Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επικρίνεται για τη λιτότητα

Το Ανεξάρτητο Γραφείο Αξιολόγησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου επέκρινε την έκκληση του Ταμείου για λιτότητα το 2010. Η κίνηση αυτή ανοίγει και πάλι μια έντονη πολιτική συζήτηση, σχετικά με την αξία της αύξησης των φόρων και την περικοπή των δημόσιων δαπανών μετά την οικονομική κρίση. Σε μια θεώρηση της απάντησης του ΔΝΤ, η ανεξάρτητη υπηρεσία αξιολόγησης εξήρε τον ρόλο του ταμείου στον διεθνή δανεισμό, αλλά επιτέθηκε στην παροχή συμβουλών πολιτικής που έδωσε το 2010 στις κυβερνήσεις, να αρχίσουν να κόβουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού

τους. Οι επικρίσεις επαναφέρουν στο προσκήνιο ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα επεισόδια της πολιτικής κατά τη διάρκεια της κρίσης: την απόφαση να αποσύρουν τα δημοσιονομικά κίνητρα από την παγκόσμια οικονομία το 2010, όταν η ανεργία ήταν ακόμα πολύ υψηλή. Οι επικριτές κατηγορούν την απόσυρση των κινήτρων για την επιβράδυνση της ανάκαμψης. Η νέα συζήτηση είναι ζωτικής σημασίας, διότι η πολιτική συναίνεση σχετικά με το τι συνέβη το 2010 θα επηρεάσει το κατά πόσον και πώς τα δημοσιονομικά κίνητρα θα χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικές υφέσεις. Το ΔΝΤ ζήτησε ένα μεγάλο, παγκόσμιο δημοσιονομικό κίνητρο το 2008-09 και οι συμβουλές του εισακούστηκαν. Στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι κυβερνήσεις διαχειρίστηκαν δημοσιονομικά ελλείμματα μεγαλύτερα από το 10 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2009. Το ταμείο στη συνέχεια άλλαξε πορεία και επικύρωσε τα νέα μέτρα λιτότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο το καλοκαίρι του 2010 και την αυστηρότερη πολιτική των ΗΠΑ που κατέληξε στην αναμέτρηση για το ανώτατο όριο του χρέους τον Αύγουστο του 2011. «Η υπεράσπιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης του ΔΝΤ αποδείχθηκε πρόωρη για τις μεγάλες προηγμένες οικονομίες, καθώς οι προβλέψεις για την ανάπτυξη αποδείχθηκαν αισιόδοξες», δήλωσε το γραφείο αξιολόγησης. Επιτέθηκε στο ΔΝΤ επειδή ανησυχούσε για μια κρίση χρέους στις ΗΠΑ ή την Ιαπωνία «ακόμη και όταν οι αποδόσεις των ομολόγων των χωρών αυτών έπεφταν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα». Η Κριστίν Λαγκάρντ, διευθύντρια του ΔΝΤ, είπε ότι απλά υποστήριξε την συμβουλή του ταμείου από το 2010, καθώς η ίδια ανέλαβε το ΔΝΤ τον Ιούλιο του 2011. «Λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες το 2010, πιστεύω ακράδαντα ότι η παροχή συμβουλών στις οικονομίες με ταχεία αύξηση τους χρέους τους να κινηθούν προς συγκρατημένη ενίσχυση ήταν η σωστή», είπε. «Όπως αναγνωρίζει η έκθεση, η εκτίμηση αυτή έφερε οφέλη εκ των υστέρων» σημειώνει δηκτικά. «Από τη στιγμή που κατέστη σαφές ότι οι προοπτικές ανάπτυξης είχαν επιδεινωθεί, το ΔΝΤ άλλαξε γρήγορα ταχύτητα και προσάρμοσε τις συμβουλές του στις χώρες που η προσαρμογή αυτή ήταν εφικτή». Οι περισσότεροι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ – το συμβούλιο που εκπροσωπεί τις εθνικές κυβερνήσεις - συμφώνησε με την Λαγκάρντ. «Η έκκληση για ενίσχυση με έναν μετρημένο ρυθμό για να προστατευθεί η εκκολαπτόμενη ανάκαμψη ήταν δικαιολογημένη, λαμβάνοντας υπόψη τις προβλέψεις για την ανάπτυξη που ήταν διαθέσιμες εκείνον τον καιρό και την ανάγκη για την αντιμετώπιση των κινδύνων της δημοσιονομικής βιωσιμότητας», δήλωσε ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, συνοψίζοντας την άποψή τους. Ωστόσο, πολλοί διευθυντές συμφώνησαν με τους ανεξάρτητους αξιολογητές, ότι η πρόσκληση για δημοσιονομική αυστηρότητα ήταν πρόωρη και ότι ήταν λάθος να στηριχθούν τόσο πολύ στη νομισματική πολιτική. Το γραφείο αξιολόγησης συνέστησε την ενίσχυση των πόρων του Ταμείου με την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης της «ποσόστωσης» που συνεισφέρει κάθε χώρα. Αυτό έχει καθυστερήσει επειδή το Κογκρέσο των ΗΠΑ δεν έχει εγκρίνει μια διεθνή συμφωνία που επετεύχθη το 2010.

Το γραφείο αξιολόγησης παροτρύνει, επίσης, το ΔΝΤ να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές που θα προστατεύουν την ανεξαρτησία του όταν δουλεύει με έναν εταίρο, όπως έχει κάνει στην ευρωζώνη με την «τρόικα» των διεθνών δανειστών, παράλληλα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η Λαγκάρντ ενέκρινε την πρώτη σύσταση, αλλά ήταν επιφυλακτική σχετικά με τη δεύτερη. «Βλέπω κάποια αξία στον καθορισμό ορισμένων ευρέως εφαρμόσιμων αρχών δέσμευσης και συνεργασίας, με την προϋπόθεση ότι οι αλληλεπιδράσεις με άλλους οργανισμούς θα πρέπει να παραμείνουν σε γενικές γραμμές ευέλικτες και πραγματιστικές», είπε.

www.ft.com

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα