Άφησαν απλήρωτο πρώην υπάλληλο κοινοτικού συμβουλίου – Παρέμβαση Επιτρόπου

Απλήρωτος από το Κοινοτικό Συμβούλιο του Κάτω Πύργου έμεινε υπάλληλος, πρώην Γραμματέας ο οποίος είχε απολυθεί από το κοινοτικό συμβούλιο αρχικά, τον Οκτώβριο του 2007.

Σύμφωνα με την επιστολή που απέστειλε η Επίτροπος Διοικήσεως στο Υπουργείο Εσωτερικών, επιστολή την οποία κατέχει το SigmaLive, ο υπάλληλος υπέβαλε παράπονο στην Επίτροπο αναφορικά με την άρνηση ή/και παράλειψη του εν λόγω Κοινοτικού Συμβουλίου να καταβάλει στον ίδιο μισθοδοσία,

για τη χρονική περίοδο μεταξύ της πρώτης (ακυρωθείσας) απόφασης επιβολής της ποινής της απόλυσης στον ίδιο (27 Οκτωβρίου 2007) και της δεύτερης απόφασης επιβολής της ίδιας ποινής (21η Νοεμβρίου 2009).

Με επιστολή της η Επίτροπος, την 1η Αυγούστου 2018 έθεσα την περίπτωση του κ. Πλαστήρα υπόψη του Κοινοτικού Συμβουλίου Κάτω Πύργου Τηλλυρίας (εφεξής «ΚΣΚΠ») και ζήτησε τις θέσεις ή/και τα σχόλια ή/και τις απόψεις του. Απάντηση λήφθηκε με την επιστολή του δικηγόρου του ΚΣΚΠ ημερ. 28 Αυγούστου 2018. Αντίγραφα των εν λόγω επιστολών σάς αποστέλλονται, για πληρέστερη ενημέρωσή σας.

Η Επίτροπος εκφράζει την άποψη ότι οι θέσεις του δικηγόρου του ΚΣΚΠ δεν ευσταθούν για τους εξής λόγους:

1. Στις 27 Οκτωβρίου 2007 το ΚΣΚΠ επέβαλε την ποινή της απόλυσης στον παραπονούμενο (με άμεση ισχύ). Η ημερομηνία αυτή σημειοδοτεί και την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εξέτασης της υπόθεσής του.

2. Ο παραπονούμενος προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο εναντίον της πιο πάνω διοικητικής πράξης. Η διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας που αφορούσε τη νομιμότητα πράξης του ΚΣΚΠ δεν νοείται να αποτελεί μέρος του χρόνου εξέτασης της πειθαρχικής υπόθεσης του παραπονούμενου. Επομένως, ο χρόνος μεταξύ της επιβολής ποινής (27 Οκτωβρίου 2007) και της ακύρωσής της από το Ανώτατο Δικαστήριο (16 Σεπτεμβρίου 2009) δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη ως χρόνος εξέτασης της υπόθεσης. Προς τούτο, συνηγορούν οι πρόνοιες των Κανονισμών 65(1) και 65(2) των περί Κοινοτικής Υπηρεσίας Κανονισμών του Κοινοτικού Συμβουλίου Κάτω Πύργου του 2002, οι οποίοι (με αναφορές όπως «…όσο γίνεται πιο γρήγορα…», «…μέσα σε δύο βδομάδες…», «…το γρηγορότερο…»), υποχρεώνουν το ΚΣΚΠ να ολοκληρώνει την εξέταση υποθέσεων τέτοιας φύσεως ταχέως, ώστε, μεταξύ άλλων, εάν υπάρχουν σύζυγος και εξαρτώμενα τέκνα, αυτά να αρχίσουν να λαμβάνουν σύνταξη για να μπορούν να επιβιώσουν.

3. Πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 57 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμων του 1999, «έπειτα από ακυρωτική απόφαση η πράξη εξαφανίζεται και η διοίκηση υποχρεούται να επαναφέρει τα πράγματα στη θέση στην οποία βρίσκονταν πριν από την έκδοση της πράξης που ακυρώθηκε». Μετά την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το ΚΣΚΠ επανεξέτασε την υπόθεση την 21η Νοεμβρίου 2009 και επέβαλε εκ νέου την ποινή της απόλυσης, χωρίς αναδρομική ισχύ. Αυτό σημαίνει ότι, για το χρονικό διάστημα μεταξύ του χρόνου επιβολής της ακυρωθείσας ποινής (27 Οκτωβρίου 2007) και του χρόνου επιβολής της δεύτερης ποινής (21η Νοεμβρίου 2009), ο παραπονούμενος πρέπει να θεωρηθεί ότι υπηρετούσε κανονικά. Και τούτο διότι, με βάση τη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (π.χ. Απόφαση Ολομέλειας επί της Αναθεωρητικής Έφεσης 3764, Δημήτρης Θεοφυλάκτου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (2006), 3 Α.Α.Δ. 322, ημερ. 16 Ιουνίου 2006), πλασματική υπηρεσία σε θέση θεωρείται κανονική υπηρεσία στη θέση. Παραδόξως, όμως, και κατά παράβαση του δεδικασμένου και της αναφερόμενης γενικής αρχής διοικητικού δικαίου, το ΚΣΚΠ δεν κατέβαλε στον παραπονούμενο τη μισθοδοσία της θέσης που κατείχε μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

«Ενόψει των πιο πάνω, είναι η θέση της Επιτρόπου ότι, δυνάμει του άρθρου 45  των περί Κοινοτήτων Νόμων του 1999 έως 2018, θα πρέπει να καλέσετε το ΚΣΚΠ να καταβάλει στον παραπονούμενο τη μισθοδοσία που δικαιούται».

Keywords
Τυχαία Θέματα