Ψήφισαν αντισυνταγματικές ρυθμίσεις για οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης

Αντίθετες με τη συνταγματική αρχή της νομιμότητας του φόρου χαρακτηρίζει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής τις διατάξεις της νέας ρύθμισης οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης του άρθρου 397 του ψηφισθέντος πολυνομοσχεδίου με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα υποβολής εκπρόθεσμων αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων µετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου με εκπτώσεις 40% στα επιβαλλόμενα πρόστιμα υπό προϋποθέσεις.

Ο λόγος είναι ότι, σύμφωνα

με τις διατάξεις αυτές, οι φόροι, τα πρόστιµα, τα τέλη, οι εισφορές και τα λοιπά ποσά που θα προσδιορίζονται στις περιπτώσεις των εκπρόθεσμων αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων που θα υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολών ελέγχου δεν θα είναι δυνατό ποτέ στο μέλλον να διαγραφούν, να συμψηφιστούν ή να επιστραφούν στους φορολογούμενους, αν αυτοί εκ των υστέρων διαπιστώσουν ότι υπέπεσαν σε πλάνη ή σε λάθος κατά τη συμπλήρωση και υποβολή των συγκεκριμένων δηλώσεων.

Οι διατάξεις του άρθρου 397 του πολυνομοσχεδίου που μπήκαν στο στόχαστρο της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής προβλέπουν ειδικότερα ότι:

1) Είναι δυνατή η υποβολή εκπρόθεσμων αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων μετά την έναρξη φορολογικού ελέγχου και μέχρι την κοινοποίηση πράξης προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.

Για εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις που θα υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ΚΦΔ και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εάν προκύπτει ποσό φόρου προς καταβολή, θα επιβάλλεται επί του ποσού αυτού, αντί του διαδικαστικού προστίμου των 100-500 ευρώ του άρθρου 54, πρόστιμο που ισούται με το ποσό του προστίμου των άρθρων 58 παρ. 2, 58Α παρ. 2, ή 59 παρ. 1, κατά περίπτωση, δηλαδή πρόστιμο ίσο με το 10%-50% του προκύπτοντος φόρου, σε περίπτωση αρχικής δήλωσης, ή της προκύπτουσας διαφοράς φόρου, σε περίπτωση τροποποιητικής δήλωσης. Ωστόσο, εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το πρόστιμο θα περιορίζεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) του αρχικώς προσδιορισθέντος, δηλαδή στο 6%-30% του φόρου ή της διαφοράς φόρου, ώστε να υπάρχει ένα σοβαρό κίνητρο για την άμεση πληρωμή των βάσει δήλωσης φορολογικών οφειλών. Η έκπτωση αυτή δεν θα παρέχεται για τις δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, καθώς στις περιπτώσεις αυτές οι φορολογούμενοι έχουν, κατά κανόνα, παρακρατήσει και δεν έχουν αποδώσει τον οφειλόμενο φόρο.

Ειδικά, εφόσον πρόκειται για τροποποιητικές δηλώσεις, για τον υπολογισμό του ανωτέρω προστίμου, θα λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού το ποσό της διαφοράς μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση την υποβαλλόμενη τροποποιητική φορολογική δήλωση και εκείνου που προκύπτει με βάση την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση, και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που έχουν εν τω μεταξύ υποβληθεί.

2) Για τις εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις που θα υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ΚΦΔ και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, προσδιορισθέντες φόροι, πρόστιμα, τέλη, εισφορές και λοιπά ποσά δεν διαγράφονται, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, ενώ δεν είναι δυνατή η υποβολή δηλώσεων σε αυτό το στάδιο με επιφύλαξη.

Όπως επισημαίνει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην έκθεσή της επί των διατάξεων του πολυνομοσχεδίου η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 397, «φαίνεται να αποκλείει το δικαίωµα του φορολογουµένου να ανακαλέσει την, κατά την προτεινόµενη διάταξη, υποβληθείσα δήλωσή του, ακόµη και όταν αυτή έχει υποβληθεί λόγω πλάνης, µε σκοπό την επιστροφή ή τον συµψηφισµό του αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου» και για τον λόγο αυτό «δεν βρίσκεται σε αρµονία µε την αρχή της νοµιµότητας του φόρου, η οποία αποτελεί το συνταγµατικό υπόβαθρο του νοµολογιακώς διαπλασµένου θεσµού της ανάκλησης φορολογικής δήλωσης λόγω πλάνης, πριν τη νοµοθετική τυποποίησή του».

Δικαιολογώντας την άποψή της περί αντισυνταγματικότητας της παραπάνω ρύθμισης η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής επισημαίνει ότι «η προτεινόµενη ρύθµιση, κατά το µέτρο που αποκλείει τη δυνατότητα επιστροφής ή συµψηφισµού φόρου ο οποίος καταβάλλεται δυνάµει των νέων διατάξεων, ακόµη και σε περιπτώσεις που η σχετική δήλωση έχει ανακληθεί/τροποποιηθεί λόγω νοµικής ή συγγνωστής πραγµατικής πλάνης συνεπαγόµενης τη µερική ή ολική έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης, αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγµατος, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της νοµιµότητας του φόρου».

Keywords
Τυχαία Θέματα