Φόνοι από την κ. Λεκάτη και τον κ. Μπράμο

του Δημήτρη Φύσσα

Ένα απλό σχήμα (δήθεν) λογικού συλλογισμού είναι το εξής:
Α. Το καλοκαίρι προσφέρεται για «εύπεπτη»λογοτεχνία
Β. Η αστυνομική είναι ένα είδος «εύπεπτης» λογοτεχνίας
Γ. Επομένως, το καλοκαίρι (πρέπει να) διαβάζουμε αστυνομικά.

Καλό φαίνεται, έτσι; Όχι, φίλες και φίλοι, είναι μπούρδα. Ιδού η άρση, με αληθινά λογικό συλλογισμό:

Α. Το καλοκαίρι

μας μένει ελεύθερος χρόνος, άρα μπορούμε να διαβάσουμε περισσότερο
Β. Επειδή και πάλι ο χρόνος είναι λίγος, αξίζει να επιλέγουμε ό,τι διαβάζουμε
Γ. Δεν υπάρχουν «εύπεπτα» λογοτεχνικά είδη, ως είδη, παρά μονάχα καλή και κακή λογοτεχνία
Δ. Επομένως, και το καλοκαίρι αξίζει να διαβάσουμε καλή (αστυνομική) λογοτεχνία.

Θα σας προτείνω λοιπόν δυο βιβλία που διάβασα πρόσφατα, αμφότερα ελληνικά, από τα καλά αστυνομικά που τα τελευταία χρόνια γράφονται στη γλώσσα μας.

Το πρώτο είναι το «Όλοι μπορούν ν κάνουν φόνο», της νεαρής Ανθής Λεκάτη, εκδόσεις «Μελάνι». Οι πιστοί ακροατές της εκπομπής μας «Αθήνα το φελέκι σου» μπορεί να θυμούνται την κ. Λεκάτη να μας μιλάει για το βιβλίο αυτό, πριν περίπου ένα μήνα. Στο βιβλίο αυτό, δολοφονείται μια γυναίκα στη Λαμία, μέλος μιας τοπικής λέσχης ανάγνωσης. Τα μέλη της λέσχης παρουσιάζονται ένα ένα , ως πιθανοί δολοφόνοι. Κυριότερος όμως ύποπτος είναι ο συγγραφέας που φιλοξενήθηκε και μίλησε για το βιβλίο του σε σχετική εκδήλωση, στο βιβλιοπωλείο της πόλης, λίγο πριν το φόνο. Ένας δεύτερος φόνος περιπλέκει την υπόθεση. Υπάρχει ο αδιάφθορος αστυνόμος Δαμιανέας, που αγωνίζεται να διαλευκάνει την υπόθεση, σ΄ ένα κλίμα που θυμίζει πολύ νουάρ, αφού προεξάρχει η διαφθορά και ό,τι ο ίδιος αντιμετωπίζει ως προσπάθεια συγκάλυψης. Ενώ σ΄ ένα πρώτο επίπεδο το ζήτημα εμφανίζεται με το τυπικό «Ποιος έκανε του φόνους και γιατί», σ΄ ένα δεύτερο παρελαύνει όλη νεοελληνική πραγματικότητα, με τη φτώχεια, τους μικροϋπολογισμούς του καθενός, την αβεβαιότητα για το παρόν και το μέλλον κλπ. Ουσιαστικό ντεμπούτο για την κ. Λεκάτη, και εις ανώτερα.

Το δεύτερο είναι «Το ψέμα του λύκου» του εξηντάρη Γιώργου Μπράμου, εκδόσεις Καστανιώτη. Εδώ δολοφονείται στην Κηφισιά ένας πετυχημένος επιχειρηματίας του κατασκευαστικού τομέα, της γενιάς του Πολυτεχνείου και με αντιδικτατορική δράση ως φοιτητής του Πολυτεχνείου. Βασικός ύποπτος θεωρείται ένας άλλος μηχανικός, σύντροφος του σκοτωμένου από εκείνη την εποχή, κουτσός από το ένα πόδι, που επί δεκαετίες λουφάζει βουβός και ήσυχος στην πολεοδομία Κοζάνης. Εδώ ο αστυνομικός που ψάχνει το θέμα λέγεται Τσάκωνας, αλλά αντιμετωπίζει πολύ όψιμα κι ένα προσωπικό οικογενειακό δράμα, η αιτία του οποίου βρίσκεται μια γενιά πίσω. Στο τέλος της ιστορίας, ο αναγνώστης δεν ξέρει αν υπάρχει η όχι κάθαρση, καθώς ο συγγραφέας υπονομεύει συνεχώς τόσο τον αστυνόμο, όσο και το βασικό ύποπτο, με ψυχο-καλλιτεχνικούς τρόπους που θυμίζουν γκροτέσκο, σατυρικό δράμα, θέατρο και κινηματογράφο (παράλληλες μοναχικές περιπλανήσεις και σκέψεις οφφ). Το φινάλε υπονομεύει επίσης, πολύ ακριβοδίκαια μάλιστα, τόσο τη γενιά του Πολυτεχνείου, όσο και τους (τοτινούς) διώκτες της. Δεν είχα ξαναδιαβάσει Μπράμο, τον ήξερα μόνο ως κριτικό του σινεμά, πολύ εκτίμησα το βιβλίο.

[email protected]

Keywords
Τυχαία Θέματα