Πόσα γνωρίζετε για τα.... πρόσθετα Ε(ψιλον) στη διατροφή μας;


Ακούμε συνέχεια να γίνεται λόγος για τα "Ε", τα πρόσθετα αυτά των τροφίμων που έχουν δημιουργηθεί προκειμένου να
τα διατηρήσουν πιο μυρωδάτα, πιο εμφανίσιμα, πιο φρέσκα για περισσότερο καιρό. Πόσο όμως "αθώα" είναι τα Ε για την καθημερινή μας διατροφή;
Μια παλιά ιστορία

Τα πρόσθετα δεν είναι καινούργια μόδα. Χρησιμοποιούνται από την εποχή που ο άνθρωπος άρχισε να παρασκευάζει πιο σύνθετες τροφές, αλλά και από τότε που, για λόγους επιβίωσης, έπρεπε να συντηρεί τα τρόφιμα που είχε στη διάθεσή του. Το αλάτι, οι σπόροι μουστάρδας και πιπεριού είναι μερικά παραδείγματα προσθέτων
(δηλαδή ουσιών που κανονικά δεν ανήκουν στο ίδιο το τρόφιμο) τα οποία έχουν συμβάλει στη διατήρηση πολύτιμων αποθεμάτων τροφής από αρχαιοτάτων χρόνων. Σε αυτά μπορούμε να προσθέσουμε τον ασβέστη για τα γλυκά του κουταλιού, το σταχτόνερο, την κιμωλία και άλλα «μυστικά» της κουζίνας.
Η χρήση των προσθέτων σήμερα
Έχει περάσει από την κουζίνα της γιαγιάς και το εργαστήρι του ζαχαροπλάστη στη βιομηχανία τροφίμων. Η σύγχρονη λίστα των προσθέτων δεν περιλαμβάνει μόνο τη σόδα, τη μαγιά, το ξινό ή τη βανίλια, αλλά και πλήθος χημικών ουσιών με δυσπρόφερτα ονόματα. Με δεδομένο ότι παραδοσιακά τα πρόσθετα περιβάλλονταν από μυστικοπάθεια -κανείς δεν ήθελε να αποκαλύψει το κρυφό συστατικό μιας πετυχημένης συνταγής-, σήμερα που η χρήση τους έχει περάσει στον κόσμο της χημείας, το κλίμα δυσπιστίας απέναντί τους παραμένει και ενισχύεται από το φόβο για την πιθανή τοξική τους δράση.
Η αλήθεια είναι ότι στην Ευρώπη μια ουσία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί ως πρόσθετο μόνο εάν έχει αποδειχθεί ότι είναι ακίνδυνη για την υγεία και εφόσον εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφάλειας Τροφίμων. Οι διαδικασίες ελέγχου περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τοξικολογικές δοκιμές, λεπτομερή στοιχεία για την παρατεταμένη χρήση της, την αλληλεπίδρασή της με άλλες ουσίες, την πιθανή δυσανεξία του ανθρώπινου οργανισμού σε αυτήν, καθώς και το όριο της αποδεκτής ημερήσιας δόσης της.
Στον κόσμο των Ε
Χρωστικές
Τα τρόφιμα κατά τη βιομηχανική τους επεξεργασία χάνουν το αρχικό τους χρώμα. Οι φυσικές και συνθετικές χρωστικές ουσίες τα κάνουν και πάλι ελκυστικά. Από τις σημαντικότερες χρωστικές είναι το καραμελόχρωμα (Ε150), που περιέχεται κυρίως σε αναψυκτικά και γλυκά, η ταρτραζίνη (Ε102), που δίνει το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα σε αναψυκτικά, γλυκά και ζελέ, καθώς και το β-καροτένιο (Ε160), που περιέχεται κυρίως σε λίπη, έλαια, κατεργασμένο μαλακό τυρί και αναψυκτικά.
Συντηρητικά
Είναι ουσίες που παρεμποδίζουν την αλλοίωση των τροφίμων, αυξάνουν το χρόνο ζωής τους και έχουν αντιμικροβιακή δράση. Θεωρούνται από τα πιο «απαραίτητα» πρόσθετα, αλλά είναι και από τα πιο ισχυρά (τοξικά), γι’ αυτό και η νομοθεσία ορίζει αυστηρά σε ποια τρόφιμα και σε ποιες ποσότητες μπορούν να προστίθενται. Συντηρητικά όπως το σορβικό οξύ (Ε200) περιέχονται σε αναψυκτικά, οινοπνευματώδη, τυποποιημένα γλυκά και μαρμελάδες, ενώ τα ντρέσινγκ και το κέτσαπ συνήθως έχουν βενζοϊκό οξύ (Ε210).
Keywords
Τυχαία Θέματα