«Πώς έκανα την πρώτη θεία λειτουργία μετά την πτώση του Τείχους»

«Πώς έκανα την πρώτη θεία λειτουργία μετά την πτώση του Τείχους»04.12.2017Πρόσωπα

Ο π. Νικηφόρος Ντατζιόπουλος έφερε εις πέρας μια δύσκολη αποστολή, καθώς από το 1996 που χειροτονήθηκε ιερέας βρέθηκε στο Βερολίνο και ανέλαβε την επανίδρυση των ενοριών της περιοχής

Η πρώτη θεία λειτουργία στην οποία ακούστηκαν ελληνικά στο έδαφος της πρώην Ανατολικής Γερμανίας μετά την πτώση του κομμουνισμού ήταν το Πάσχα του 1997, όταν η λειτουργία τελέστηκε στη ρωσική εκκλησία της Λιψίας από τον π. Νικηφόρο Ντατζιόπουλο. Κομβικής σημασίας

ήταν το γεγονός αυτό για την επανασύσταση της ορθόδοξης κοινότητας στην πρώην Ανατολική Γερμανία, έτσι όπως μας αφηγείται τα γεγονότα εκείνης της εποχής ο π. Νικηφόρος, που συνέβαλε τα μέγιστα στη σφυρηλάτηση των πνευματικών σχέσεων με το ορθόδοξο ποίμνιο.

«Οταν πήγα να λειτουργήσω εκείνο το Πάσχα, φαντάστηκα ότι το εκκλησίασμα θα ήταν το πολύ 50 άτομα. Ηταν όμως πάνω από 600! Πέρασα όλο το 1997 βολιδοσκοπώντας πού θα έκανα τις λειτουργίες. Επειδή τότε δεν υπήρχαν το διαδίκτυο και άλλα κοινωνικά μέσα, αναζήτησα τους Ελληνες της πρώην Ανατολικής Γερμανίας μέσω του προξενείου και του τηλεφωνικού καταλόγου! Οι περισσότεροι, βέβαια, κατοικούσαν στη Λιψία και τη Δρέσδη. Αφού βρήκα όσους ήταν δυνατόν, τέλεσα λειτουργία την Κυριακή των Βαΐων στη Δρέσδη και μετά το Μέγα Σάββατο επέστρεψα στη Λιψία» τονίζει ο ίδιος.

Η ΚΟΥΡΑ

Ο π. Νικηφόρος έχει μακρά διαδρομή στην ιερατική διακονία. Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγκαράθου Κρήτης και στη δεκαετία του '80 αναχώρησε για σπουδές στη Γερμανία. Από το 1993 έως το 1996 υπηρέτησε ως διάκονος στην Κολονία και στο Ααχεν. Στα τέλη του 1996 χειροτονήθηκε ιερέας και βρέθηκε στο Βερολίνο, όπου ανέλαβε την επανίδρυση των ενοριών της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, οι οποίες προϋπήρχαν, αλλά είχαν τεθεί σε αδράνεια επί κομμουνιστικού καθεστώτος. Οταν ανέλαβε τα καθήκοντά του το 1996, ο π. Νικηφόρος βρήκε στη Λιψία έναν κατεστραμμένο ναό εξαιτίας των βομβαρδισμών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνο η αναμνηστική πλάκα με τη σφραγίδα του Αγίου Γεωργίου είχε διασωθεί. Στη Λιψία είχαν απομείνει πολύ λίγες οικογένειες - απόγονοι Ελλήνων, κυρίως εμπόρων, από τους παλαιότερους αιώνες. Πέραν αυτών, υπήρχαν ακόμα, ως ενήλικες πλέον, τα παιδιά του λεγόμενου παιδομαζώματος, εκείνα που είχαν αρπάξει και μεταφέρει εκεί οι κομμουνιστές μετά την ήττα τους στην Ελλάδα το 1949. Οταν όμως έπεσε το Τείχος το 1989 και άνοιξαν τα σύνορα, άρχισε να καταφθάνει από τη Δυτική Γερμανία στη Λειψία μεγάλος αριθμός Ελλήνων, κυρίως επιχειρηματίες.

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ

«Μετά τη λειτουργία του 1997 ανταποκρίθηκαν πολλοί συμπατριώτες μας. Εχω σφυρηλατήσει από τότε ισχυρούς δεσμούς με το ελληνικό στοιχείο. Και, μάλιστα, όσοι συναντώ σήμερα, όλοι αναφέρονται με συγκίνηση στην πρώτη μας λειτουργία!» τονίζει ο π. Νικηφόρος και συνεχίζει: «Ηταν μια πολύ καλή αρχή, η ανταπόκριση ήταν θετική! Εμενα και ασκούσα καθήκοντα εφημερίου στο Βερολίνο -όπου είχα την έδρα μου, μαζί με τον συνεφημέριό μου π. Κωνσταντίνο Δρακονάκη-, και λάμβανα συχνά προσκλήσεις για να πηγαίνω σε τελετές βαπτίσεων και αγιασμών. Μετά το 1997 συνέχισα να αναζητώ ναούς, όπου εκεί θα πήγαινα για να λειτουργώ τουλάχιστον μία φορά τον μήνα. Απευθύνθηκα στους Γερμανούς προτεστάντες και εκείνοι αμέσως ανταποκρίθηκαν, προτείνοντάς μας χώρους στη Λιψία και τη Δρέσδη. Σε συνεργασία, λοιπόν, και με τον νυν Μητροπολίτη Γερμανίας Αυγουστίνο αρχίσαμε να λειτουργούμε και στις δύο αυτές μεγάλες πόλεις».

Από το 1998 και έπειτα κατέστη δυνατό να βρεθούν μικροί ναοί που χρησιμοποιούνταν ως παρεκκλήσια από τους προτεστάντες, οι οποίοι τροποποιήθηκαν σύμφωνα με το ορθόδοξο τυπικό και με όσο το δυνατόν καλύτερη διαρρύθμιση. Αρχισε ο π. Νικηφόρος να λειτουργεί κάθε πρώτη Κυριακή στη Λιψία και κάθε τρίτη Κυριακή στη Δρέσδη, ενώ από το 2000 μετακόμισε μόνιμα στη Λιψία. Αν και κάποιες στιγμές τα πρώτα χρόνια σκεφτόταν, εξαιτίας των δυσκολιών, να εγκαταλείψει τη Γερμανία, παρέμεινε και συνέχισε την ιερή διακονία του έως το 2005. Σήμερα το έργο του συνεχίζεται από άλλον ιερέα, ο οποίος, επίσης έχοντας ως έδρα το Βερολίνο, επισκέπτεται και λειτουργεί δύο φορές τον μήνα στη Λιψία και τη Δρέσδη.

Η παλαιότερη ενορία επί γερμανικού εδάφους ήταν αυτή της Λιψίας, όπου η πρώτη επίσημη λειτουργία έγινε το 1732 (οι πρώτοι Ελληνες έμποροι είχαν εγκατασταθεί εκεί από τον 17ο αιώνα), και λειτουργούσε κανονικά έως το 1944. Τελευταίος εφημέριος ήταν ο π. Μελέτιος Γαλανόπουλος, που συνελήφθη και φυλακίστηκε από την Γκεστάπο το 1944. Από τις μεγάλες μορφές που διακόνησαν την εκεί Ορθοδοξία στο παρελθόν αξίζει να μνημονεύσουμε, μεταξύ άλλων, τους Ευγένιο Βούλγαρη και Νικηφόρο Θεοτόκη.

«Ταξίδευα για 800 χλΜ. για έναν αγιασμό ή μια βάπτιση. κουβαλούσα τα πάντα»

Κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν η άσκηση των καθηκόντων του π. Νικηφόρου, αν αναλογιστούμε την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόταν το οδικό δίκτυο εκείνης της εποχής στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Συχνά αναγκαζόταν να συμβουλεύεται τους χάρτες. «Χρειαζόταν κάποιες στιγμές να διανύσω ακόμα και 800 χιλιόμετρα προκειμένου να κάνω έναν αγιασμό ή μια βάπτιση! Πολλές φορές αναγκαζόμουν να διανυκτερεύσω εκεί όπου με φιλοξενούσαν, άλλες φορές έχανα τον δρόμο προς κάποιο χωριό ή άλλαζα έως πέντε τρένα για να φτάσω. Το ζήτημα ήταν, πέραν αυτών, ότι έπρεπε να κουβαλήσω στο αυτοκίνητό μου τα πάντα: από την κολυμπήθρα, τα βιβλία, το τιρμπουσόν-κλειδί, για να ανοίγω το μπουκάλι του κρασιού για τη θεία κοινωνία, μέχρι άμμο για τα μανουάλια!» αναφέρει ο π. Νικηφόρος.

Παράλληλα, διηγείται το εξής περιστατικό: «Μια φορά, έπρεπε να πάω στην περιοχή της Γκέρα, που απέχει από το Βερολίνο 300 χιλιόμετρα, για έναν αγιασμό. Οταν είχα ήδη φτάσει στο 200ό χιλιόμετρο της διαδρομής, διαπίστωσα ότι είχα ξεχάσει το Ευχολόγιο! Αναγκάστηκα να γυρίσω πίσω! Μπορεί να κουράστηκα μέσα σε αυτές τις συνθήκες επί σχεδόν 10 χρόνια, αλλά το έκανα με χαρά! Ηταν πολύ σημαντικό αυτό που συνέβαινε, αφού, με αφορμή, π.χ., μια βάπτιση, τους έλεγα να καλέσουν και όσους άλλους Ελληνες ήξεραν. Ετσι, λοιπόν, έρχονταν και από γειτονικές πόλεις και χωριά. Σιγά σιγά μαθεύτηκε στο ελληνικό στοιχείο ότι υπήρχε Ελληνας ιερέας στα μέρη τους και άρχισαν να με καλούν και από άλλες περιφέρειες-κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Συνολικά έκανα 15.000 χιλιόμετρα τον μήνα!»

Από την Εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια

Keywords
Τυχαία Θέματα