PaRappa the Rapper Remastered

Ένας φίλος από τα παλιά, κάπως γερασμένος...

Τα remaster reviews είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση κριτικής, και πόσω μάλλον, όταν πρόκειται για παιχνίδια εικοσαετίας. Από τη μία, θα λέγαμε ότι αυτοί είναι οι τίτλοι που χρειάζονται πραγματικά μια νέα έκδοση, καθώς έχουν περάσει πολλά χρόνια από την αρχική τους κυκλοφορία και, πέραν του ότι υπάρχει λόγος για ουσιαστική ανανέωση, έχει δημιουργηθεί και το ηλικιακό κοινό που θέλει κι αυτό με τη σειρά του να τους ανακαλύψει. Από την άλλη, κάποια παιχνίδια, παρότι σπουδαία

στην εποχή τους, αδυνατούν να σταθούν στα σημερινά δεδομένα και ίσως θα έπρεπε να παραμείνουν στη περίοπτη θέση που έχουν από τότε στη συλλογική μνήμη των gamers.

Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και το PaRappa the Rapper. Ένα παιχνίδι που άφησε το στίγμα του ως κάτι πολύ διασκεδαστικό και πρωτότυπο για το 1996, δημιούργησε, επί της ουσίας, ένα ολόκληρο νέο είδος παιχνιδιών, αυτό των Rhythm games, αλλά η αλήθεια είναι πως σαν σύνολο έχει γεράσει λίγο άσχημα. Για να είμαστε απόλυτα δίκαιοι, βέβαια, σε αυτό συμβάλει τα μέγιστα και η πρόχειρη δουλειά που έχει γίνει επάνω του, με την Sony να κάνει τα απολύτως απαραίτητα απλά για να κυκλοφορήσει ο τίτλος με αφορμή την εικοστή του επέτειο. Τα είκοσι χρόνια που μεσολάβησαν, λοιπόν, είναι μεγάλο διάστημα, και ως εκ τούτου δικαιολογείται μια νέα έκδοση ενός κλασικού τίτλου, σε αντίθεση με άλλα παιχνίδια που γίνονται remaster “στα χαρτιά”, σε διάστημα ελάχιστων ετών.

Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν, πολλά έχουν αλλάξει στο χώρο του gaming, και αρκετοί νέοι gamers σίγουρα δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ασχοληθούν με ιστορικούς τίτλους του παρελθόντος και να γνωρίσουν πτυχές της διαδρομής του. Να καταλάβουν ότι για να φτάσουμε να διασκεδάζουμε με την παρέα μας παίζοντας Guitar Hero ή Rock Band, προηγήθηκαν κάποια “άβολα” στάδια. Για αυτό το κοινό λοιπόν, οφείλουμε να προσεγγίσουμε λίγο πιο αναλυτικά τον τίτλο σε σχέση με άλλα remasters. Ο κόσμος του PtR αποτελείται από ανθρωπόμορφα πλάσματα, όπως ζώα, φυτά και λαχανικά. Εμείς αναλαμβάνουμε το ρόλο του Parappa, ενός σκύλου που αρέσκεται στο να ραπάρει και να περνάει την ώρα του με την πολυσύνθετη, σε είδη και ζώα, παρέα του.

Όλη η ιστορία βασίζεται στον έρωτα του PaRappa για τη φίλη του/ λουλούδι, Sunny Funny, καθώς και όλα τα παρανοϊκά ασύνδετα σενάρια που θα προκύψουν προκειμένου να τη κάνει δική του, αντιμαχόμενος τον αντίζηλο διεκδικητή της, τον αυτάρεσκο σκύλο, Joe Chin. Προκειμένου να κερδίσει την καρδιά της Sunny Funny, o PaRappa θα κάνει μαθήματα πολεμικών τεχνών με ένα δάσκαλο κρεμμύδι, θα μάθει να οδηγεί από έναν τάρανδο, και θα φτιάξει μία τούρτα από ψαρικά, σε εκπομπή μαγειρικής, με παρουσιάστρια μια κότα (εντάξει, εδώ, κάπου κρύβεται μια κάποια αληθοφάνεια). Εάν δεν το έχετε καταλάβει ήδη, το σενάριο δεν παίρνει σε κανένα σημείο τον εαυτό του στα σοβαρά και σε συνδυασμό με το γενικότερο καρτουνίστικο εικαστικό του, είναι αρκετά ταιριαστό.

Όλη, όμως, αυτή η urban αισθητική των 90’s, καθώς και η hip hop κουλτούρα μέσα από τα μάτια των λευκών, και ιδίως των Ιαπώνων στη συγκεκριμένη περίπτωση, δείχνει πλήρως παρωχημένη και κιτς για το 2017. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι κάτι το οποίο πρέπει να καταλογίσουμε στο παιχνίδι. Στην εποχή του είχε λογική σαν επιλογή και δεν είναι κάτι στο οποίο θα έπρεπε να γίνουν αλλαγές, γιατί τότε θα μιλούσαμε για κάτι διαφορετικό και όχι για το ίδιο παιχνίδι. Εκεί, όμως, που θα έπρεπε να γίνουν αλλαγές, είναι στην ποιότητα των βίντεο της ιστορίας, καθώς όλα τα cut-scenes είναι κάκιστης ποιότητας και ανάλυσης, με αποτέλεσμα να τα βλέπουμε σχεδόν στο μισό μέγεθος της οθόνης μας και το υπόλοιπο περίγραμμα να συμπληρώνεται από μια ταπετσαρία με ένα ψηφιδωτό από τα πρόσωπα των χαρακτήρων.

Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι χρησιμοποιήθηκαν τα βίντεο από την PSP έκδοση του 2006 για το παιχνίδι, και από εκεί και πέρα δεν έγινε καμία περαιτέρω απόπειρα βελτίωσης. Μάλιστα, στους τίτλους τέλους αναφέρονται κανονικά και τα άτομα που εργάστηκαν στην PSP έκδοση, οπότε μάλλον μεταφέρθηκε αυτούσια η συγκεκριμένη έκδοση. Πέραν της ιστορίας λοιπόν, το υπόλοιπο μέρος του παιχνιδιού αποτελείται από το gameplay του, δηλαδή το rhythm τμήμα, και χωρίζεται ακριβώς στη μέση ανάμεσα σε αυτά τα δύο, με τη ροή να επαναλαμβάνεται με cut scene, τραγούδι, cut scene, κ.ο.κ.. Στις πίστες/τραγούδια θα υπάρχει πάντα κάποιος δάσκαλος που θα τραγουδάει ένα χιουμοριστικό τραγούδι, ενώ στο πάνω μέρος της οθόνης εμφανίζονται τα πλήκτρα που πρέπει να πατήσουμε όταν το εικονίδιο του PaRappa περνάει πάνω από αυτά.

Κάθε τμήμα του τραγουδιού που θα πρέπει να παίξουμε, θα το βλέπουμε πρώτα από τον εκάστοτε δάσκαλο, και στη συνέχεια θα πρέπει να το επαναλάβουμε στο σωστό χρόνο με ένα δείκτη επιτυχίας που κυμαίνεται από το awful έως το cool (ναι, στα 90’s θεωρούταν cool να λες "cool"). Φτάνοντας μάλιστα στο επίπεδο cool, μπορούμε να κάνουμε και freestyle. Οι πίστες των τραγουδιών, λοιπόν, έχουν δύο πτυχές. Από τη μία, είναι το μόνο μέρος του παιχνιδιού όπου έχει γίνει κάποια δουλειά, με την απεικόνιση να βρίσκεται σε ανάλυση σημερινών δεδομένων, καθώς και τον ήχο να ακούγεται καθαρός κι αποσυμπιεσμένος. Από την άλλη πάλι, το gameplay είναι προβληματικό, με την απόκριση των πατημάτων, καθώς και τις λέξεις που ραπάρει ο PaRappa, να λειτουργούν σαν να υπάρχει κάποιο lag στο χρονισμό.

Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην μπορεί ο παίκτης να καταλάβει πότε ακριβώς πρέπει να πατάει τα πλήκτρα και η έκβαση της κάθε πίστας δείχνει αυθαίρετη και τυχαία. Όταν κάνεις λάθος, δεν μπορείς να καταλάβεις τι κάνεις λάθος, κι όταν τα πας καλά, δεν μπορείς να εξηγήσεις τι είναι αυτό που βελτίωσες. Είτε προσπαθείς να ακολουθήσεις τα πλήκτρα κοιτώντας τα, είτε προσπαθείς να ακολουθήσεις το τέμπο μετρώντας, τίποτα δεν δείχνει να έχει σαφή ακολουθία και πιστότητα. Ένας ακόμη τρόπος που δοκιμάσαμε, ήταν χρησιμοποιώντας ένα από τα ελάχιστα νέα πράγματα που έχουν προστεθεί στη remastered έκδοση, δηλαδή τη δόνηση στο χειριστήριο ανάλογα με το τέμπο του τραγουδιού. Προς έκπληξη κανενός βέβαια, ούτε αυτό είχε κάποιο αποτελέσματα. Ένα ακόμη στοιχείο που αναδεικνύει το συγκεκριμένο πρόβλημα, είναι τα εντελώς αντίθετα μεταξύ τους αποτελέσματα που μπορεί να έχει ένας παίκτης από πίστα σε πίστα, παίζοντας όμως με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Για καλό ή για κακό βεβαία, η συνολική διάρκεια του τίτλου δεν ξεπερνάει τη μία ώρα, και στα έξι διαθέσιμα επίπεδα, ένα είναι αυτό που θα ζορίσει αρκετά τον παίκτη και θα χρειαστεί να το επαναλάβει αρκετές φορές.

Παρότι λοιπόν όπως προείπαμε, το PaRappa the Rapper είναι από τα παιχνίδια που αξίζουν την επανέκδοση, αφενός γιατί το δικαιολογεί η ηλικία του, κι αφετέρου, γιατί αποτελεί κομμάτι της ιστορίας του gaming, το αποτέλεσμα απέχει πολύ από το να θεωρηθεί όσο καλό το περιμέναμε και το θυμόμασταν από τη δεκαετία του 1990. Ο τρόπος με τον οποίο κυκλοφορεί, ελάχιστα πράγματα έχει να προσφέρει, κυρίως στους νεότερους gamers, αφού στους παλιούς μπορούμε να πούμε ότι -έστω- θα ξυπνήσει αισθήματα νοσταλγίας. Το προβληματικό gameplay σε ένα εντελώς νέο είδος για το 1996, είναι απόλυτα κατανοητό και λογικό, το να κυκλοφορεί όμως σήμερα χωρίς τις απαραίτητες διορθώσεις και με ελάχιστη προσπάθεια βελτίωσης, είναι μάλλον απογοητευτικό.

Click to open image!Click to open image!Click to open image!Click to open image!Click to open image!Click to open image!Click to open image!Click to open image!
Keywords
Τυχαία Θέματα