«Το κόκκαλο»: Της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη

«Ο Αρτώ. Αυτός είναι το επείγον περιστατικό.

Αυτός απέσπασε τη λογοτεχνία από την αστυνομία, το θέατρο από την ιατρική.

Κάτω από τον ήλιο των βασανιστηρίων

που φωτίζει όλες τις ηπείρους αυτού του πλανήτη, ανθίζουν τα κείμενά του.

Κάποτε θα διαβαστούν πάνω στα ερείπια της Ευρώπης.

Και τότε θα γίνουν κλασικά».

Με αυτά τα λόγια ο Χάινερ Μύλλερ αναφέρεται στον σπουδαίο Γάλλο θεωρητικό και συγγραφέα του θεάτρου, σκηνοθέτη, ηθοποιό, ποιητή, αναθεωρητή και επαναστάτη, που υπήρξε από τα πρώτα

μέλη του κινήματος του υπερρεαλισμού, ενώ το 1938 επινόησε το Θέατρο της Σκληρότητας. Ένα θέατρο που δεν αποτελεί όχημα διαφυγής από την πραγματικότητα για ένα παθητικό κοινό αλλά, αντίθετα, «οφείλει να αφυπνίζει το υποσυνείδητο και τα καταπιεσμένα ένστικτα των θεατών, ως μία σωματική και πνευματική θεραπεία».

Την ιδιάζουσα προσωπικότητα του Αντονέν Αρτώ, όπου διασταυρώνονται η πρωτοπόρος σκέψη με τις υπαρξιακές αγωνίες και η τρέλα (πέρασε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του σε ψυχιατρεία, όπου τα δεκάδες ηλεκτροσόκ τον σημάδεψαν ανεπανόρθωτα) με την ιδιοφυΐα, σκιαγραφούν στο ενδιαφέρον έργο τους η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Άρης Ασπρούλης.

Το «Κόκκαλο» διαδραματίζεται το 1946, λίγο μετά την ιδιαίτερη βραδιά που είχαν οργανώσει οι «φίλοι» του για να τιμήσουν τη συνεισφορά του στο θέατρο και στην οποία του απαγόρευσαν την είσοδο καθώς φοβόντουσαν ένα πιθανό παράλογο ξέσπασμά του.

Και ο Αρτώ, βαθιά απογοητευμένος αλλά ταυτόχρονα παθιασμένος και ερωτευμένος, επιστρέφει οικειοθελώς στο κελί του ασύλου και αποφασίζει να δώσει τη δική του τελευταία παράσταση μπροστά σε ένα φανταστικό κοινό, το οποίο ζωγραφίζει με μια κιμωλία στο πάτωμα. Μια παράσταση εξομολογητική, όπου κοινωνεί σε μας τα έγκατα της ψυχής του: «Για να υπάρξεις, χρειάζεται απλώς να αφεθείς. Αλλά, για να ζήσεις, πρέπει να είσαι κάποιος. Πρέπει να έχεις ένα κόκκαλο. Και να μη φοβάσαι να το δείξεις – ακόμα και αν χρειαστεί να χάσεις τη σάρκα σου γι’ αυτό».

Μια παράσταση, τέλος, που ακτινογραφεί την κοινωνία της εποχής του, η οποία «συντηρείται σε μια ατμόσφαιρα διαρκούς ασέλγειας, αταξίας, ασωτίας, χρόνιας τρέλας, αστικής αδράνειας, ζήλιας, ψυχικής ανισορροπίας, σκόπιμης ατιμίας, κατάφωρης υποκρισίας και ανέντιμης περιφρόνησης απέναντι σε κάθε τι και κάθε έναν που ξεχωρίζει».

Στην ουσιαστική σκηνοθεσία της Ιόλης Ανδρεάδη οι εφιάλτες του Αρτώ αποκτούν σκηνική υπόσταση, ενώ αναδεικνύεται λεπτομερώς η ψυχοσύνθεσή του. Ο Γεράσιμος Γεννατάς επωμίζεται παραδειγματικά το βάρος του πολυσύνθετου αυτού ρόλου. Αεικίνητος, με εξαιρετική σωματική ευλυγισία, χειμαρρώδη λόγο, συνεχή εναλλαγή συναισθημάτων, σαρκασμό, εντάσεις και σιωπές, εισχωρεί στην άγρυπνη συνείδηση του ήρωα.

Μοναδική αντίρρηση η παντομίμα που χρησιμοποιεί όταν υποδύεται διαφορετικά πρόσωπα, που υπονομεύει την ποιότητα της ερμηνείας του.

Δίπλα του, ο μουσικός / περφόρμερ Γιώργος Παλαμιώτης γίνεται ο άλλος εαυτός του – αυτός που μεταφέρει ζωντανά μέσα από τους πρωτότυπους ήχους του όσα δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια.

Και πραγματικά δεν υπάρχουν λόγια για να ταξινομήσει κανείς αυτόν τον ιδιοφυή καλλιτέχνη που η θεωρία του επηρέασε την τέχνη, τη λογοτεχνία και το θέατρο (ιδιαίτερα τον Ζενέ και τον Μπέκετ).

Διαβάστε επίσης:

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Δράμα, πόλεμος και κινηματογραφικός τρόμος με «πύρινη οργή»

Βιβλίο: Αγκάθια και Πικραλίδες

«Ο Αυτόχειρ» του Νικολάι Έρντμαν

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ιόλης Ανδρεάδη, Άρη Ασπρούλη,iolis andreadi, ari asprouli