τους μεγαλύτερους νομούς όπως η Κωνσταντινούπολη και η Άγκυρα με αριθμό ψηφοφόρων που ξεπερνούν τα 12.000.000. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο μέσος όρος του ΝΑΙ ήταν 49%.

Από τα προαναφερθέντα στοιχεία φαίνεται ξεκάθαρα ότι ένα από τα βαθύτερα κοινωνικά ζητήματα που μπορούν να συμβάλουν στην κατανόηση της διαφοροποίησης των πολιτιστικών και άλλων αξιακών κωδίκων είναι το φαινόμενο της αστικοποίησης. Σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της οικονομικής στασιμότητας των τελευταίων χρόνων, η αστικοποίηση είναι ένα επιπλέον φαινόμενο που συμβάλλει στον σχετικό περιορισμό της επιρροής του Έρντογαν.

Οι μεγαλύτεροι νομοί της Τουρκίας που συγκεντρώνουν την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος και καθορίζουν ένα σημαντικό αριθμό των εδρών της Εθνοσυνέλευσης είναι οι εξής:

Κωνσταντινούπολη – 98 έδρες

Άγκυρα – 36 έδρες

Σμύρνη – 28 έδρες

Μπούρσα – 20 έδρες

Αντάλια – 16 έδρες

Άδανα – 15 έδρες

Ικόνιο – 15 έδρες

Ούρφα – 14 έδρες

Άντεπ – 14 έδρες

Κοτζάελι – 13 έδρες

Μερσίνα – 13 έδρες

Νταγιάρμπακιρ – 12 έδρες

Χαταϊ – 11 έδρες

Καϊσερι – 10 έδρες

Μάνισα – 10 έδρες

Η τρίτη καθοριστική κοινωνική δυναμική είναι η εκλογική συμπεριφορά των Κούρδων ψηφοφόρων και ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται στις ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της Τουρκίας. Στις συγκεκριμένες περιοχές της χώρας υπάρχουν 23 νομοί, στους οποίους μόνο δύο κόμματα χαρακτηρίζονται από έντονη παρουσία. Πρόκειται για το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) που κερδίζει ποσοστά από 65%-70% και το ΑΚΡ που διατηρεί ποσοστά μεταξύ 25%-30%.

Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση αυτών των περιοχών και το σύνολο των πολιτικών διεκδικήσεων που εκφράζουν με επίκεντρο την καταξίωση της κουρδικής ταυτότητας, έχουν στρατηγικό χαρακτήρα τόσο για το αποτέλεσμα των εκλογών, όσο και για το μέλλον του βασικότερου ανοιχτού προβλήματος της Τουρκίας που είναι το Κουρδικό.

Από το 2015 και μετά, η περίοδος χαρακτηρίζεται από πολλές αντιφάσεις και εντάσεις σε σχέση με τις τάσεις των Κούρδων ψηφοφόρων. Το πιο ολοκληρωμένο στοιχείο που καταγράφεται είναι η σταδιακή άνοδος της κουρδικής εθνικής συνείδησης και η συσπείρωση του πληθυσμού των περιοχών αυτών σε ζητήματα που αφορούν στην αναγνώριση της διαφορετικής τους ταυτότητας.

Τόσο η στάση του ΑΚΡ έναντι του Κουρδικού προβλήματος με τη διακοπή των διαπραγματεύσεων και την ενεργοποίηση στρατιωτικής ισχύος, η στάση του τουρκικού κράτους απέναντι στο δημοψήφισμα ανεξαρτησίας των Κούρδων του Βορείου Ιράκ τον προηγούμενο χρόνο, όσο και η «μανία» με την οποία ο Έρντογαν επιθυμεί να αντιμετωπίσει την κουρδική αυτονόμηση στα βόρεια της Συρίας, είναι μερικά από τα θέματα που προκαλούν ερωτηματικά σε σχέση με τη σύνδεση μέρους της κοινωνίας της νοτιοανατολικής Τουρκίας με το ΑΚΡ.

Όλες οι μέχρι στιγμή τάσεις δείχνουν ότι το HDP στις εν λόγω περιοχές θα είναι ενισχυμένο. Όμως παραμένουν αναπάντητα ερωτηματικά σε σχέση με το πως θα επηρεάσει την τελική εκλογική συμπεριφορά η ολοκληρωτική κρατική καταστολή ενάντια στο οργανωμένο κουρδικό κίνημα που επικρατεί τα τελευταία τρία χρόνια.

Νίκος Μούδουρος

Μεταδιδακτορικός Ερευνητής

Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών

Πανεπιστήμιο Κύπρου

Keywords
Τυχαία Θέματα