Κατάθεση κόλαφος για τον Ρουπακιά

Κατάθεση κόλαφος για τον Γ. Ρουπακιά και το τάγμα εφόδου της Νίκαιας από ένα αστυνομικό της ομάδας ΔΙΑΣ που βρέθηκε την ώρα της δολοφονίας του Π. Φύσσα στην Αμφιάλη. Παράλληλα, δύο γυναίκες αναφέρουν ότι είδαν και δεύτερο άτομο παρέα με τον Ρουπακιά μέσα στο αυτοκίνητο την ώρα του φονικού.

Ο αστυνομικός από την πλευρά του επιβεβαιώνει ότι υπήρξε τάγμα εφόδου που πήρε μέρος στα σοβαρά επεισόδια και τις συμπλοκές.

Διαβάστε την κατάθεση – βόμβα: «Στις 23:59 λάβαμε

σήμα από το κέντρο μας για να μεταβούμε στη συμβολή των οδών Τσαλδάρη και Ιφιγενείας όπου ήταν συγκεντρωμένα γύρω στα 150 άτομα με ρόπαλα», ξεκινά την περιγραφή του ο νεαρός αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ δίνοντας με τον τρόπο αυτό την εικόνα που αντίκρισαν φτάνοντας στο σημείο. Ουσιαστικά κάνει λόγο για έναν μίνι στρατό από θηριώδεις μαυροφορεμένους άνδρες με ρόπαλα και άγριες διαθέσεις: «Στο σημείο, μετά από ένα λεπτό, έφτασε και μια άλλη ομάδα ΔΙΑΣ από το Πέραμα. Κατεβήκαμε μαζί την οδό Κεφαλληνίας και σε έναν κάθετο δρόμο στην οδό Παύλου Μελά είδαμε γύρω στα 30 με 40 άτομα μαυροφορεμένα και από μακριά φαινόταν ότι κάποιοι από αυτούς κρατούσαν κάτι στα χέρια τους, χωρίς να μπορώ να διακρίνω τι ήταν αυτό. Τότε σταματήσαμε λίγο πιο κάτω από την Παύλου Μελά για να κατέβουμε και να δούμε με προσοχή τι γίνεται. Με το που σταματήσαμε, μας πλησίασε ένας άνδρας ο οποίος μας είπε: “Παιδιά, τίποτα δεν έγινε. Όλα εντάξει…”. Εμείς ρωτήσαμε να μας πει ποιοι είναι όλοι αυτοί και τι γινόταν. Τότε αυτός μας είπε: “Κάτι Χρυσαυγίτες μάλωσαν με κάτι αναρχικούς σε μια καφετέρια, αλλά τώρα όλα εντάξει. Το διαλάμε”»

Στη συνέχεια περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το σκηνικό της βίας και του αίματος. «Εμείς κατεβήκαμε από τις μηχανές για να πάμε στην οδό Παύλου Μελά για να δούμε τι γίνεται. Τότε είδα γύρω στα 15 με 20 άτομα να βγαίνουν από την οδό Παύλου Μελά, να ανεβαίνουν την οδό Κεφαλληνίας και να στρίβουν αριστερά στην οδό Παναγή Τσαλδάρη. Απ’ όσο πρόσεξα, φορούσαν μαύρα ρούχα και φώναζαν και έβριζαν. Εγώ με κάποιους ακόμα συναδέλφους μου τους ακολουθήσαμε τρέχοντας για να τους σταματήσουμε και να δούμε ποιοι είναι και τι γίνεται. Παράλληλα διαβίβαζα από τον ασύρματο στο κέντρο και τους έλεγα αυτά που βλέπαμε. Με το που στρίψαμε αριστερά στην Παναγή Τσαλδάρη, είδαμε διασκορπισμένα αρκετά άτομα. Ενώ κινούμασταν στον συγκεκριμένο δρόμο, στον αριθμό 62 είδαμε δύο άτομα να έχουν πιαστεί στα χέρια και να πλακώνονται. Τότε τρέξαμε προς τα κει για να τους χωρίσουμε και να μας πούνε τι γίνεται. Δύο συνάδελφοί μου, ένας άνδρας και μια γυναίκα που ήταν πιο μπροστά από μένα, φτάσανε πρώτοι και αυτοί χώρισαν. Τότε ρώτησαν τον έναν από τους δύο τι γίνεται και αυτός φώναξε: “Αυτός με βάρεσε, αυτός με βάρεσε!”, δείχνοντας τον άλλον. Ο άλλος από τους δύο που σας λέω πήγε να μπει στο αυτοκίνητό του για να φύγει. Το αυτοκίνητο αυτό ήταν παρκαρισμένο, πιο σωστά θα έλεγα σταματημένο γιατί δεν είχε παρκάρει στον δρόμο ακριβώς όπου έγινε το συμβάν και ήταν τοποθετημένο αντίθετα στην κατεύθυνσης κυκλοφορίας. Εγώ τότε άκουσα τους δύο συναδέλφους μου, που σας είπα, να μου φωνάζουν: “Είναι μαχαιρωμένος! Αυτός το έκανε! Πιάστε τον!”. Αυτόν υπέδειξε εκείνος που ήταν μαχαιρωμένος και κρατούσε το στήθος του με τα χέρια του και είχε αίματα. Εγώ τότε μαζί με τον συνάδελφό μου πήγαμε στο αυτοκίνητο που επέβαινε. Καταλάβαμε ότι αυτός ήταν που είχε μαχαιρώσει τον άλλον που φώναζε και τον έδειχνε επίμονα το θύμα στους συναδέλφους μου. Μόλις βγάλαμε τον δράστη από το αυτοκίνητο, του ζητήσαμε την ταυτότητά του και είδαμε ότι ονομάζεται Ρουπακιάς Γεώργιος του Σταύρου και της Ευτυχίας, γεννημένος στις 24.1.1968 στην Αθήνα». Μέχρι εκείνη τη στιγμή κανείς δεν γνώριζε τι πραγματικά είχε συμβεί και για ποιον λόγο ο συγκεκριμένος άνδρας μαχαίρωσε τον νεαρό ράπερ. «Κάναμε σωματικό έλεγχο σε αυτόν για να δούμε αν φέρει τίποτα πάνω του, αλλά δεν είχε τίποτα και τότε είδαμε ότι δίπλα από την μπροστινή αριστερή ρόδα του αυτοκινήτου ήταν πεταμένο ένα αναδιπλούμενο στιλέτο, ανοιχτό, με αίματα πάνω και ξύλινη λαβή. Αυτό το στιλέτο το περισυλλέξαμε και το ασφαλίσαμε. Θυμάμαι ότι ένας από τους συναδέλφους μου τον ρώτησε γιατί το έκανε αυτό και αυτός απάντησε: “Γιατί βάρεσε έναν δικό μου…”».

Στη συνέχεια της κατάθεσής του, που δόθηκε λίγες ώρες μετά το αιματηρό συμβάν και κράτησε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, ο αστυνομικός επικεντρώνεται στον άτυχο Παύλο Φύσσα: «Ο νεαρός που μαχαίρωσε ο Ρουπακιάς είχε πέσει κάτω στο πεζοδρόμιο και είχε γεμίσει αίματα. Εμείς ενημερώσαμε άμεσα το κέντρο μας γι’ αυτά που σας είπα και ζητούσαμε επίμονα να έρθει γρήγορα το ΕΚΑΒ για να τον πάρει. Μάλιστα, πήραμε και από το κινητό μας τηλέφωνο το 166 για να τους πούμε να έρθει το γρηγορότερο ασθενοφόρο στο σημείο. Ρωτήσαμε το θύμα πώς λέγεται και απ’ ό,τι μου είπε η συνάδελφος που ήταν από πάνω του, της είπε μια κοπέλα, που προφανώς ήταν η κοπέλα του θύματος γιατί έκλαιγε από πάνω του, ότι λέγεται Φύσσας Παύλος του Παναγιώτη, γεννημένος το 1979 στον Πειραιά. Εκεί, όπως σας είπα, γινόταν χαμός. Ήταν πολλά τα άτομα. Προσπαθούσαμε να βρούμε κάποιον που να είδε κάτι, αλλά κανένας δεν μας είπε τίποτα. Μετά έφτασε το ΕΚΑΒ, πήρε το θύμα και έφυγε για το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας. Απ’ ό,τι είδα, όταν πήρε το ασθενοφόρο το θύμα πρέπει να είχε χάσει τις αισθήσεις του. Τον δράστη τον προσαγάγαμε στο Τμήμα Ασφαλείας Κερατσινίου. Απ’ ό,τι θυμάμαι από την άδεια κυκλοφορίας, το αυτοκίνητο δεν ήταν στο όνομά του, αλλά στο όνομα Χρυσούλα Ρουπακιά».

Keywords
Τυχαία Θέματα